Του Μιχάλη Μητσού
29/9/11
Τα Νέα 28.09.2011
Του Μιχάλη Μητσού
Τα Νέα 28.09.2011
Τα Νέα 27.09.2011
Του Μιχάλη Μοδινού
Τα Νέα/The New York Times 27.09.2011
Του Todd G. Buchholz
Τα Νέα 27.09.2011
Τα Νέα 23.09.2011
Του Μιχάλη Μητσού
Τα Νέα 23.09.2011
13/9/11
Τα Νέα 12.09.2011
Η Καθημερινή/The New York Times 22.07.2011
Του Thomas L. Friedman
Η Κατερίνα Σώκου, δημοσιογράφος στην «Καθημερινή», μια ελληνική εφημερίδα, μου διηγήθηκε την εξής ιστορία: Μέλη του βαυαρικού Κοινοβουλίου ήλθαν στην Αθήνα λίγο καιρό μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και συναντήθηκαν με Ελληνες πολιτικούς, πανεπιστημιακούς, δημοσιογράφους και δικηγόρους σε μια ταβέρνα, για να εξετάσουν την ελληνική οικονομία. H εντύπωση που σχημάτισε ήταν πως οι Γερμανοί προσπαθούσαν να καταλάβουν αν έπρεπε να δανείσουν χρήματα στην Ελλάδα. Ηταν σαν μια χώρα να αξιολογούσε μια άλλη για δάνειο. «Δεν βρίσκονταν εδώ σαν τουρίστες, τους δίναμε πληροφορίες για το πόσες ώρες δουλεύουμε», θυμήθηκε η κ. Σώκου. «Ηταν πραγματικά σαν να έπρεπε να τους πείσουμε για τις αξίες μας».
Η παρατήρηση της δημοσιογράφου μού θύμισε το σχόλιο που έκανε ο Ντοβ Σίντμαν, συγγραφέας του βιβλίου «How» και διευθύνων σύμβουλος της LRN, η οποία βοηθά τις εταιρείες να δημιουργήσουν ηθική επιχειρηματική κουλτούρα. Η παγκοσμιοποίηση ανθρώπων και αγορών κλιμακώθηκε σε νέο βαθμό την τελευταία πενταετία, με την ανάκυψη της κοινωνικής δικτύωσης, του Skype, των παραγώγων, της γρήγορης ασύρματης συνδεσιμότητας, των φθηνών smartphones και του υπολογιστικού περιβάλλοντος «σύννεφου». Σύμφωνα με τον κ. Σίντμαν, «όταν ο κόσμος είναι τόσο στενά συνδεδεμένος, των πάντων οι αξίες και η συμπεριφορά έχουν μεγαλύτερη σημασία από ποτέ, γιατί επηρεάζουν πολύ περισσότερους ανθρώπους από ποτέ... Από συνδεδεμένοι γίναμε διασυνδεδεμένοι και ηθικά αλληλένδετοι».
Καθώς γίνεται όλο και πιο δύσκολο να προφυλαχθείς από την ανεύθυνη συμπεριφορά του άλλου, πρόσθεσε ο κ. Σίντμαν, τόσο εκείνος όσο κι εσύ καλά θα κάνετε να συμπεριφέρεστε πιο υπεύθυνα, αλλιώς θα υποστείτε αμφότεροι τις συνέπειες, είτε έχετε κάνει κάτι κακό είτε όχι. Αυτό ισχύει διπλά όταν δύο διαφορετικές χώρες μοιράζονται το ίδιο νόμισμα αλλά όχι την ίδια κυβέρνηση. Εξ ου και η ιστορία αυτή δεν αφορά μόνο επιτόκια. Αφορά αξίες. Οι Γερμανοί λένε τώρα στους Ελληνες: «Θα σας δανείσουμε περισσότερα χρήματα, αρκεί να συμπεριφερθείτε σαν Γερμανοί στον τρόπο που αποταμιεύετε, στις ώρες που εργάζεστε την εβδομάδα, στις διακοπές που δικαιούστε και στη συνέπεια με την οποία πληρώνετε τους φόρους σας».
Αλίμονο, ωστόσο, αυτές οι χώρες είναι τόσο διαφορετικές πολιτισμικά. Σου θυμίζουν ζευγάρια, για τα οποία αναρωτιέσαι μετά το διαζύγιο: «Πώς μπόρεσαν και σκέφτηκαν αυτοί οι δύο ότι μπορούσαν να παντρευτούν;». Η Γερμανία είναι η επιτομή μιας χώρας που πλούτισε παράγοντας πράγματα. Η Ελλάδα, αλίμονο, αφότου έγινε μέλος της Ευρωπαϊκής Ενωσης, το 1981, στην πραγματικότητα έγινε άλλη μια χώρα της πλούσιας σε πετρέλαιο Μέσης Ανατολής. Μόνο που, αντί για πετρελαιοπηγές, είχε τις Βρυξέλλες, οι οποίες της διοχέτευαν σταθερά επιδοτήσεις, οικονομική βοήθεια και ευρώ με χαμηλά επιτόκια. Οι φυσικοί πόροι δημιουργούν διαφθορά, καθώς οι διάφορες ομάδες ανταγωνίζονται ποιος θα ελέγξει την κάνουλα. Αυτό ακριβώς συνέβη στην Ελλάδα, όταν απέκτησε πρόσβαση στα τεράστια ευρωδάνεια και στις επιδοτήσεις. Η φυσική επιχειρηματικότητα των Ελλήνων διοχετεύθηκε στη λάθος κατεύθυνση – σε έναν ανταγωνισμό για κρατικά κεφάλαια και συμβάσεις. Σαφώς και δεν σπαταλήθηκαν όλα. Η Ελλάδα έζησε μια πραγματική έκρηξη εκσυγχρονισμού τη δεκαετία του ’90. Ομως, μετά το 2002 ανέβασε τα πόδια στο τραπέζι, και πολύ μεγάλο μέρος του «ευρωπετρελαίου» από την Ε.Ε. κατέληξε να χρηματοδοτεί ένα διεφθαρμένο, πατριαρχικό σύστημα, όπου οι πολιτικοί μοίραζαν κρατικές θέσεις εργασίας και έργα με αντάλλαγμα ψήφους. Αυτό ενίσχυσε περαιτέρω ένα τεράστιο κράτος πρόνοιας, όπου νέοι άνθρωποι ονειρεύονταν μια χαλαρή θέση στο Δημόσιο και οι πάντες, από τους οδηγούς ταξί και φορτηγών ώς τους φαρμακοποιούς και τους δικηγόρους, μπορούσαν να εγείρουν εμπόδια στην είσοδο στο επάγγελμα, τα οποία διόγκωναν τεχνηέντως τις τιμές.
Η ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ενωση «ήταν μεγάλη ευκαιρία για ανάπτυξη και τη χαραμίσαμε», εξηγεί ο Δημήτρης Μπουραντάς, καθηγητής Μάνατζμεντ στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. «Επίσης, δεν εκμεταλλευθήκαμε τις αγορές των πρώην σοσιαλιστικών χωρών γύρω από την Ελλάδα. Και επίσης δεν εκμεταλλευθήκαμε την ανάπτυξη της παγκόσμιας οικονομίας. Τα χάσαμε όλα, γιατί το πολιτικό σύστημα εστίαζε στην αύξηση της Δημόσιας Διοίκησης, όχι στην επιχειρηματικότητα, τον ανταγωνισμό, τη βιομηχανική στρατηγική και τα ανταγωνιστικά πλεονεκτήματα. Δημιουργήσαμε ένα κράτος με μεγάλες αναποτελεσματικότητες, διαφθορά και πολύ μεγάλη γραφειοκρατία. Ημασταν η τελευταία σοβιετική χώρα στην Ευρώπη».
Γι’ αυτό και οι Ελληνες –εξηγεί– όταν μεταναστεύουν στις ΗΠΑ «ξεδιπλώνουν τις δεξιότητες και την επιχειρηματικότητά τους», με τρόπο που τους δίνει τη δυνατότητα να διαπρέψουν στο εμπόδιο. Εδώ στην Ελλάδα, όμως, το σύστημα ενθαρρύνει ακριβώς το αντίθετο. Οι επενδυτές εδώ παραδέχονται ότι η γραφειοκρατία κατά την έναρξη μιας επιχείρησης είναι συντριπτική. Είναι τρελό: η Ελλάδα είναι η μόνη χώρα στον κόσμο όπου οι Ελληνες δεν συμπεριφέρονται σαν Ελληνες. Το κράτος πρόνοιας, χρηματοδοτούμενο από το ευρωπετρέλαιο, τους αφαίρεσε αυτή την ιδιότητα.
Με την παρακμή της Βηρυτού και του Ντουμπάι, η Αθήνα όφειλε να γίνει το κέντρο εξυπηρέτησης της ανατολικής Μεσογείου. Αντιθέτως, Κύπρος και Κωνσταντινούπολη άδραξαν αυτό τον ρόλο. Η Ελλάδα δεν πρέπει να χαραμίσει αυτή την κρίση. Ενώ θέσπισε κάποιες μεταρρυθμίσεις πέρυσι, ο πρωθυπουργός, Γιώργος Παπανδρέου, μου είπε: «Το πιο απογοητευτικό είναι η αντίσταση του συστήματος. Πώς πετυχαίνεις αλλαγή νοοτροπίας;».
Θα χρειαστεί πολιτιστική επανάσταση. Κι αυτό μπορεί να συμβεί μόνο αν τα δύο μεγάλα κόμματα της Ελλάδας ενώσουν τις δυνάμεις τους, πιαστούν χέρι χέρι και μαζί προωθήσουν ριζοσπαστική αλλαγή στην κυρίαρχη νοοτροπία, ξεκινώντας από ψηλά. Χωρίς αυτό, η Ελλάδα δεν θα μπορέσει ποτέ να ξεπληρώσει τα δάνειά της.
