Του Alvaro Garcia Linera
Οι ιθαγενείς της Βολιβίας γυρίζουν, πράγματι, λοιπόν, την πλάτη στον Εβο Μοράλες; Γεγονός είναι πως, πρώτη φορά, ο μοναδικός αυτόχθονας πρόεδρος στην ιστορία της χώρας αμφισβητείται ανοιχτά από σημαντική μερίδα των δικών του ανθρώπων.
Αιτία της όλης τριβής είναι η πρόθεση του Μοράλες να κατασκευάσει έναν μεγάλο αυτοκινητόδρομο σε προστατευόμενη περιοχή, γεγονός που από πέρυσι τον έχει φέρει σε ανοιχτή αντιπαράθεση με τους ντόπιους. Μετά τα έντονα επεισόδια των τελευταίων εβδομάδων, όπου σημειώθηκαν απανωτές συγκρούσεις διαδηλωτών με την αστυνομία, ο πρόεδρος υπαναχώρησε δηλώνοντας ότι θα παραπέμψει το θέμα στη «λαϊκή διαβούλευση». Φαίνεται, ωστόσο, ότι, παρά την αυξανόμενη δυσαρέσκεια για τους κυβερνητικούς χειρισμούς, οι αρχηγοί των ιθαγενικών ομάδων καθώς και διάφορες οργανώσεις πολιτών δεν επιθυμούν να αποσταθεροποιήσουν την κυβέρνηση του Μοράλες, αλλά μάλλον να τον πιέσουν να προχωρήσει ταχύτερα στις μεταρρυθμίσεις που έχει υποσχεθεί.
Από το 2000, την χρονιά των πρώτων μαζικών κοινωνικών κινητοποιήσεων που κατήγγελλαν την ιδιωτικοποίηση του νερού, έως το 2009, οπότε και επανεξελέγη στην προεδρία ο αγροτοσυνδικαλιστής Εβο Μοράλες (βλέπε το ένθετο χρονοδιάγραμμα), η Βολιβία γνώρισε μια θεμελιώδους σημασίας σύγκρουση: την αντιπαράθεση του λαού με την αμερικανική αυτοκρατορία και τους συμμάχους της, την αστική τάξη της Βολιβίας που είναι προσκολλημένη στο νεοφιλελευθερισμό.
Καθώς η επανεκλογή του Μοράλες, το 2009, σήμανε την ενίσχυση της κυβέρνησής του (1), οι εξωτερικές απειλές περιορίστηκαν. Από εκείνη τη στιγμή, έκαναν την εμφάνισή τους νέες αντιφάσεις στο εσωτερικό του εθνικό-λαϊκού μπλοκ (2) ανάμεσα στις διάφορες τάξεις που έχουν στρατευθεί στη διαδικασία της αλλαγής: οι αντιφάσεις αφορούσαν τον τρόπο με τον οποίο πρέπει να υλοποιηθεί η αλλαγή. Οσο κι αν ορισμένες από αυτές τις αντιφάσεις είναι δευτερεύουσες σε σχέση με την κεντρική σύγκρουση με τον ιμπεριαλισμό, δεν παύουν να βρίσκονται στην καρδιά της βολιβιανής επαναστατικής διαδικασίας. Από τη μια πλευρά, θέτουν σε κίνδυνο τη συνέχισή της, από την άλλη πλευρά, μας επιτρέπουν να φανταστούμε τα μέσα που θα μας οδηγήσουν στο επόμενο στάδιο.
Η πρώτη από αυτές τις δημιουργικές εντάσεις αφορά τις σχέσεις ανάμεσα στο κράτος και τα κοινωνικά κινήματα. Ο πληθυσμός περιμένει από την κυβέρνηση να αναλάβει μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα δράσεις, οι οποίες θα δώσουν συγκεκριμένες λύσεις στις υλικές ανάγκες του. Παρά το γεγονός ότι κάτι τέτοιο απαιτεί έναν αποτελεσματικό συγκεντρωτισμό των διαδικασιών λήψης των αποφάσεων, η κυβέρνησή μας αποτελείται από εκπροσώπους των κοινωνικών οργανώσεων των ιθαγενών Ινδιάνων, των αγροτών, των εργατών και των λαϊκών στρωμάτων. Ομως η ιδιαίτερη δυναμική όλων αυτών των ομάδων απαιτεί να τους δοθεί άφθονος χρόνος. Χρόνος για συζήτηση, για διαβούλευση και για ανάλυση των ποικίλων προτάσεων. Επίσης, η λειτουργία αυτών των κινημάτων προϋποθέτει τον πολλαπλασιασμό του αριθμού των ατόμων που συμμετέχουν στη λήψη των αποφάσεων. Καθώς η κυβέρνηση του προέδρου Μοράλες είναι μια «κυβέρνηση των κοινωνικών κινημάτων (3)», αποτελεί τον χώρο όπου αντιπαρατίθενται και οφείλουν να αποτελέσουν αντικείμενο σύνθεσης ορισμένες αντίθετες δυναμικές:
* ο συγκεντρωτισμός και η αποκέντρωση της λήψης των αποφάσεων
* η μονοπώληση και η κοινωνικοποίηση των δράσεων της εκτελεστικής εξουσίας
* η ταχύτητα στην επίτευξη των αποτελεσμάτων και η βραδύτητα των διαδικασιών διαβούλευσης.
Επιχειρώντας να εξαλείψουμε αυτήν την αντίφαση, προτείναμε την έννοια του «ολοκληρωμένου κράτους»: τη στιγμή όπου η κοινωνία ιδιοποιείται σταδιακά τις διαδικασίες της διαιτησίας ανάμεσα στα αντιμαχόμενα επιμέρους συμφέροντα, ξεπερνώντας με αυτόν τον τρόπο την αντιπαράθεση ανάμεσα στο κράτος (το οποίο συνίσταται σε μια μηχανή που εξασφαλίζει τον συγκεντρωτισμό στη λήψη των αποφάσεων) και στα κοινωνικά κινήματα (τα οποία είναι μια μηχανή που επιδιώκει την αποκέντρωση και τον εκδημοκρατισμό της λήψης των αποφάσεων).
Παρόμοιος στόχος δεν είναι δυνατόν να τεθεί σε βραχυπρόθεσμο επίπεδο. Επιτυγχάνεται από ένα ιστορικό κίνημα, το οποίο προκύπτει από βήματα προς τα εμπρός και από πισωγυρίσματα, όπως επίσης και από ανισορροπίες που κάνουν την πλάστιγγα να γέρνει πότε προς τη μια πλευρά και πότε προς την άλλη, με αποτέλεσμα άλλοτε να διακυβεύεται η αποτελεσματικότητα της διακυβέρνησης και άλλοτε ο εκδημοκρατισμός της λήψης των αποφάσεων. Ο αγώνας (και μόνο ο αγώνας) θα επιτρέψει να διατηρήσουμε την ισορροπία ανάμεσα σε αυτούς τους δύο πόλους καθ' όλο το διάστημα που θα αποδειχθεί αναγκαίο για την ιστορική επίλυση αυτής της αντίφασης.
Η δεύτερη δημιουργική ένταση αντιπαραθέτει, από τη μια πλευρά το μεγάλο εύρος της επαναστατικής διαδικασίας -το οποίο απορρέει από την αυξανόμενη στράτευση στον αγώνα των διάφορων κοινωνικών ομάδων, όπως επίσης και από την αναζήτηση ευρύτερων συμμαχιών- και, από την άλλη, την ανάγκη να υπάρχει ενότητα και σύμπνοια στην ηγεσία του κινήματος των ιθαγενών, των αγροτών, των εργατών και των λαϊκών τάξεων, καθώς αυτή εγγυάται τον πολιτικό προσανατολισμό της επαναστατικής διαδικασίας.
Η ηγεμονία του εθνικολαϊκού μετώπου απαιτεί τη συνοχή των τάξεων των εργαζομένων. Προϋποθέτει επίσης την ακτινοβολία της ηγεμονίας τους (σε ιστορικό, υλικό, παιδαγωγικό και ηθικό επίπεδο) πάνω στον υπόλοιπο πληθυσμό, έτσι ώστε να εξασφαλίζεται η υποστήριξή του.
Βέβαια, θα υπάρχει πάντα ένας τομέας ο οποίος θα αντιδρά στην ηγεμονία των ιθαγενών και του λαού και ο οποίος θα ενεργεί ως ιμάντας για τη μεταβίβαση της βούλησης των ξένων δυνάμεων. Ομως η εδραίωση της προλεταριακής ηγεμονίας απαιτεί να θεωρεί το σύνολο της κοινωνίας ότι η θέση του προοδεύει όταν οι τάξεις των εργαζομένων διευθύνουν τη χώρα. Αυτή η αναγκαιότητα υποχρεώνει μια αριστερή κυβέρνηση να λαμβάνει υπόψη και μέρος των αναγκών των αντιπάλων της.