8/9/11
Τα Νέα 07.09.2011
7/9/11
Το Βήμα 04.09.2011
Του Δημήτρη Α. Σωτηρόπουλου
Υπάρχουν δύο τρόποι για να πάψει να υφίσταται η μεσαία τάξη. Ο πρώτος είναι τα φτωχότερα κοινωνικά στρώματα να αποκτήσουν τα χαρακτηριστικά της μεσαίας τάξης (π.χ., επαρκή εισοδήματα και σχετικά υψηλή μόρφωση, αυτόνομη μικρομεσαία επιχειρηματική δραστηριότητα, μετοχές σε εταιρείες), έτσι ώστε, με εξαίρεση μια τάξη πλουσίων, όλη σχεδόν η κοινωνία να καταλήξει να ανήκει στη μεσαία τάξη. Αυτό το νεοφιλελεύθερο κοινωνικό όραμα, που υποκρυπτόταν στο ιδεολόγημα του «λαϊκού καπιταλισμού», δεν επαληθεύθηκε. Παγκοσμίως, στο εσωτερικό των περισσότερων κοινωνιών οι οικονομικές ανισότητες έχουν οξυνθεί και τα φτωχότερα στρώματα αντιμετωπίζουν την «παγίδα της φτώχειας», δηλαδή την προοπτική να ζήσουν φτωχικά εφ΄ όρου ζωής, παρά να απολαύσουν κάποια ανοδική κοινωνική κινητικότητα.
Ο δεύτερος τρόπος είναι η μεσαία τάξη να φτωχύνει τόσο πολύ, ώστε να ενωθεί με την εργατική τάξη. Σύμφωνα με τον κλασικό μαρξισμό του 19ου αιώνα, οι μικροί και μεσαίοι επιχειρηματίες θα υφίσταντο τον «θάνατο του εμποράκου» που στα μέσα του 20ού αιώνα ο Α. Μίλερ περιέγραψε στο ομώνυμο θεατρικό έργο του. Στον ύστερο καπιταλισμό, ακόμη και οι ειδικευμένοι εργάτες, οι οποίοι απολάμβαναν υψηλότερα εισοδήματα από εκείνα των υπόλοιπων εργατών, εν τέλει θα «προλεταριοποιούνταν» (Χ. Μπράβερμαν). Ωστόσο το τέλος της μεσαίας τάξης δεν συνέβη πουθενά. Μάλιστα, σε αναπτυγμένες καπιταλιστικές οικονομίες, όπως αυτές της Νότιας Ευρώπης, τα παραδοσιακά μεσαία στρώματα αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ανθεκτικά. Στην Ελλάδα ο όγκος της μεσαίας τάξης είναι τόσο μεγάλος, ώστε να μην έχουμε κοινωνική πυραμίδα, αλλά μάλλον μια αχλαδόσχημη κοινωνική στρωμάτωση (Ν. Μουζέλης).
Η μαρξιστική ανάλυση θεωρεί ότι, ιδίως σε περίοδο κρίσης, ίδια τύχη περιμένει και τα νέα μεσαία στρώματα. Πρόκειται για μεσαία τάξη διαφορετική από την παλιά, η οποία περιλαμβάνει τεχνοκράτες, στελέχη επιχειρήσεων και κρατικούς υπαλλήλους. Ο Ζ. Ελούλ είχε σημειώσει την ανάδειξη αυτής της νέας τάξης ήδη τη δεκαετία του 1960. Ούτε αυτή η μεσαία τάξη προλεταριοποιήθηκε. Αντιθέτως, σε χώρες όπως η Ελλάδα η τάξη αυτή ουσιαστικά δημιουργήθηκε μετά τον εμφύλιο πόλεμο από το ίδιο το κράτος, το οποίο επιδίωκε να δημιουργήσει συντηρητικά κοινωνικά ερείσματα (Κ. Τσουκαλάς, Κ. Βεργόπουλος).
Αντίθετα με τον διάχυτο πολιτικό λόγο για εξαθλίωση του πληθυσμού λόγω της τρέχουσας κρίσης, δεν έχουμε επαρκή εμπειρικά στοιχεία ούτε για τη μεσαία ούτε για τις υπόλοιπες κοινωνικές τάξεις. Οσοι ήδη «γνωρίζουν» τις επιπτώσεις της κρίσης στην Ελλάδα, δεν γνωρίζουν τίποτε. Για το διάστημα 2008-2011 μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε. Η οικονομική κρίση μπορεί να έχει επιδεινώσει την κατάσταση της μεσαίας τάξης στην Ελλάδα για δύο λόγους: δηλαδή λόγω της ύφεσης που πλήττει κυρίως τους μικρομεσαίους επιχειρηματίες και λόγω της εξασθένησης των υπόλοιπων κοινωνικών μεταβιβάσεων (πλην των συντάξεων), η οποία οφείλεται τόσο στις συγκριτικά μεγάλες δαπάνες για συντάξεις όσο και στα μέτρα λιτότητας (Χ. Παπαθεοδώρου). Επιπλέον, ίσως έχει ενταθεί το παλαιότερο εισοδηματικό χάσμα στο εσωτερικό της μεσαίας τάξης ανάμεσα σε «επιτυχημένα» μέλη αυτής της τάξης και σε άλλα, νεοεισερχόμενα στο επάγγελμα, που ακροβατούν στο χείλος της φτώχειας (Π. Τσακλόγλου, Θ. Μητράκος). Οι πολύ χαμηλά αμειβόμενοι ή άνεργοι γιατροί, μηχανικοί και δικηγόροι μάλλον δεν ανήκουν πια στη μεσαία τάξη. Τέλος, οι πρώτες εκτιμήσεις για τις επιπτώσεις της τρέχουσας κρίσης δείχνουν ότι στην Ελλάδα για πρώτη φορά η ανεργία δεν πλήττει κυρίως νέους και γυναίκες. Πλήττει και μεσήλικους «αρχηγούς νοικοκυριών», δηλαδή άνδρες και γυναίκες, στον μισθό των οποίων στηρίζονταν τα υπόλοιπα μέλη της οικογένειας (Μ. Ματσαγγάνης). Το συμπέρασμα είναι ότι το τέλος της μεσαίας τάξης έχει εξαγγελθεί πολλές φορές, χωρίς ποτέ να πραγματοποιηθεί- τουλάχιστον με τον τρόπο και την ένταση που προβλεπόταν. Αν και η μεσαία τάξη είναι εφτάψυχη, αυτή τη φορά ίσως κινδυνεύει περισσότερο από άλλες φορές.
Το Βήμα 04.09.2011
Της Βασιλικής Γεωργιάδου
Τα τελευταία χρόνια οι συζητήσεις για τη μεσαία τάξη, το παρόν και το μέλλον της, βρίσκονται στην επικαιρότητα. «Αφανισμός», «εξολόθρευση», «συρρίκνωση» είναι μερικές συνηθισμένες λέξεις, με τις οποίες περιγράφεται η κατάσταση των μεσοστρωμάτων του αναπτυγμένου κόσμου σήμερα. Είναι αυτά πάνω στα οποία οικοδομήθηκε η μεταπολεμική συναίνεση· πρόκειται για τουςεπί δεκαετίες- σταθερούς εκλογείς της Κεντροαριστεράς και της Κεντροδεξιάς, τη ραχοκοκαλιά των αφοσιωμένων μελών των κυβερνητικών κομμάτων.
Επιπλέον, στα μεσαία στρώματα δοκιμάστηκε το μοντέλο κοινωνικοοικονομικής ανάπτυξης της μαζικής παραγωγής και κατανάλωσης. Ηταν η αποτελεσματική λειτουργία του τη «χρυσή εποχή» του βιομηχανισμού και της μετάβασής του στην εποχή του μεταβιομηχανισμού που κατέληξε στη δημιουργία μιας «εξισωμένης κοινωνίας» (για να θυμηθούμε έναν όρο του Χέλμουτ Σέλσκι), «συμπιεσμένης» προς τα κάτω (όπως εξηγεί ο Πολ Κρούγκμαν αναφερόμενος στην αμερικανική κοινωνία και τα αποτελέσματα του Νew Deal), που έτεινε να λάβει τη μορφή κρεμμυδιού (Ραλφ Ντάρεντορφ): λίγοι να έχουν πάρα πολλά, αλλά και πολύ λίγα.
Η μεσαία τάξη είναι δύσκολο να οριστεί. Συνήθως οι μετρήσεις για το εύρος της στηρίζονται σε ποσοτικά κριτήρια: σε αυτήν ανήκουν εκείνοι, το ετήσιο καθαρό εισόδημα των οποίων κυμαίνεται μεταξύ 70% και 150% του εισοδηματικού μέσου (έτσι ο υπολογισμός του Ινστιτούτου DΙW). Οσο πιο «συμπιεσμένη» και «εξισωμένη» είναι μια κοινωνία τόσο μεγαλύτερος ο όγκος των μεσοστρωμάτων που έχουν εισοδήματα κοντά στον μέσο όρο, κερδίζουν δηλαδή από 90% ως 110% του εισοδηματικού μέσου. Ο καθορισμός ποσοτικού κριτηρίου για την αναγνώριση της μεσαίας τάξης είναι αναγκαίος, αλλά όχι επαρκής δείκτης. Κοινωνικοί δείκτες που αφορούν τη δομή της απασχόλησης, το είδος της εκπαίδευσης, τις καταναλωτικές συνήθειες, εντέλει τη δυνατότητα συμμετοχής στον ισχύοντα τρόπο ζωής (lifestyle) και την ύπαρξη θετικών προσδοκιών και αισθήματος βεβαιότητας για το μέλλον αποτελούν τα εργαλεία για την ανάδειξη του προφίλ των μεσαίων στρωμάτων.