Μια τρίτη δημιουργική ένταση έχει εκδηλωθεί με μεγάλη σφοδρότητα εδώ και έναν χρόνο. Προκύπτει από την αντιπαράθεση ανάμεσα στο συλλογικό συμφέρον και στο ιδιαίτερο συμφέρον μιας ομάδας, ενός κλάδου ή ενός ατόμου. Ανάμεσα στον κοινό, κοινωνικό και κομμουνιστικό αγώνα και στις ατομικές, κλαδικές ή ιδιωτικές κατακτήσεις.
Ο ευρύτατος κύκλος κινητοποιήσεων που ξεκίνησε το 2000 με τον «πόλεμο του νερού», είχε, στην αρχή, τοπική διάσταση. Ωστόσο, η σύγκρουση αφορούσε το σύνολο της χώρας, καθώς σχεδιαζόταν η ιδιωτικοποίηση του νερού σε ολόκληρη την επικράτεια. Ακολούθησε ο «πόλεμος του αερίου» και ο αγώνας για μια συντακτική εθνοσυνέλευση και για την οικοδόμηση μιας δημοκρατίας στην οποία όλες οι εθνότητες της χώρας θα είχαν θέση: αν και όλες αυτές οι διεκδικήσεις εκφράστηκαν σε κλαδικό επίπεδο από τους ιθαγενείς και τους εργάτες, άγγιζαν ωστόσο το σύνολο των καταπιεσμένων, και μάλιστα ολόκληρο το έθνος.
ΤΟ ΚΙΝΗΜΑ
Η ανάδυση όλων αυτών των απαιτήσεων -οι οποίες γεννήθηκαν στα οδοφράγματα, στα μπλόκα που έκλειναν τους δρόμους, στις διαδηλώσεις και στις λαϊκές εξεγέρσεις- επέτρεψε την οικοδόμηση ενός προγράμματος για την κατάληψη της εξουσίας, το οποίο αποδείχθηκε ικανό να κινητοποιήσει και να ενώσει σταδιακά την πλειοψηφία του βολιβιανού λαού. Μετά τη νίκη του 2005, όλες οι προσπάθειες της κυβέρνησης ήταν αφιερωμένες στην υλοποίηση του προγράμματος. Υπήρξε, κατ' αρχάς, η συντακτική εθνοσυνέλευση, η οποία, πρώτη φορά στην ιστορία, επέτρεψε να συνταχθεί ένα Σύνταγμα από τους άμεσους εκπροσώπους όλων των κοινωνικών τομέων της χώρας. Στη συνέχεια, προχωρήσαμε στην εθνικοποίηση μεγάλων επιχειρήσεων, γεγονός που διευκόλυνε την αναδιανομή ενός μέρους του πλεονάσματος του εθνικού πλούτου μέσα από τα προγράμματα Juacinto Pinto, renta dignidad («σύνταξη αξιοπρέπειας») και Juana Azurduy (4).
Εάν μελετήσουμε τον κύκλο της κινητοποίησης ως μια ανοδική καμπύλη η οποία -σύμφωνα με την ιστορική εμπειρία- σταθεροποιείται και στη συνέχεια ακολουθεί σιγά σιγά καθοδική πορεία, θα διαπιστώσουμε ότι το πρώτο στάδιο (η ανοδική φάση) χαρακτηρίζεται από τη διαρκώς αυξανόμενη ένταξη μέσα στο κίνημα διάφορων κοινωνικών τομέων, από την οικοδόμηση ενός γενικότερου προγράμματος και από την εμφάνιση στις «κατώτερες τάξεις» μιας οργανωμένης και συγκεκριμένης βούλησης να καταλάβουν την εξουσία.
Η σταθεροποίηση της κινητοποίησης στο υψηλότερο σημείο της καμπύλης αντιστοιχεί ταυτόχρονα στη στιγμή όπου υλοποιούνται οι πρώτοι γενικότεροι στόχοι που απευθύνονται στο σύνολο της κοινωνίας, αλλά και σε εκείνη όπου εκδηλώνονται οι εντονότερες αντιστάσεις που προβάλλονται από τις κοινωνικές ομάδες που στήριζαν την προηγούμενη νεοφιλελεύθερη εξουσία: απόπειρα πραξικοπήματος, αποσχιστικά κινήματα κ.λπ. (5). Πρόκειται για τη «γιακωβίνικη» φάση αυτής της διαδικασίας, η οποία εξαναγκάζει σε αμυντική στάση το κοινωνικό κίνημα, που έχει, στο μεταξύ, πάρει την εξουσία, πυροδοτώντας ταυτόχρονα νέες κινητοποιήσεις κι ανοίγοντας νέους ορίζοντες δράσης που αφορούν το σύνολο της κοινωνίας.
Από την αρχή της δεύτερης θητείας του Εβο Μοράλες, το 2010, έχουμε περάσει σε μια τρίτη φάση της κινητοποίησης, στην καθοδική της πορεία. Αυτή χαρακτηρίζεται από τις εντάσεις στο εσωτερικό του εθνικο-λαϊκού μπλοκ, ανάμεσα στις γενικές και στις επιμέρους οπτικές. Η υπέρβαση αυτής της αντίφασης θα προκύψει από την ενίσχυση της οικουμενικής εμβέλειας του σχεδίου μας. Εάν αντίθετα θριαμβεύσουν οι συντεχνιακές ιδιαιτερότητες, η απώλεια του δυναμισμού της επανάστασης θα μπορούσε να σηματοδοτήσει την αφετηρία της συντηρητικής παλινόρθωσης.
Ανέκαθεν υπήρχε μέσα στο λαό η αντίθεση ανάμεσα στις οικουμενικές και στις επιμέρους διεκδικήσεις. Εξάλλου πρόκειται για ιδιαίτερο χαρακτηριστικό των επαναστάσεων: ο λαός, από κατακερματισμένο κι εξατομικευμένο υποκείμενο, οδηγείται σταδιακά στη συγκρότηση μιας συλλογικής εξουσίας. Ωστόσο, είναι προφανές ότι εισερχόμαστε σε μια νέα φάση της κινητοποίησης, όπως αποδεικνύεται από την πρόσφατη σύγκρουση ανάμεσα σε δύο τάσεις της Βολιβιανής Συνδικαλιστικής Εργατικής Συνομοσπονδίας (COB) (6): μια τάση συμπλέει με την εξουσία, η άλλη όχι.
Τον Απρίλιο του 2011, οι δάσκαλοι που είναι μέλη της COB ξεκίνησαν απεργία με κύριο αίτημα την αύξηση των μισθών τους. Ωστόσο, από το 2006, η κυβέρνηση Μοράλες είχε κάνει αυξήσεις στους μισθούς των δημοσίων υπαλλήλων που εργάζονται στους τομείς της υγείας και της εκπαίδευσης, οι οποίες, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού, αντιστοιχούσαν σε αύξηση του πραγματικού τους εισοδήματος κατά 12%. Ταυτόχρονα, οι μισθοί άλλων κλάδων της δημόσιας διοίκησης (του διοικητικού προσωπικού των υπουργείων, για παράδειγμα) είχαν παγώσει, ενώ οι μισθοί του αντιπροέδρου, των υπουργών και των υφυπουργών είχαν μειωθεί κατά 30-60%. Μάλιστα, στην περίπτωση του μισθού του προέδρου, η μείωση υπήρξε ακόμα μεγαλύτερη. Είναι κατανοητό ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι του κλάδου της παιδείας και της υγείας διεκδικούν νέες αυξήσεις, ωστόσο αυτές μπορούν να προέλθουν μονάχα μέσα από την αύξηση του εθνικού πλούτου της χώρας.
Πράγματι, η πολιτική που ακολουθεί ο πρόεδρος Μοράλες αποσκοπεί στη βελτίωση των συνθηκών ζωής των φτωχότερων (7) και στη συγκέντρωση των οικονομικών πόρων που προέρχονται από τις εθνικοποιήσεις και από τις κρατικές επιχειρήσεις. Το ζητούμενο είναι, αφ' ενός να δημιουργηθεί μια βιομηχανική βάση στους κλάδους των υδρογονανθράκων, των ορυχείων, της γεωργίας και του ηλεκτρισμού, έτσι ώστε να συγκεντρωθεί ένας πλούτος που θα έχει μόνιμο χαρακτήρα και, αφ' ετέρου, να χρησιμοποιηθούν οι οικονομικοί πόροι της χώρας για τη βελτίωση της ζωής των εργαζόμενων, τόσο στις πόλεις όσο και στην ύπαιθρο.