Δεν είναι μόνο ότι η δυτική μεσαία τάξη βιώνει σήμερα μισθολογική στασιμότητα ή και συρρίκνωση: σε χώρες όπως οι ΗΠΑ και το Ηνωμένο Βασίλειο τα εισοδήματα έχουν υποχωρήσει σε δεδομένα πίσω από εκείνα που ίσχυαν στα τέλη της δεκαετίας του 1970, ενώ στη Γερμανία ο κίνδυνος εκπτώχευσης των χαμηλών μεσαίων στρωμάτων την τελευταία δεκαετία απειλεί περισσότερους από ό,τι στο διάστημα 1996-2000. Αυτό που κυρίως συμβαίνει είναι ότι η «εξισωμένη κοινωνία» στον δυτικό κόσμο υποχωρεί. Σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ, οι ανισότητες αυξάνονται σε 17 από συνολικά 22 αναπτυγμένες χώρες, ενώ οι σκληροί κοινωνικοί δείκτες της μεσοστρωματοποίησης έχουν χαλαρώσει αισθητά: ούτε η καλή εκπαίδευση ούτε και η απασχόληση δίνουν σίγουρο διαβατήριο για την ένταξη στη μεσαία τάξη. Αν κάτι χαρακτήριζε τις δυτικές κοινωνίες ήταν αυτό που αποκλήθηκε «πνεύμα απογείωσης» ( Ζeit Οnline, 16.02.2007). Οι προσδοκίες των μεσαίων τάξεων ήταν ικανοποιήσιμες, έστω διαχειρίσιμες, με βάση τις δυνατότητες του κοινωνικο-οικονομικού συστήματος. Σήμερα πλέον τη θέση των μη διαψεύσιμων προσδοκιών έχει υποκαταστήσει ο δυνητικός κίνδυνος της κοινωνικής καθόδου των μεσαίων στρωμάτων.
Αν εξετάσουμε το όλο ζήτημα από μια τέτοια σκοπιά, εκείνη του παγκοσμιοποιημένου κόσμου, οι προβλέψεις για συρρίκνωση της δυτικής μεσαίας τάξης συνοδεύονται από άλλες που κάνουν λόγο για ραγδαία διεύρυνση των μεσαίων τάξεων στις αναδυόμενες οικονομίες της Ασίας (ήδη 1,9 δισ. του πληθυσμού της θεωρούνται κομμάτι της μεσαίας τάξης, γράφει ο Γκόρντον Μπράουν) και της Κεντρικής και Λατινικής Αμερικής (στη Βραζιλία 21 εκατ. άνθρωποι έπαψαν να είναι φτωχοί μεταξύ 2003 και 2008, σύμφωνα με στοιχεία του Ινστιτούτου FGV). Πρόκειται για νέα στρώματα στον πρώην Τρίτο Κόσμο, τα οποία διεκδικούν δικαιώματα και καταναλωτικές συνήθειες που έχουν (ακόμη) οι μεσαίες τάξεις στην Ευρώπη. Υιοθετώντας μια λιγότερο δυτικοκεντρική ματιά, μήπως αντί για «συρρίκνωση» των μεσαίων τάξεων είναι ορθότερο να μιλούμε για μετατόπισή τους μέσα στην παγκόσμια σκηνή;
Το Βήμα 04.09.2011
Του Αρίστου Δοξιάδη
Στην Ινδία και στην Κίνα, πολλές δεκάδες εκατομμύρια πολίτες έχουν μπεί στη μεσαία τάξη τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια. Εχουν δουλειές γραφείου, πανεπιστημιακή μόρφωση, εισοδήματα που φτάνουν για να αγοράσουν αυτοκίνητα και διαμερίσματα. Στον αραβικό κόσμο η αραβική άνοιξη είναι, για πολλούς, μια επανάσταση της μεσαίας τάξης. Τα πλήθη στο Ταχρίρ δεν ήταν εκεί γιατί πεινούσαν, αλλά γιατί ζητούσαν τις ατομικές ελευθερίες και το κράτος κανόνων που αρμόζει σε πολίτες ενημερωμένους και μορφωμένους. Στην κλίμακα του πλανήτη, δεν εξαφανίζεται η μεσαία τάξη.
Στις ανεπτυγμένες χώρες όμως, πιέζεται και κινδυνεύει. Ούτε το φαινόμενο είναι απλό, ούτε οι αιτίες του. Μια απλοϊκή ερμηνεία το αποδίδει στη συγκέντρωση του πλούτου στην κορυφή της πυραμίδας, που προέρχεται από την κυριαρχία του χρηματιστικού κεφαλαίου. Αλλά η συγκέντρωση του χρήματος δεν είναι επαρκής αιτία για να εξαφανιστούν οι θέσεις εργασίας ή για να μην φτάνει το μέσο εισόδημα για να αγοράσεις αυτοκίνητο.
Πιο κοντά στην πραγματικότητα είναι η ανάλυση που λέει οτι οι μεσαίες δουλειές στη δύση χάνονται εξαιτίας τεχνολογικών αλλαγών, ή/και επειδή μετακομίζουν στις αναδυόμενες οικονομίες. Πολλά μεσοαστικά επαγγέλματα εκτοπίζονται γιατί η παραγωγικότητα τους μένει στάσιμη ενώ σε άλλες δραστηριότητες προχωρά με άλματα. Ενα ακραίο παράδειγμα είναι η μουσική: μια συμφωνική ορχήστρα χρειάζεται σήμερα ακριβώς τις ίδιες ανθρωποώρες για να παίξει ζωντανά την Ερόικα όπως και στην εποχή του Μπετόβεν, ενώ αντίθετα η αναπαραγωγή της κάθε μιας ερμηνείας έχει γίνει όλο και πιο φθηνή. Συνεπώς, η ζήτηση για μουσική μετατοπίζεται από τη ζωντανή, όπου θα απασχολούσε πολλούς μουσικούς, στην ψηφιακή, όπου κάθε ακρόαση ενσωματώνει ελάχιστο από τον χρόνο της ορχήστρας. Πολλές δουλειές εκτοπίζονται για παρόμοιους λόγους, ιδιαίτερα στο δημόσιο: η δημοσιονομική κρίση σε μεγάλο βαθμό οφείλεται στη στάσιμη παραγωγικότητα των δημόσιων υπηρεσιών σε σύγκριση με την αυξανόμενη στον ιδιωτικό τομέα.Οπως αλλάζει η σύνθεση της παραγωγής στη βιομηχανία (πόσα βυρσοδεψεία έχουν μείνει στην εποχή των συνθετικών υφασμάτων;) έτσι αλλάζει και η σύνθεση των επαγγελμάτων της μεσαίας τάξης. Αν προσπαθήσει το κράτος να κρατήσει ζωντανά και σε μεγάλους αριθμούς τα επαγγέλματα που τείνουν να χαθούν γιατί ο κόσμος στρέφεται σε νέες λύσεις, είναι σα να προσπαθεί στην εποχή του mp3 να επιβάλει ζωντανή ορχήστρα σε κάθε πάρτυ. Θα ψάχνει τρόπους να επιχορηγήσει τους μουσικούς και να φορολογήσει τα ipod μέχρι που τα κονδύλια για τη ζωντανή μουσική θα εκτοπίσουν κάθε άλλη δαπάνη, και το σύστημα θα καταρρεύσει.
Η δική μας κρίση οφείλεται σε μεγάλο βαθμό σε τέτοιες αγκυλώσεις. Η μεσαία τάξη αναπτύχθηκε κυρίως σε επαγγέλματα προστατευμένα και ενισχυμένα με μύριους τρόπους, στο δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα. Λίγοι έλληνες μεσοαστοί έχουν εισόδημα από παραγωγική εργασία που ζητιέται σε μια ανοιχτή αγορά.
Η οικονομία δεν αντέχει πια να στηρίξει αυτή τη μεσαία τάξη. Χρειάζεται όμως στελέχη και επαγγελματίες σε νέες δραστηριότητες, εξωστρεφείς και με αυξανόμενη παραγωγικότητα. Πολλοί μεσοαστοί θα πρέπει να βρουν το δρόμο προς τα εκεί, και άλλοι, οι νέοι, να ξεκινήσουν σωστά.Υπάρχει μια μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο μεσοαστό και στον εργάτη όταν αλλάζουν κλάδο δραστηριότητας. Η δουλειά του εργάτη είναι λιγότερο ειδική, γι αυτό και πιο κινητική (αλλά και πιο κοντα στη φτώχεια). Ο χειριστής του κλαρκ μπορεί εύκολα να μεταπηδήσει από μια αποθήκη εισαγωγέα ηλεκτρικών συσκευών σε μια αποθήκη εξαγωγέα τροφίμων. Ο ιατρός δεν μπορεί το ίδιο εύκολα να αλλάξει επάγγελμα, γιατί η αξία του βρίσκεται εν πολλοίς στην εξειδίκευση. Οι μετατοπίσεις των επαγγελματιών συχνά βιώνονται υπαρξιακά.
Σε μια οικονομία χωρίς μεγάλους εργοδότες στους παραγωγικούς κλάδους, δεν θα υπάρχουν πολλές έτοιμες θέσεις για στελέχη επιχειρήσεων με καλούς μισθούς. Οι νέες δραστηριότητες σε εμάς θα πρέπει να βρεθούν και να εφευρεθούν από τους ίδιους τους μεσοαστούς. Αυτό σημαίνει πολλή ανασφάλεια, πολλή ευρηματικότητα, πολλές αποτυχίες.Δυστυχώς, το παλιό ελληνικό κράτος κάνει ότι μπορεί για να δυσκολέψει την αναζήτηση νέων εργασιών για τη μεσαία τάξη. Με τις εκατοντάδες χιλιάδες σελίδες νόμων και εγκυκλίων, κάθε νέος τύπος δουλειάς κάπου σκοντάφτει και απαγορεύεται. Με τα κατακερματισμένα ασφαλιστικά ταμεία, κάθε παλιό επάγγελμα οχυρώνεται στο δήθεν υγιές ταμείο του, που όμως είναι έτοιμο να καταρρεύσει μόλις συρρικνωθεί ο αριθμός των νέων που μπαίνει σε αυτό, όπως πρέπει να συμβεί καθώς αλλάζει η δομή της οικονομίας -- ενώ ένα ενιαίο σύστημα συντάξεων θα επέτρεπε τις μετατοπίσεις με κάποιο μίνιμουμ ασφάλειας.
Αυτή είναι η ουσία γύρω από τις περίφημες διαρθρωτικές αλλαγές που μας ζητάν οι ευρωπαίοι εταίροι. Στις χώρες τους η μεσαία τάξη έχει και πιο καλή κοινωνική προστασία και πιο παραγωγική δραστηριότητα. Εμείς αντιστεκόμαστε. Ελπίζουμε ότι τα παιδιά μας θα συνεχίσουν το ίδιο βιολί που έπαιζαν οι γονείς μας, στην ορχήστρα του κοσμικού κέντρου "Μπελ Επόκ".
Το Βήμα 04.09.2011
Της Αντιγόνης Λυμπεράκη
Ο οριστικός θάνατος της μεσαίας τάξης έχει προαναγγελθεί πολλές φορές, και πάντα με ιδιαίτερη πεποίθηση... Και κάθε φορά ήταν η τελευταία. Οι δυνάμεις της ιστορίας είχαν αποφανθεί: πιέζοντας το παραγωγικό σύστημα προς δύο αντίθετες κατευθύνσεις (συγκέντρωση- συγκεντροποίηση του κεφαλαίου από τη μια πλευρά και «προλεταριοποίηση» από την άλλη) υποτίθεται ότι κατέτρωγαν όλα τα στρώματα που είχαν την κακή τύχη να βρίσκονται στις ενδιάμεσες θέσεις του φάσματος...
Η ιστορία αυτή διατηρεί μια πειστικότητα δυσανάλογη με τον αριθμό των διαψεύσεών της μέσα στα χρόνια. Τη χρονιά της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ ξεκινούσα μεταπτυχιακά στα Οικονομικά: ήμουν μια εξαγωγή της ΚΝΕ σε γνωστό αριστερό πανεπιστήμιο της Βρετανίας με αδιαμφισβήτητη αυθεντία στον μαρξισμό... Οπως και πολλοί άλλοι έλληνες οικονομολόγοι, είχα και εγώ πειστεί απολύτως ότι επίκειται το Βατερλό των μικρομεσαίων επιχειρήσεων... Τέτοια ήταν η διάχυτη βεβαιότητα, που αποφάσισα να καταγράψω το χρονικό αυτού του προαναγγελθέντος θανάτου στη διδακτορική μου διατριβή (η οποία ξεκίνησε με πολλές βεβαιότητες που βασίζονταν στους νόμους κίνησης της Ιστορίας). Θυμάμαι ακόμη τις αυτάρεσκες και σοβαροφανείς διατυπώσεις της ερευνητικής μου πρότασης: «... σκοπός μου ήταν να καταγράψω με λεπτομέρειες την κατάρρευση των μικρομεσαίων επιχειρήσεων στην Ελλάδα ως αποτέλεσμα της ένταξης της χώρας στην ΕΟΚ». Θυμάμαι έναν έμπειρο και χαμογελαστό καθηγητή στο σχετικό σεμινάριο της εκκίνησης της διατριβής να με ρωτάει πώς ήμουν τόσο σίγουρη ότι θα τεκμηριώσω την κατάρρευση στα χρόνια που έρχονταν, και τη συμβουλή του μήπως να υιοθετήσω κάπως ευρύτερες διατυπώσεις... (όπως, «θα μελετήσω τους τρόπους με τους οποίους οι μικρές επιχειρήσεις ανταποκρίνονται στην ένταση του ανταγωνισμού που φέρνει το άνοιγμα της οικονομίας»...). Οχι, ήμουν αμετάπειστη. Αφού ήξερα τη διαδρομή της Ιστορίας, γιατί να το κρύψω με ψευτοσεμνότητα; Το τι έγινε στη συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστό σε όλους και σε όλες. Αντί να καταρρεύσουν οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, τα προβλήματα εστιάστηκαν κυρίως στις μεγάλες ελληνικές επιχειρήσεις, ενώ οι μικρότερες όχι απλώς άντεξαν, αλλά σε αρκετές περιπτώσεις ισχυροποίησαν το μερίδιο και τη θέση τους. Πολλές μεγάλες επιχειρήσεις έκλεισαν στα αμέσως επόμενα χρόνια και πολλές άλλες πέρασαν στην εντατική του ΟΑΕ ή μετατράπηκαν σε ΔΕΚΟ ή (ξανά)σώθηκαν χάρη σε γενναιόδωρη τραπεζική (ανα)χρηματοδότηση...
Το γιατί έγινε αυτό που έγινε (και κυρίως, γιατί δεν έγινε αυτό που «έπρεπε» να γίνει) είναι λιγότερο συζητημένο. Αυτό που διέθεταν κατά κανόνα οι μικρότερες επιχειρήσεις και δεν διέθεταν οι μεγαλύτερες ήταν ευελιξία και προσαρμοστικότητα. Ηταν η ικανότητα να αξιοποιούν κάθε διαθέσιμο πόρο, να ανταποκρίνονται στις διακυμάνσεις του ανταγωνισμού (άλλοτε βελτιώνοντας και άλλοτε φθηναίνοντας το προϊόν τους), να παρακολουθούν τις κινήσεις των ανταγωνιστών τους, να δοκιμάζουν αλλαγές σε μικρές ή σε μεγαλύτερες δόσεις. Είναι αλήθεια ότι ενώ έπαιζαν στο έργο της δημιουργικής προσαρμογής, εκστόμιζαν με στόμφο τα λόγια από άλλα έργα, μαζικής καταστροφής... «Λουκέτο», «ήττα και αφανισμός», καρυδότσουφλο στα κύματα της ανεξέλεγκτης αγοράς... Δεν γνωρίζω αν με αυτή τη δισυπόστατη επιλογή κατάφεραν να ξεγελάσουν και άλλους εκτός από τους νεαρούς και φρέσκους οικονομολόγους της εποχής... Πάντως η ουσία είναι ότι μιλούσαν για την καταστροφή και διαχειρίζονταν με σχετική επιτυχία τις αναγκαίες αλλαγές επειδή ήταν ευέλικτοι και προσαρμοστικοί. Δεν περίμεναν να τους ρίξει κάποιος άλλος (όπως το κράτος, για παράδειγμα) σωσίβιο. Κολύμπησαν με τις δικές τους δυνάμεις (κατά κανόνα).
Σήμερα ζούμε την αναβίωση αυτής της εσχατολογίας: «Λύκοςλύκος», το τέλος της μεσαίας τάξης, ο μπαμπούλας της αγοράς και οι συνωμοσίες της τρόικας και όσων μας επιβουλεύονται επειδή μας ζηλεύουν... Εχοντας κατ΄ επανάληψη διαπιστώσει τη διάψευση των ίδιων και των ίδιων προβλέψεων καταστροφής, θα περίμενε κανείς πως θα είμαστε λίγο πιο συγκρατημένοι στις προβλέψεις μας... Ηρθε το τέλος της μεσαίας τάξης; Οπως τόσες φορές στο παρελθόν (και όπως πάντα), η απάντηση είναι «και ναι και όχι». Η κανονικότητα αποτελείται από επιτυχίες και αποτυχίες, κάποιοι δυναμώνουν και κάποιοι άλλοι χάνουν μερίδια. Κάποιες δραστηριότητες επιβραβεύονται και κάποιες άλλες τιμωρούνται. Κάποιες ομάδες μαθαίνουν κολύμπι και την παλεύουν, κάποιοι άλλοι αφήνονται με τη χάρη του μοιραίου... Το κομμάτι εκείνο της μεσαίας τάξης που στηρίζεται στην κρατική προστασία και ενίσχυση μάλλον θα περιοριστεί (μακάρι, για το καλό όλων των υπολοίπων). Το κομμάτι εκείνο που δεν φοβάται να προσαρμοστεί και δεν ντρέπεται να μάθει νέα πράγματα θα επιβραβευθεί και θα ενισχυθεί. Οπως πάντα δηλαδή. Μόνο που θα ήταν κρίμα να ξαναπαίξουμε απαράλλακτους ρόλους στο ίδιο έργο κάνοντας πως δεν θυμόμαστε την πλοκή. Είναι άχαρο να πανικοβληθούμε ξανά για έναν πολλάκις προαναγγελθέντα και ουδέποτε διαπιστωθέντα θάνατο. Είναι κακόγουστο, είναι ανιστόρητο, είναι βλακώδες. Επιπλέον να αποσπά την προσοχή από τα σημαντικότερα θέματα της πραγματικότητας...
Τα Νέα 06.09.2011
Του Μιχάλη Μητσού
Ελευθεροτυπία/Le Monde diplomatique 04.09.2011
Του Maurice Lemoine
Λαμπρός οικονομολόγος» (η έκφραση δεν είναι δική μας), καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Στάνφορντ, οργώνει τον πλανήτη και κυρίως την Αφρική εδώ και πολλά χρόνια, αναζητώντας μια χώρα όπου θα μπορέσει να εφαρμόσει τη δικής του έμπνευσης θεωρία: «Αυτό που εμποδίζει την ανάπτυξη των φτωχών χωρών είναι οι "άσχημοι κανόνες" που επιβάλλουν τα κράτη στους επενδυτές, αποθαρρύνοντάς τους με αυτό τον τρόπο ». Αυτό που πρέπει να γίνει, επομένως, είναι να βρεθούν κάποιες παρθένες εκτάσεις για να στηθούν σε αυτές «charter cities», «πόλεις-πρότυπα» στις οποίες οι εν λόγω επενδυτές, εγχώριοι και ξένοι, θα στήσουν τα εργοστάσιά τους και τις βιοτεχνίες τους, καθώς και οδικά δίκτυα, κατοικίες, καταστήματα, σχολεία, κλινικές και βασικές υπηρεσίες, όλα αυτά χάρη σε ένα εργατικό δυναμικό που θα οδηγηθεί εκεί εξαιτίας της ανεργίας. Εξυπακούεται ότι αυτός ο θύλακας θα έχει τους δικούς του νόμους, δικαστήρια, αστυνομία, δική του κυβέρνηση - και δεν θα πληρώνει φόρους στη χώρα που θα το φιλοξενεί.