Εάν ικανοποιούσαμε τις μισθολογικές διεκδικήσεις των εκπαιδευτικών, θα χρησιμοποιούσαμε τους οικονομικούς πόρους που αποκτήσαμε χάρη στις εθνικοποιήσεις για να βελτιώσουμε τα εισοδήματα μονάχα των εργαζομένων σε ορισμένους κλάδους του τριτογενούς τομέα. Θα παραμελούσαμε όμως με αυτόν τον τρόπο την υπόλοιπη χώρα, δηλαδή την πλειοψηφία του πληθυσμού. Εξάλλου, κάτι τέτοιο θα καθιστούσε δυσκολότερη τη στρατηγική της εκβιομηχάνισης (για παράδειγμα, την αγορά μηχανημάτων ή την κατασκευή υποδομών), η οποία θα επιτρέψει την αύξηση του εθνικού πλούτου και, στη συνέχεια, την αναδιανομή του.
ΟΙ ΣΥΝΔΙΚΑΛΙΣΤΕΣ
Η δεξιά επωφελήθηκε από την ένταση που παρατηρείται στο εσωτερικό του εθνικο-λαϊκού μπλοκ και εξασφάλισε στους διαδηλωτές τη στήριξη των μέσων ενημέρωσης που ελέγχει: συνδικαλιστές ηγέτες, τους οποίους οι μεγαλόσχημοι δημοσιογράφοι περιφρονούσαν μέχρι πριν από λίγο καιρό εξαιτίας της ταπεινής καταγωγής τους, μετατράπηκαν ξαφνικά σε τηλεοπτικούς αστέρες.
Δεδομένου ότι είμαστε «κυβέρνηση των κοινωνικών κινημάτων», επιδιώκουμε να παρουσιάζουμε στον δημόσιο διάλογο τις διαφορές που αναπτύσσονται στο εσωτερικό του εθνικο-λαϊκού μπλοκ. Μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες, προσπαθούμε να εξαλείψουμε τις εντάσεις που ξεσπάνε ανάμεσα στις συντεχνιακές τάσεις και στην τάση να επιδιωχθεί το καλύτερο για ολόκληρη την κοινωνία, ενθαρρύνοντας την πρωτοπορία των κοινωνικών αγώνων (τους ινδιάνους ιθαγενείς, τους αγρότες, τους εργαζόμενους, τους εργάτες και τους φοιτητές) να υψώσουν ψηλά τη σημαία του συλλογικού συμφέροντος. Κάτι τέτοιο δεν συνεπάγεται ότι το άτομο και το ιδιωτικό συμφέρον πρέπει να εξαφανιστεί από το προσκήνιο, αλλά ότι θα συνυπάρξει με λογικό τρόπο με το συλλογικό συμφέρον μέσα σε ένα ευρύτερο πλαίσιο.
Η τέταρτη δημιουργική ένταση προκύπτει από την αντίθεση ανάμεσα στην αναγκαιότητα να μεταποιήσουμε τις πρώτες ύλες που παράγουμε (εκβιομηχάνιση) και στον σεβασμό της φύσης, στο «ευ ζην» (8).
Μας κατηγορούν ότι δεν προχωρήσαμε σε μια «πραγματική» εθνικοποίηση των φυσικών πόρων και ότι επιτρέψαμε στις πολυεθνικές να σφετεριστούν ένα μέρος από τον πλούτο της χώρας(9). Ομως για να είμαστε σε θέση να απαλλαγούμε από τις ξένες εταιρείες, θα έπρεπε να κατέχουμε στην εντέλεια τις τεχνολογίες της εξόρυξης και της μεταποίησης που αυτές χρησιμοποιούν. Ομως, δεν συμβαίνει κάτι τέτοιο. Συνεπώς, δεν είναι δυνατόν να υπάρξει πλήρης εθνικοποίηση των φυσικών πόρων εάν δεν έχει προηγηθεί η φάση της εκβιομηχάνισης.
Αν κατορθώσουμε να πυροδοτήσουμε παρόμοια δυναμική, τα δημόσια ταμεία θα γεμίσουν, καθώς στα βιομηχανικά προϊόντα και στα ημικατεργασμένα προϊόντα ενσωματώνεται μεγαλύτερη προστιθέμενη αξία σε σχέση με τις ανεπεξέργαστες πρώτες ύλες που εξάγουμε σήμερα. Εξάλλου, η φάση της εκβιομηχάνισης ευνοεί την τεχνολογική πρόοδο και προσφέρει ένα σύνολο επιστημονικών γνώσεων οι οποίες μπορούν να αποτελέσουν το εφαλτήριο για νέες βιομηχανικές δραστηριότητες που απαιτούν εντατική χρήση τεχνολογίας αλλά και εργατικού δυναμικού.