Ο Ρόμερ προκαλεί, απλώς, ένα διακριτικό ενδιαφέρον μέχρι τη μέρα που, τον Ιανουάριο του 2011, κατόπιν πρωτοβουλίας του Χαβιέρ Αργκέγιο, του ονδουριανού προέδρου της αμερικανικής κατασκευαστικής εταιρείας Inter-Mac International, συναντά στην Ουάσινγκτον τον Χουάν Ορλάντο Ερνάντες, πρόεδρο της Βουλής αυτής της μικρής χώρας της Κεντρικής Αμερικής. Αυτός κανονίζει ραντεβού με τον Λόμπο και ορισμένους συνεργάτες του στο Μαϊάμι.Ο Ρόμερ επικαλείται την επιτυχία του Χονγκ Κονγκ, της Σιγκαπούρης και των ειδικών οικονομικών ζωνών στην Κίνα. Κάποιοι στρυφνοί τύποι θα αντέκρουαν λέγοντας ότι οι ιστορικές, γεωγραφικές, οικονομικές και πολιτισμικές συνθήκες στις οποίες αναπτύχθηκαν αυτά τα παραδείγματα τα τοποθετούν έτη φωτός μακριά από την Ονδούρα. Αυτά όμως δεν αρκούν για να κλονίσουν τον Λόμπο και τους δικούς του.Προκειμένου να αναδυθεί από το μηδέν μια «πόλη-πρότυπο» 1.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, το Κογκρέσο αναθεωρεί στις 17 Φεβρουαρίου το άρθρο 304 του Συντάγματος -«σε καμία περίπτωση δεν μπορούν να δημιουργηθούν όργανα με έκτακτη δικαιοδοσίας» για να προσθέσει «με εξαίρεση (!) τα νομικά προνόμια των Ειδικών Περιοχών Ανάπτυξης».
ΕΙΔΙΚΕΣ ΠΕΡΙΟΧΕΣ
Σύμφωνα με το διάταγμα που καθορίζει τη λειτουργία της πόλης- προτύπου, οι νόμοι της Ονδούρας -συμπεριλαμβανομένου και του εργατικού δικαίου- δεν θα έχουν ισχύ, με εξαίρεση όσους αφορούν τις διεθνείς σχέσεις (πάντως, οι ειδικές περιοχές ανάπτυξης θα μπορούν να υπογράφουν διεθνείς συμφωνίες και συνθήκες), τις εκλογές και την έκδοση δελτίων ταυτότητας. Στην υποθετική περίπτωση όπου μια μεταγενέσερη κυβέρνηση θα επιθυμούσε να αναθεωρήσει το ξεπούλημα της εθνικής έκτασης, από μια κυβέρνηση η οποία προέκυψε από πραξικόπημα, διευκρινίζεται ότι: «Τα συστήματα που θα ισχύουν στις Ειδικές Περιοχές Ανάπτυξης πρέπει να εγκριθούν από το Εθνικό Κογκρέσο με πλειοψηφία των δύο τρίτων», γνωστοποιώντας ότι «το συγκεκριμένο συνταγματικό καθεστώς θα μπορεί να τροποποιηθεί, να ερμηνευθεί ή να διαρρηχθεί μόνο με έγκριση της ίδιας πλειοψηφίας και αφού εκφραστούν περί αυτού μέσω δημοψηφίσματος οι κάτοικοι των ειδικών περιοχών ανάπτυξης». «Μειοψηφία της μειοψηφίας» η οποία θα ζει δεμένη χειροπόδαρα υπό την κυριαρχία των αρχόντων του θύλακα!Η Ονδούρα, στην καρδιά του ισθμού της Κεντρικής Αμερικής, η οποία συνδέεται με τις ΗΠΑ και τον Καναδά με μια Συνθήκη ελεύθερου εμπορίου, προσφέρει τη δυνατότητα παραγωγής κι εξαγωγής προς αυτές τις χώρες αποφεύγοντας τις μεγάλες διαδρομές μέσω της όχι και τόσο ασφαλούς διώρυγας του Σουέζ (λόγω των τοπικών κρίσεων) ή ακόμα και του Παναμά. Στις 2 Μαρτίου, σε επίσκεψή του στην Τεγουσιγάλπα, ο πρόεδρος της Παναμερικανικής Τράπεζας Ανάπτυξης, Λουίς Μορένο, συνεχάρη θερμά τον πρόεδρο Λόμπο: «Η Παναμερκανική Τράπεζα Ανάπτυξης θα αναζητήσει τρόπους προκειμένου να στηρίξει αυτήν την προσπάθεια, την οποία θεωρούμε όχι απλώς καινοτόμο, αλλά και πρωταρχικής σημασίας για το μέλλον της Ονδούρας».Ποιο μέλλον όμως; Εάν δεχτούμε (με ένα χαμόγελο αμφιβολίας) ότι κάποιες βασικές αρχές θα γίνουν σεβαστές -εργασία, κατοικία, παιδεία, ασφάλεια, βιοτικό επίπεδο ανώτερο του μέσου όρου- ουδείς αμφιβάλλει για το ότι αυτή η προνομιούχος νησίδα θα δελεάσει εκατοντάδες χιλιάδες απόκληρους να αναζητήσουν εκεί δουλειά. Πρέπει, επομένως, να προστατευθεί το γκέτο, το οποίο θα πλημμυρίσει από τις μάζες που θα συνωστίζονται στις πύλες του, με φυλάκια και ηλεκτροφόρα σύρματα; Οταν ο Λόμπο δηλώνει ότι οι «πόλεις-πρότυπα» θα δημιουργήσουν «έναν τρόπο ζωής Α' κατηγορίας», εννοεί άραγε, ότι θα κατοχυρώσει συνταγματικά δύο κατηγορίες πολιτών;
ΤΟ ΑΜΕΡΙΚΑΝΙΚΟ ΟΝΕΙΡΟ
Αλλά, και μια δεύτερη υπόθεση, περισσότερο ρεαλιστική, δεν εμπνέει αισιοδοξία. Ο πρόεδρος του Κογκρέσου, Ερνάντες, δίνει περίπου μια πρόγευση όταν διευκρινίζει: «Είναι σαν μια διευρυμένη "μάκιλα" πολύ ανωτέρου επιπέδου (...) σαν να ζεις το αμερικανικό όνειρο στην Ονδούρα» . Μόνο που οι μάκιλας (εργοστάσια που λειτουργούν με καθεστώς υπενοικίασης) ελάχιστα φέρνουν προς το περί ου ο λόγος όνειρο! Από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, είναι κυρίως γνωστές, τόσο στην Τεγουσιγάλπα όσο και στο Σαν Πέδρο Σούλα, για την υπερεκμετάλλευση εργατικού δυναμικού και τα εμπόδια στη λειτουργία των συνδικάτων. Αυτές οι επιχειρήσεις, επί του παρόντος, απολύουν μαζικά τις εργάτριες που έχουν σύμβαση αορίστου χρόνου και αναγγέλλουν ότι οι καλύτερες θα επαναπροσληφθούν, αλλά «θα πληρώνονται με την ώρα» - χάνοντας έτσι τα κοινωνικά τους κεκτημένα.Ο σκοπός μιας «charter city» δεν είναι βέβαια να παράγει υφάσματα, όπως οι μάκιλας πρώτης γενιάς, αλλά υψηλή τεχνολογία. Στην ερώτηση αν «η Ονδούρα διαθέτει εξειδικευμένο προσωπικό», ο βουλευτής Ρομέο Σιλβέστρι απαντά χαμογελώντας: «Θα είμαι ειλικρινής, δεν το διαθέτει. Αλλά, και όταν μπήκαν μπροστά οι μάκιλας, κανένας δεν είχε ανάλογη εμπειρία. Σήμερα απασχολούν 150.000 εργαζόμενους». Η πρώην βουλευτής Ελβια Αρχεντίνα Βάγιε, περισσότερο ρεαλίστρια, αντιδρά: «Αν έχουν τους δικούς τους νόμους και δεδομένου του πόσο σημαντικά θα είναι τα κεφάλαιά τους, οι κινέζοι επενδυτές θα φέρουν Κινέζους, οι κορεάτες επενδυτές θα φέρουν Κορεάτες, οπότε θα μείνουν λίγες δουλειές για τους ντόπιους».Εάν οι ευτυχείς εκλεκτοί, τον πρώτο καιρό, ανακαλύψουν λόγους δυσαρέσκειας, θα μπορούν να διαμαρτυρηθούν με τα πόδια τους, δηλαδή να φύγουν, έχει ήδη προειδοποιήσει ο Ρόμερ. Και αν θελήσουν να προασπίσουν τα δικαιώματά τους; Η «πόλη πρότυπο» αποκλείει την όποια παρουσία συνδικάτων. Η ιδιωτική αστυνομία θα επαναφέρει την τάξη, ενώ τις διαφορές θα διευθετεί μια Δικαιοσύνη ειδικού τύπου. Αν η αναταραχή παραμείνει και επεκταθεί; Τότε γιατί όχι ένα σώμα μισθοφόρων που θα έρθει από την Ασία ή αλλού, για να επαναφέρει την τάξη σε αυτό το κομμάτι της γης που δεν υπόκειται πλέον στη δικαιοδοσία του κράτους;Χωρίς, αναμφίβολα, να έχει πλήρη συνείδηση του αντίκτυπου των λόγων του, ο βουλευτής Σιλβέστρι σκεφτόταν δυνατά όταν τον συναντήσαμε στις 3 Μαρτίου: «Προφανώς, η Σιγκαπούρη λειτουργεί σωστά επειδή είναι ολοκληρωτικό κράτος. Ο πρωθυπουργός έμεινε για 31 χρόνια στην κυβέρνηση. Τώρα κυβερνά ο γιος του... Εκεί έχουν πολλά συστήματα που δεν έχουμε εμείς. Είναι μεγάλη η πρόκληση να προσαρμόσουμε αυτό το μοντέλο στη δική μας πραγματικότητα».