Δεν είναι εύκολο να ακολουθήσουμε αυτόν τον δρόμο. Κατ' αρχάς, επειδή δεν διαθέτουμε εμπειρία σε αυτόν τον τομέα, γεγονός που μας υποχρεώνει να μαθαίνουμε προχωρώντας βήμα βήμα. Εξάλλου, ο βιομηχανικός εκσυγχρονισμός απαιτεί κολοσσιαίες επενδύσεις -η κατασκευή ενός πετροχημικού εργοστασίου κοστίζει σχεδόν ένα δισ. δολάρια, ένας θερμοηλεκτρικός σταθμός κοστίζει 1-3 δισ. Τέλος, πρόκειται για μια αργή διαδικασία: για να τεθούν σε λειτουργία οι μικρότερες βιομηχανικές εγκαταστάσεις θα χρειαστούν τουλάχιστον τρία χρόνια, για τις μεσαίου μεγέθους πέντε έως έξι χρόνια και για τις μεγάλες τουλάχιστον δέκα.
ΥΠΟΔΟΜΕΣ
Η κυβέρνηση έλαβε την απόφαση να δημιουργήσει βιομηχανία φυσικού αερίου, λιθίου (10), σιδήρου, καθώς και υποδομές για τη συγκράτηση υδάτινων αποθεμάτων. Ορισμένοι διανοούμενοι ερμήνευσαν αυτή τη διαδικασία δημιουργίας δημόσιων επιχειρήσεων ως την ανάδυση ενός κρατικού καπιταλισμού, ο οποίος είναι αντίθετος με την εδραίωση του «κοινοτικού» και του «κομμουνιστικού» οράματος (11). Κατά τη γνώμη μας, ο κρατικός καπιταλισμός της δεκαετίας του 1950 έθεσε τις μεγάλες επιχειρήσεις στην υπηρεσία πελατειακών συμφερόντων: της γραφειοκρατίας, των ενώσεων των εργοδοτών, των μεγάλων γαιοκτημόνων κ.λπ. Αντίθετα, η χρήση του οικονομικού πλεονάσματος που δημιουργείται από την εκβιομηχάνιση που προωθεί στο εξής η Βολιβία, δίνει προτεραιότητα στην αξία χρήσης και όχι στην ανταλλακτική αξία (12).
Η ικανοποίηση των αναγκών έχει προτεραιότητα απέναντι στα κέρδη. Αυτό ισχύει στην περίπτωση των βασικών υπηρεσιών (νερό, ηλεκτρικό ρεύμα κ.λπ.), οι οποίες έχουν αναχθεί σε ανθρώπινο δικαίωμα και, συνεπώς, παρέχονται επειδή θεωρούνται αναγκαίες, και όχι κερδοφόρες. Το ίδιο ισχύει και στην περίπτωση της αγοράς γεωργικών προϊόντων από το κράτος. Στόχος μας είναι η διασφάλιση της διατροφικής ασφάλειας της χώρας αλλά και η δυνατότητα πώλησης τροφίμων σε «δίκαιες» τιμές, οι οποίες καθορίζονται κατά τρόπο ώστε όλοι οι καταναλωτές να έχουν πρόσβαση σε αυτά τα προϊόντα και οι τιμές τους να μην έχουν διακυμάνσεις ανάλογα με την προσφορά και τη ζήτηση.
Η υπεραξία που προκύπτει από την εκβιομηχάνιση προσφέρει επίσης στο κράτος τη δυνατότητα να αμφισβητήσει την καπιταλιστική λογική της ιδιοποίησης του πλούτου από τους ιδιώτες. Ομως αυτή ακριβώς η δημιουργία πλούτου συνεπάγεται την εμφάνιση ενός συνόλου φαινομένων τα οποία αποδεικνύονται ολέθρια για το περιβάλλον, τη γη, τα δάση, τα βουνά. Κι όταν κακοποιείται η φύση, στο τέλος υποφέρουν και τα ανθρώπινα όντα.
Κάθε βιομηχανική δραστηριότητα συνεπάγεται ένα περιβαλλοντικό κόστος. Ωστόσο, ο καπιταλισμός έχει υποτάξει τις δυνάμεις της φύσης κι έχει κάνει κατάχρηση αυτών των δυνάμεων, καθώς τις έχει θέσει στην υπηρεσία του ιδιωτικού κέρδους, χωρίς να λαμβάνει υπόψη το γεγονός ότι έτσι καταστρέφει τον ίδιο τον αναπαραγωγικό πυρήνα της φύσης. Από την πλευρά μας, εμείς οφείλουμε να αποφύγουμε το πεπρωμένο στο οποίο μας οδηγεί αυτή η πορεία.