Ελευθεροτυπία/Le Monde diplomatique 04.09.2011
Του Maurice Lemoine
Με αυτή την προοπτική, η κυβέρνηση του Πορφίριο Λόμπο -η οποία προέκυψε μετά το πραξικόπημα του Ιουνίου του 2009- δέχτηκε να επιστρέψει στη χώρα ο πρώην πρόεδρος Μανουέλ Σελάγια, πράγμα που αποτελούσε μία από τις τέσσερις διεκδικήσεις των αντιστασιακών στην Ονδούρα.Σκηνικό δυστυχίας, τριακόσιες καλύβες από μπλε πλαστικό στοιχίζονται κάτω από τις φυλλωσιές ενός δάσους από ελαιοφόρους φοίνικες. Εντομα βουίζουν παντού, ενώ ο αέρας αναδύει μια μυρωδιά βρεγμένου μαλλιού. Αυτή η αποπνικτική βρομιά είναι το βασίλειο της ελονοσίας. Υπάρχουν πολλοί γέροι και παιδιά. Μια χωρική που ζαρώνει τη μύτη της καθώς τη φυσά, προφέρει ένα όνομα: Μιγκέλ Φακουσέ. «Είναι δυνατός άντρας, με τα λεφτά του μετακινεί βουνά. Κι εμείς τον φοβόμαστε».
Δον Μιγκέλ Φακουσέ, ολιγάρχης της Ονδούρας, κύριος και άρχοντας του κάτω Αγουάν στις ακτές της Καραϊβικής, στα βορειοανατολικά της χώρας. Η γη «του» -η οποία δεν του ανήκει- κατελήφθη από αγρότες στις 9 Δεκεμβρίου του 2009. Οι άνθρωποί του τους έδιωξαν και τους κυνήγησαν τον Δεκέμβριο του 2010. Εκείνοι, πεισμωμένοι, περικύκλωσαν ξανά το ίδιο μέρος - το Πάσο Αγουάν (το πέρασμα του Αγουάν). Δείχνουν το μονοπάτι που, λίγο πιο μακριά, διασχίζει τη φυτεία του «terrateniente» (γαιοκτήμονα). «Το δρομάκι οδηγεί στη λεωφόρο και ανήκει σε όλους. Οι φύλακες δεν μας αφήνουν να περάσουμε. Μας εμποδίζουν να φτάσουμε στα χωράφια μας, στις μπανανοφυτείες μας, να πάμε να ψαρέψουμε στο ποτάμι. Είμαστε κυριολεκτικά φυλακισμένοι».
Ο Φακουσέ έδωσε τις διαταγές του. Καμία κότα, κανένα γουρούνι, κανένα ζώο από την αγέλη αυτών των ζητιάνων δεν πρέπει να πατήσει την ιδιοκτησία του. «Αν, κακό που μας βρήκε, μας ξεφύγουν, τα σκοτώνουν οι φύλακες. Κι έτσι και ζητήσουμε τα ρέστα...». Ο άντρας ανοίγει τα χέρια, οργισμένος κι ανήμπορος συνάμα.Το κράτος αποφάσισε να απαλλοτριώσει το Αγουάν βάσει του νόμου περί αγροτικής μεταρρύθμισης του 1962. Η μεταρρυθμιστική κυβέρνηση του Οσβάλδο Λόπες Αρεγιάνο κατασκεύασε εκείνη την εποχή με τη χρηματοδότηση ξένων τραπεζών λεωφόρους και δρόμους, γέφυρες, αρδευτικά συστήματα, σχολεία και κέντρα υγείας. Τα «asentamientos» (αγροτικοί οικισμοί), οργανωμένα σε συνεταιρισμούς, μεταμορφώνουν την περιοχή σε μία από τις πιο παραγωγικές της χώρας. Επόμενο να ξεσηκωθούν γαιοκτήμονες και πολιτικοί! Υπό τη δική τους πίεση και συγκεντρώνοντας την ιδιοκτησία της γης, η κυβέρνηση του Λεονάρδο Καγέχας θεσπίζει το 1992 το νόμο εκσυγχρονισμού και ανάπτυξης του αγροτικού τομέα. Ο μεγάλος ορυμαγδός μπορεί να αρχίσει.
Με μια θανατηφόρο δόση βίας και μπόλικου κυνισμού, δίνουν στους χωρικούς να καταλάβουν ότι καλά θα κάνουν να εγκαταλείψουν τη γη. «Δεν συμφωνούσαμε», λέει με θυμό ο Χεράμια Μαρτίνες από τον αγροτικό οικισμό της Λα Κονσεψιόν. «Πουλήσαμε τη γη γιατί μας πίεζαν». Κάποιοι φονιάδες δεν διστάζουν να σκοτώσουν τους λίγους άντρες, ο θάνατος των οποίων φαίνεται απαραίτητος για την εκτέλεση των σχεδίων των αφεντικών. Είκοσι εννέα συνεταιρισμοί περνούν στα χέρια τριών μεγαλοϊδιοκτητών, του Ρενέ Μοράλες, του Ρεϊνάλδο Κανάλες και του Φακουσέ. Ο αφρικανικός φοίνικας καταβροχθίζει τις εκτάσεις. Οι χωρικοί, αργοπεθαίνοντας, δεν έχουν άλλη επιλογή από το να ξαναπάρουν στα χέρια τους τις «παλμέρας» (φοινικοφυτείες). Αυτό και θα πράξουν, πολλαπλασιάζοντας τις καταλήψεις από το 2001 -ενώ υφίστανται σε αντίποινα διωγμούς, φυλακίσεις και δολοφονίες.Η άφιξη του Μανουέλ Σελάγια στην εξουσία στις 27 Ιανουαρίου του 2006 καθησυχάζει αρχικά τα πνεύματα. Αν και προέρχεται από το Φιλελεύθερο Κόμμα, παίρνει τις αποστάσεις του από τις ομάδες της οικονομικής εξουσίας και ανοίγει τις πύλες της κυβέρνησής του στο κοινωνικό κίνημα. Στις 19 Ιουνίου του 2009, με την υπογραφή του διατάγματος 18-2008, παραχωρεί στους αγρότες τις εκτάσεις που έχουν υπό κατάληψη για τρία τουλάχιστον χρόνια. Οι «ιδιοκτήτες» που θίγονται θα λάβουν αποζημιώσεις. Αστράπτοντας και βροντώντας, η Εθνική Συνομοσπονδία αγροτών και κτηνοτρόφων της Ονδούρας ενώνεται με τους άλλους τομείς της ολιγαρχίας -η οποία είναι εξίσου μοιρασμένη ανάμεσα στους δύο μεγάλους παραδοσιακούς πολιτικούς σχηματισμούς, το Φιλελεύθερο (PL) και το Εθνικό Κόμμα (ΡΝ) - για να οργανώσει το πραξικόπημα που θα ανατρέψει τον Σελάγια στις 28 Ιουνίου του 2009.
«Την έχουμε ανάγκη τη γη. Είναι δική μας»! Στις 9 του Δεκέμβρη της ίδιας χρονιάς, περίπου 2.500 οικογένειες που έχουν συσπειρωθεί στο Κίνημα Ενωμένων Αγροτών του Αγουάν (MUCA) καταλαμβάνουν εκ νέου 20.000 εκτάρια με καλλιέργειες αφρικανικού φοίνικα. Καταραμένοι φοίνικες! Αμέσως ξεσπά πόλεμος. Στην Κονσεψιόν συνέβησαν τα εξής, όπως μας αφηγείται ο Μαρτίνες: «Στις 12 Φεβρουαρίου (2010) πυροβόλησαν εν ψυχρώ δύο συντρόφους. Τραυματίστηκαν, αλλά έζησαν, δόξα τω Θεώ». «Ποιοι πυροβόλησαν»; Καμιά εξηνταριά μασκοφόροι που κατέφθασαν με περιπολικά της αστυνομίας και οχήματα του Φακουσέ.Μια γυναίκα με φουσκωτά μαγουλάκια καταγγέλλει όσα έγιναν στη Λεμπίρα: «Οι μπράβοι του Φακουσέ μπήκαν στα δωμάτια, κατέστρεψαν τα κρεβάτια, τα τρόφιμα, τα παιδιά τρόμαξαν». Ενας κάτοικος του Μαρανιόνες γίνεται έξαλλος: «Επιασαν δύο συντρόφους, τους έγδυσαν εντελώς, τους χρησιμοποίησαν ως ανθρώπινες ασπίδες και άρχισαν να μας ρίχνουν στο ψαχνό» - αποτέλεσμα ένας τραυματίας. Μια αγρότισσα δείχνει το κινητό της τηλέφωνο: «Πριν από τρεις ημέρες, τα μεσάνυχτα, κάποιοι με απείλησαν. Μου είχε ξανασυμβεί άλλες τρεις φορές και άλλαξα νούμερο, αλλά... "Σε ξέρουμε! Πρέπει να πληρώσεις. Κι αν όχι εσύ, τότε κάποιος άλλος από την οικογένειά σου..."».
ΤΟ ΑΓΡΟΤΙΚΟ ΚΙΝΗΜΑ
Στη Γουαδαλούπε Κάρνεϊ, τα μέλη του Αγροτικού Κινήματος του Αγουάν έχουν αγκιστρωθεί στις εκτάσεις του παλιού Περιφερειακού Κέντρου Αγροτικής Εκπαίδευσης. Ιδρύθηκε το 1983 από τις ΗΠΑ για την εκπαίδευση των στρατιωτών της Ονδούρας, του Σαλβαδόρ και των νικαραγουανών Κόντρας. Διαλύθηκε το 1993 και παραχωρήθηκε στο Ινστιτούτο Αγροτικής Μεταρρύθμισης. Κάτω από συνθήκες πλήρους παρανομίας, ο δήμος του Τρουχίγιο πούλησε τις εκτάσεις σε ντόπιους κτηνοτρόφους, σε πρώην στρατιωτικούς και, όπως ψιθυρίζεται, και σε λαθρεμπόρους ναρκωτικών. Ο Φακουσέ οικειοποιήθηκε 550 εκτάρια. Οταν το κίνημα τις κατέλαβε στις 6 Απριλίου του 2010 στο Ελ Τουμπαδόρ, οι μπράβοι του έδιωξαν τους αγρότες. Οταν, στις 5 Νοεμβρίου, οι αγρότες ανέλαβαν και πάλι τα ηνία, πέντε από αυτούς έπεσαν νεκροί από τις σφαίρες ενός κομάντο.Από τον Ιανουάριο του 2010 ώς τις 19 Μαΐου του 2011, η σύγκρουση για τη γη έχει στοιχίσει τη ζωή σε 28 χωρικούς και στο δημοσιογράφο Ναούμ Παλάσιο (καθώς και στη σύντροφό του) ο οποίος έκανε μια κάπως υπερβολικά ειλικρινή αφήγηση των γεγονότων. Τα ιδιωτικά μέσα μαζικής ενημέρωσης της χώρας, σε ρόλο ένζηλου φερέφωνου των ισχυρών, δίνουν τη δική τους εκδοχή των γεγονότων: οι «ταραξίες», οι οποίοι υποστηρίζονται και χρηματοδοτούνται από τη Βενεζουέλα, από τις Ενοπλες Επαναστατικές Δυνάμεις της Κολομβίας (FARC) και από τους λαθρεμπόρους ναρκωτικών, φέρονται να έχουν στην κατοχή τους χίλια τουφέκια/καραμπίνες τύπου ΑΚ-47 και Μ-16 -τα οποία οι δυνάμεις ασφαλείας, παρά τους εξονυχιστικούς ελέγχους, δεν εντόπισαν ποτέ.
Ο Πορφίριο Λόμπο, ο οποίος ανέλαβε την κυβέρνηση στις 29 Νοεμβρίου του 2009 ύστερα από μια εκλογική διαδικασία την οποία είχε διοργανώσει η παράνομη κυβέρνηση του Ρομπέρτο Μιτσελέτι, βάζει σε εφαρμογή τη δεύτερη φάση της επιχείρησης, ένα κοινωνικό πραξικόπημα, το οποίο μπορεί να μην προκαλεί εκατόμβη νεκρών, ωστόσο πλήττει σκληρά τους πάντες. Αναιρείται το διάταγμα 18-2008 που παραχωρούσε γη στους αγρότες. Καταργείται ο κατώτατος μισθός. Ψηφίζεται ο νόμος περί προσωρινής εργασίας (που δίνει τη δυνατότητα να αμείβονται οι εργαζόμενοι «με την ώρα») (1). Διαλύεται το καταστατικό των εκπαιδευτικών και ιδιωτικοποιείται η παιδεία -με την ονομασία της «υπαγωγής στη δημοτική αρχή». Ψηφίζεται ο νόμος περί παραχώρησης των φυσικών πόρων, ο οποίος δίνει τη δυνατότητα να βγουν σε δημοπράτηση ζωτικά αγαθά όπως το νερό. Διαμελίζονται χωρίς κανένα ενδοιασμό τα εθνικά εδάφη...
Η Τίρσα Φλόρες Λάνσα ήταν δικαστής στο Εφετείο του Σαν Πέδρο Σούλα, της οικονομικής πρωτεύουσας της χώρας. Σοκαρισμένη από το διωγμό του Σελάγια στην Κόστα Ρίκα από τους στρατιωτικούς, υποβάλλει την επόμενη κιόλας μέρα προσφυγή «βάσει του άρθρου 112 του συντάγματος, που ορίζει ότι κανένας πολίτης της Ονδούρας δεν μπορεί να εκδοθεί. Με το πρόσχημα ότι η προσφυγή ήταν ασυμβίβαστη με τη δικαστική μου ιδιότητα, η οποία απαιτεί ουδετερότητα, με έπαυσαν από τη θέση μου». Αλλοι τρεις δικαστές είχαν την ίδια τύχη, ο ένας τους, ο Γκιγέρμο Λόπες, επειδή συμμετείχε στις 5 Ιουνίου του 2009 σε μια διαδήλωση 200.000 ατόμων υπέρ του νόμιμου αρχηγού του κράτους. Σε ένα ανακοινωθέν που είχε δημοσιοποιηθεί λίγες μέρες νωρίτερα, το Ανώτατο Δικαστήριο καλούσε όλους τους δημόσιους λειτουργούς να λάβουν μέρος σε μια πορεία υποστήριξης του πραξικοπηματία Μιτσελέτι.
Little Ceasars, Dunkin' Donuts, Popeyes, Burger King, Denny's, Pizza Hut, Wendy's, McDonald's (συμβαίνει να βρίσκεις μέρος για να φας)... Η Τεγουσιγάλπα είναι, θεωρητικά, η πρωτεύουσα της Ονδούρας (αν και ορισμένοι ισχυρίζονται πως η πρωτεύουσα βρίσκεται στην Ουάσιγκτον). Οι μεγάλοι όμιλοι των ΜΜΕ ανήκουν στις δέκα οικογένειες της ολιγαρχίας, ωστόσο, το Radio Globo, αν και είναι εμπορικό ραδιόφωνο, έχει στραφεί υπέρ της αντιπολίτευσης. Αρχισε να εκπέμπει ξανά, αφού προηγουμένως το φίμωσαν δύο φορές. «Σε ό,τι μας αφορά, δεν δεχόμαστε πιέσεις από την εξουσία. Υπάρχει μια σχετική ελευθερία στην ενημέρωση. Αλλά... δέκα δημοσιογράφοι έχουν δολοφονηθεί κάτω από ποικίλες συνθήκες από την αρχή της διακυβέρνησης Λόμπο (ο ενδέκατος τις 10 Μαΐου του 2011)», όπως μαρτυρά ο διευθυντής του, ο Δαβίδ Ρομέρο. «Πρόκειται για έμμεσα, ιδιαιτέρως ανησυχητικά μηνύματα».Η Μπέρτα Ολίβα, γενική συντονίστρια της Επιτροπής Οικογενειών Αγνοουμένων της Ονδούρας (Cofadeh), η οποία καταγγέλλει ότι έχουν δολοφονηθεί περισσότερα από 100 μέλη του Εθνικού Μετώπου Λαϊκής Αντίστασης (FNRP), είναι αγανακτισμένη: «Ο κόσμος δεν μπορεί καν να προσφύγει στη Δικαιοσύνη! Είχαμε πολλές περιπτώσεις όπου οι μάρτυρες παρουσιάστηκαν στο δικαστήριο κι ένα μήνα αργότερα, εκτελέστηκαν κι εκείνοι με τη σειρά τους». Ωστόσο, παρά την αστυνομία, τον στρατό και τους παραστρατιωτικούς, η αντιπολίτευση, που έχει συσπειρωθεί γύρω από το FNRP, κερδίζει δυνάμεις. «Το μέτωπο σχηματίστηκε την επομένη του πραξικοπήματος, στην καρδιά του πλήθους, απέναντι από το προεδρικό μέγαρο» θυμάται ο Χουάν Μπαραόνα, ο υπ' αριθμόν δύο συντονιστής σήμερα. «Απευθύναμε έκκληση στο λαό να οργανωθεί κι εκείνος ανταποκρίθηκε». Μαζικά, σε όλο του το φάσμα: βάση αντίστασης του PL (το οποίο νιώθει προδομένο, καθώς ο πραξικοπηματίας Μιτσελέτι προέρχεται από τις τάξεις του) και άλλων κομμάτων, μη κυβερνητικές οργανώσεις (ΜΚΟ), συνδικάτα, αγροτικά κινήματα, ιθαγενείς, μαύροι, φοιτητές, φεμινίστριες, καλλιτέχνες, διανοούμενοι, κάτοικοι των προαστίων, ανένταχτοι που δεν ανήκουν σε κανένα σχήμα... «Βέβαια, όπως είναι επόμενο, αυτή η ποικιλία, αυτός ο πλούτος δεν είναι εύκολο να συντονιστεί» λέει χαμογελώντας η Γκλόρια Οκέλι, πρόεδρος της Βουλής την εποχή του πραξικοπήματος και έκτοτε, «φιλελεύθερη αντιστασιακή». «Αυτοί που ηγούνται της διαδικασίας πρέπει να μάθουν να ακούν, να διαβάζουν και να διοχετεύουν όλη αυτή την ενέργεια». Τι κάνεις με μια τόσο μεγάλη πολιτική και κοινωνική ανομοιογένεια; Προς ποια κατεύθυνση την κινητοποιείς;«Αν μετεξελιχθούμε σε κόμμα, αυτό μπορεί να μας αποδυναμώσει γιατί τα κόμματα θεωρούνται δυνάμεις κατοχής. Η διαμάχη μας ως προς αυτό χρονολογείται εδώ και ενάμιση χρόνο! Και υπάρχουν ορισμένοι που θέλουν να αγνοούν τις εκλογές. Αν δεν είμαστε ρεαλιστές, δεν βλέπω πώς θα μπορέσουμε να προχωρήσουμε...» σκέφτεται η Μπεατρίς Βάγε, πρώην υφυπουργός Εξωτερικών και «φιλελεύθερη αντιστασιακή» και αυτή.
ΟΙ ΕΠΟΜΕΝΕΣ ΕΚΛΟΓΕΣ
Η συμμετοχή ή όχι στις επόμενες εκλογές έχει γίνει αντικείμενο ανεξάντλητων συζητήσεων. Σε άλλο μήκος κύματος, ορισμένοι κύκλοι προσάπτουν στις αρχηγικές μορφές που προέκυψαν από τα κοινωνικά κινήματα -τον Μπαραόνα, τον Κάρλος Ρέγες, τον Ραφαέλ Αλεγρία, τον Ράσελ Τομέ- , αλλά και στην Οκέλι, καθώς και στα ηγετικά στελέχη των συνδικάτων των εκπαιδευτικών -τη ραχοκοκαλιά της αντίστασης-, ότι «χειραγωγούν» το κίνημα και το οδηγούν στα άκρα.Παρ' όλα αυτά, τούτη η δύναμη που τώρα κυοφορείται, κατόρθωσε από τις 20 Απριλίου ώς τις 17 Σεπτεμβρίου του 2010, χωρίς χρήματα ή άλλα μέσα, να συγκεντρώσει 1.342.000 υπογραφές για τη σύγκληση μιας Συνταγματικής Εθνοσυνέλευσης.Το FNRP, έχοντας ενδυναμωθεί από αυτή τη στήριξη, οργάνωσε γενική συνέλευση στις 26 και 27 Φεβρουαρίου του 2011 στην οποία συμμετείχαν 1.500 αντιπρόσωποι από ολόκληρη τη χώρα. Στο τέλος μιας σειράς συζητήσεων οι οποίες υπήρξαν ενίοτε ιδιαίτερα «θερμές», μια μεγάλη πλειοψηφία πέτυχε να διατηρήσει την ομαδική συνοχή και έθεσε τρεις προτεραιότητες.Κατ' αρχήν, την ασφαλή και άνευ όρων επιστροφή του συντονιστή του Μετώπου, του πρώην προέδρου Σελάγια (ο οποίος βρισκόταν εξόριστος στη Δομινικανή Δημοκρατία και εναντίον του εκκρεμούσε δικαστική δίωξη, ενώ οι πραξικοπηματίες είχαν προσφέρει αμνηστία στους εαυτούς τους). Κατά δεύτερον, τη μη συμμετοχή σε οποιαδήποτε εκλογική διαδικασία. «Δεν μπορούμε να πάμε σε εκλογές με τον Σελάγια στο εξωτερικό, με ένα Εκλογικό Δικαστήριο κι ένα Ανώτατο Δικαστήριο στα οποία κανείς δεν πιστεύει, αφού συνεργάστηκαν με το πραξικόπημα και με το καθεστώς που ακολούθησε», εξηγούσε λίγες μέρες αργότερα ο Αλεγρία. «Επιπλέον, θα ήταν σαν να νομιμοποιούμε τον "εξωραϊσμό" του πραξικοπήματος». Ο Ρέγες συμπληρώνει τον συλλογισμό: «Η εξουσία; Οπως και να έχει, βρίσκεται εκτός του κράτους! Πρέπει να ξαναχτίσουμε τα πάντα από τα θεμέλια». Η αντίσταση είχε εξαγγείλει για τις 28 Ιουνίου, στη δεύτερη επέτειο του πραξικοπήματος, τη σύγκληση μιας συνταγματικής εθνοσυνέλευσης.
Αυτό, ωστόσο, δεν χρειάστηκε να γίνει, καθώς τα γεγονότα άρχισαν ξαφνικά να εξελίσσονται με ιλιγγιώδη ταχύτητα. Η κυβέρνηση, όσο κι αν προσπαθούσε να δώσει προς τα έξω μια εικόνα πλήρους κυριαρχίας, από μέσα έτρεμε. Η αντίσταση, από τη μια μεριά... αντιστεκόταν. Η απομόνωση της χώρας, από την άλλη -ήταν αποκλεισμένη από τον Οργανισμό Αμερικανικών Κρατών (ΟΑΚ) χάρη στην άτεγκτη στάση των αριστερών κυβερνήσεων της Νότιας Αμερικής(2)- της απαγόρευε την πρόσβαση στα δάνεια από τους πολυμερείς οικονομικούς οργανισμούς. Ακόμα και η ρήξη των πραξικοπηματιών με την «επαίσχυντη» Βενεζουέλα στραγγάλιζε τη χώρα. Οσο η Ονδούρα ανήκε στην Μπολιβαριανή Συμμαχία για τους Λαούς της Αμερικής μας (ALBA), το Καράκας, στο πλαίσιο της συμφωνίας Petrocaribe, προμήθευε την Τεγουσιγάλπα με πετρέλαιο σε χαμηλότερες τιμές από εκείνες της αγοράς.Ο Λόμπο έπρεπε επιτακτικά να χαλαρώσει τη θηλιά. Οπότε... Η πρόθεση του Σελάγια να συμβουλευθεί τον λαό σχετικά με τη σύγκληση μιας συνταγματικής εθνοσυνέλευσης υπήρξε η αφορμή για την ανατροπή του. Το Σύνταγμα, όπως δήλωσαν κάποιοι, δεν το επέτρεπε (κάτι που είναι ψέμα: το άρθρο 5 του νόμου περί λαϊκής συμμετοχής το οποίο ψηφίστηκε τον Ιανουάριο του 2006, το προέβλεπε). Είναι λοιπόν άκρως περίεργο το ότι στις 17 Φεβρουαρίου του 2011, το Κογκρέσο (Βουλή) τροποποίησε το εν λόγω Σύνταγμα ώστε να επιτρέπει ψηφοφορίες και δημοψηφίσματα... τα οποία απαγορεύονταν για τον προηγούμενο αρχηγό του κράτους. Με μια μικρή διαφορά ωστόσο: παρ' όλο που το 2% των ψηφοφόρων ή δέκα βουλευτές μπορούν να υποβάλουν αίτημα για μια τέτοια ψηφοφορία, το Κογκρέσο είναι αυτό που θα αποφασίσει, σε τελευταία ανάλυση, αν θα πραγματοποιηθεί ή όχι! «Η κυβέρνηση προσπαθεί να μας πουλήσει μια ιδέα», λέει χαριτολογώντας η κυρία Οκέλι: «Η Εθνοσυνέλευση είναι πλέον περιττή από τη στιγμή που έχετε στη διάθεσή σας τα όργανα πολιτικής συμμετοχής που διεκδικούσατε».
Κι ενώ οι σύμμαχοι της Τεγουσιγάλπα, με επικεφαλής την Ουάσιγκτον, ασκούσαν πιέσεις για να ξαναγίνει δεκτή η Ονδούρα στον ΟΑΚ, όπως κι έγινε στη γενική συνέλευση του Οργανισμού στις 5 Ιουνίου στο Σαν Σαλβαδόρ, ο πρόεδρος της Κολομβίας Χουάν Μανουέλ Σάντος άδραξε την ευκαιρία σε μια διάσκεψη κορυφής στην Καρθαγένη με τον βενεζουελανό ομόλογό του Ούγο Τσάβες στις 9 Απριλίου για να του κλείσει συνάντηση με τον ορκισμένο εχθρό του, τον Λόμπο, και να δρομολογήσει μια «διαμεσολάβηση». Λίγες μέρες αργότερα, κι ενώ πολλοί έκαναν εικασίες σχετικά με αυτή τη θεαματική αντιστροφή της κατάστασης, ο Τσάβες συναντούσε στο Καράκας τους αρχηγούς του FNRP, τον Σελάγια (ο οποίος είχε έλθει από τον Αγιο Δομίνικο) και τον Μπαραόνα (ο οποίος μετέβη από την Τεγουσιγάλπα).
ΟΙ ΔΙΕΚΔΙΚΗΣΕΙΣ
Ολοι τους, όπως θα έπραττε αργότερα και η εθνική συντονιστική του Μετώπου, που συνήλθε στις 27 και 28 Απριλίου, βάζουν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων τέσσερις διεκδικήσεις για έξοδο από την κρίση και επανένταξη στον ΟΑΚ: την επιστροφή σε συνθήκες απόλυτης ασφάλειας των εξόριστων, ανάμεσά τους και του Σελάγια, τη σύσταση μιας «συμμετοχικής και δημοκρατικής» Συνταγματικής Εθνοσυνέλευσης, τη διάλυση των θεσμών των «golpistas» (πραξικοπηματιών) και την τιμωρία των υπευθύνων. Τέλος, την αναγνώριση του FNRP ως πολιτικού κόμματος. Η Τεγουσιγάλπα έκανε δεκτά τα αιτήματα.
Ο Λόμπο, ασκώντας απροκάλυπτη πίεση στο Ανώτατο Δικαστήριο, πέτυχε στις 2 Μαΐου την ακύρωση των δύο βασικών (και παράλογων) κατηγοριών κατά του Σελάγια. Στις 19 Μαΐου, από τη Μανάγουα όπου βρίσκονταν συγκεντρωμένα περισσότερα από 40 κόμματα της λατινοαμερικάνικης αριστεράς τα οποία συμμετείχαν στο 17ο Φόρουμ του Σάο Πάολο και υποστήριζαν τις διαπραγματεύσεις, ο Σελάγια ανακοίνωσε ότι θα επέστρεφε στην πατρίδα του στις 28 Μαΐου. Στις 22 του ίδιου μήνα στην Κολομβία υπογράφει με τον Λόμπο τη συμφωνία της Καρθαγένης, παρουσία του προέδρου Σάντος και του υπουργού Εξωτερικών της Βενεζουέλας Νικολάς Μαδούρο.
Φαινομενικά, το καθεστώς της Ονδούρας αποδέχεται όλα τα αιτήματα. Καθώς το FNRP αμφισβητεί τη νομιμότητα του ανώτατου εκλογικού δικαστηρίου, ο πρόεδρος του Κογκρέσου Χουάν Ορλάντο Ερνάντες ανακοινώνει ότι η αναγνώρισή του θα γίνει στη βάση μιας «απόφασης έκτακτου χαρακτήρα» με διάταγμα. Το άρθρο 5 του αναθεωρημένου συντάγματος το επιτρέπει - αλλά, για τους λόγους που προαναφέραμε, η επικύρωση δεν υπολείπεται ασαφειών. Η δημιουργία μιας γραμματείας για τη δικαιοσύνη και τα ανθρώπινα δικαιώματα εντάσσεται σε μια ρητορική η οποία δεν ακολουθείται πάντα από πράξεις. Δηλαδή, δεν λύνονται όλα τα προβλήματα, λόγος για τον οποίο η Εσλι Μπανέγας, μέλος της πολιτικής επιτροπής του Μετώπου, κρίνει πρόωρη την επανένταξη της χώρας στον ΟΑΚ.Για το FNRP, πάντως, αυτό συνιστά μια νίκη. Ο Αλεγρία, βέβαια, δεν παραγνωρίζει τα όριά της: «Πρέπει να συζητηθούν πιο καθαρά ορισμένα πράγματα και, αρχής γενομένης από σήμερα, να αναλυθούν σημείο προς σημείο». Τονίζει, ωστόσο, τα βήματα προόδου: «Το σημαντικό είναι η επιστροφή του Σελάγια. Είναι ενωτικός και θα συσπειρώσει όλες τις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις. Τώρα πια, υπάρχουν