ΟΙ ΑΓΡΟΤΕΣ
Οι παραγωγικές δυνάμεις του κόσμου της υπαίθρου και η επαγγελματική ηθική των αγροτών μάς ωθούν να αντιμετωπίζουμε τη φύση με τρόπο εντελώς διαφορετικό από εκείνον που επιβάλλει η καπιταλιστική λογική. Μας προτείνουν να δούμε τη φύση ως μέρος ενός ζωντανού οργανισμού, στον οποίο ανήκει επίσης κάθε ανθρώπινο ον, αλλά και ολόκληρη η ανθρώπινη κοινωνία (13). Σύμφωνα με τη συγκεκριμένη οπτική για τη φύση, η χρησιμοποίηση των παραγωγικών δυνατοτήτων της πρέπει να γίνεται μέσα σε ένα πλαίσιο το οποίο θα σέβεται τη φύση ως σύνολο, όπως επίσης και τη δυνατότητα αναπαραγωγής της.
Ο Καρλ Μαρξ πρότεινε τον «εξανθρωπισμό της φύσης και την πρόσδεση του ανθρώπινου όντος στη φύση» (14). Αυτό ακριβώς είναι και το νόημα του προγράμματός μας: να χρησιμοποιήσουμε την επιστήμη, την τεχνολογία και τη βιομηχανία για να παράγουμε πλούτο -πώς αλλιώς θα μπορούσαμε να οικοδομήσουμε τους δρόμους, τα κέντρα υγείας και τα σχολεία που μας λείπουν και να ικανοποιήσουμε τα αιτήματα της κοινωνίας μας;- ενώ ταυτόχρονα θα προστατεύουμε τη θεμελιώδους σημασίας δομή του περιβάλλοντός μας. Τόσο για μας, όσο και για τις μελλοντικές γενιές.
Οι δημιουργικές εντάσεις που ταλανίζουν το εθνικο-λαϊκό μπλοκ που βρίσκεται στην εξουσία στη Βολιβία αποτελούν χαρακτηριστικό των δυναμικών της κοινωνικής αλλαγής: μήπως οι επαναστάσεις δεν είναι μια χαοτική ροή συλλογικών και κοινωνικών πρωτοβουλιών, πολυδιασπασμένα ορμητικά ξεσπάσματα που διασταυρώνονται, αντιπαρατίθενται, προστίθενται και συναρθρώνονται για να διαιρεθούν και πάλι και να ξαναδιασταυρωθούν; Με λίγα λόγια, τίποτε δεν είναι προκαθορισμένο εξαρχής.
Οι υποσημειώσεις που ακολουθούν γράφτηκαν από τη (γαλλική) συντακτική ομάδα.
(1) Οι εκλογές του 2009 ήταν το επιστέγασμα μιας περιόδου πολιτικής αποσταθεροποίησης που αποσκοπούσε στην αποδυνάμωση της θέσης του προέδρου Μοράλες, ο οποίος διεκδικούσε την επανεκλογή του: εξέγερση στις ανατολικές περιοχές της Μέντια Λούνα, δημοψήφισμα για την καθαίρεση του προέδρου, απόπειρα πραξικοπήματος, αντιπαράθεση με την Ουάσιγκτον. Ωστόσο, ο Μοράλες ήταν ο νικητής των εκλογών με 64% (έναντι 53% το 2005).
(2) Το οποίο συγκεντρώνει τα διάφορα ρεύματα που η εκλογή του Μοράλες έφερε στην εξουσία: μαρξιστικό συνδικαλισμό, κίνημα για την αναγνώριση της ινδιάνικης ταυτότητας, αγροτικό κίνημα και επαναστατικό εθνικισμό.
(3) Με την έκφραση «κυβέρνηση των κοινωνικών κινημάτων» υπονοείται ότι, με τη νίκη του Μοράλες στις εκλογές, τα κοινωνικά κινήματα που έκαναν την εμφάνισή τους στις αρχές της δεκαετίας του 2000 έχουν καταλάβει την κυβέρνηση.
(4) Αντίστοιχα: πρόγραμμα πρόσβασης στην εκπαίδευση μέσα από τη χορήγηση «κουπονιών» (voucher), το οποίο δρομολογήθηκε το 2006 * καταβολή σύνταξης σε όλα τα άτομα άνω των 60 ετών, το οποίο άρχισε το 2007 * πρόγραμμα για την εξάλειψη της παιδικής θνησιμότητας που τέθηκε σε εφαρμογή το 2009.
(5) Σχετικά με αυτό το ζήτημα, βλέπε Hernando Calvo Ospina, «Petit precis de destabilisation en Bolivie», «Le Monde diplomatique», Ιούνιος 2010.
(6) Η σημαντικότερη συνδικαλιστική συνομοσπονδία της Βολιβίας, η οποία δημιουργήθηκε κατά τη διάρκεια της επανάστασης του 1952.
(7) Σύμφωνα με την ετήσια στατιστική έκδοση της Οικονομικής Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών για τη Λατινική Αμερική και την Καραϊβική (Cepal), την περίοδο 2004-2007 το ποσοστό φτώχειας του πληθυσμού μειώθηκε από το 63,9% στο 54% (πρόκειται για τα τελευταία διαθέσιμα στατιστικά στοιχεία).
(8) Αυτός ο όρος (sumac kawsay και sumac qama*a αντίστοιχα στις ινδιάνικες γλώσσες κέτσουα και αϊμάρα) έχει περιληφθεί στο βολιβιανό Σύνταγμα του 2009.
(9) Τον Μάιο του 2006, ο πρόεδρος Μοράλες εξήγγειλε την «εθνικοποίηση των υδρογονανθράκων». Ωστόσο, δεν επρόκειτο για πλήρη εθνικοποίηση: υπογραμμίζοντας το γεγονός ότι δεν διέθετε την απαραίτητη τεχνογνωσία που θα του επέτρεπε να λειτουργήσει τις εγκαταστάσεις χωρίς τη βοήθεια ξένων εταίρων, το βολιβιανό κράτος αποκτά τον έλεγχο του 51% όλων των επιχειρήσεων που εκμεταλλεύονται υδρογονάνθρακες στη χώρα. Εξάλλου, επαναδιαπραγματεύεται τα συμβόλαια κατά τρόπο ώστε να λαμβάνει το 82% των εσόδων των επιχειρήσεων (υπό μορφή μερισμάτων, φόρων, τελών, δικαιωμάτων...).
(10) Η Βολιβία διαθέτει τα σημαντικότερα αποθέματα αυτού του μετάλλου, που αποτελεί σημαντικό συστατικό των ηλεκτρικών μπαταριών.
(11) Ο συγγραφέας αναφέρεται σε μια ομάδα διανοουμένων, της οποίας ορισμένα μέλη έδωσαν στη δημοσιότητα, στις 18 Ιουνίου του 2011, ένα μανιφέστο «Για την ανάκτηση του ελέγχου της διαδικασίας της αλλαγής, από τον λαό και για τον λαό».
(12) Η αξία χρήσης αναφέρεται στη συγκεκριμένη χρησιμότητα ενός αγαθού, ενώ η ανταλλακτική αξία παραπέμπει στην αγοραία αξία ενός εμπορεύματος.
(13) (Σημείωση του έλληνα μεταφραστή) Βέβαια, πολύ πρόσφατα (μετά τη δημοσίευση του παρόντος άρθρου στη γαλλική έκδοση), ολόκληρη η Βολιβία συνταράχθηκε από τη σύγκρουση ανάμεσα στους ιθαγενείς της βολιβιανής Αμαζονίας που επιθυμούν να διατηρήσουν ανέπαφα από την πρόοδο τα εδάφη των φυλών τους (έκτασης 12 εκατομμυρίων στρεμμάτων) και στην κυβέρνηση που επιθυμεί να κατασκευάσει αυτοκινητόδρομο, ο οποίος θα είναι το πρώτο βήμα για τον «εποικισμό» της περιοχής από ακτήμονες που αναζητούν κλήρο και θεωρούν ότι οι «ιθαγενείς αδελφοί» τους κατέχουν υπερβολικά μεγάλες εκτάσεις «αναξιοποίηστης» γης. Η καταστολή με την οποία αντιμετωπίστηκαν οι ιθαγενείς προκάλεσε κυβερνητική κρίση. Βλέπε Χριστίνα Πάντζου, «Η μεγάλη πορεία κόντρα στον Μοράλες», «Κ.Ε.», 9-10-11
(14) Καρλ Μαρξ, «Χειρόγραφα του 1844».
* Αντιπρόεδρος του πολυεθνοτικού κράτους της Βολιβίας. Συγγραφέας του «Pour une politique de l'egalite. Communaute et autonomie dans la Bolivie contemporaine», Les Prairies ordinaires, Παρίσι, 2008.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου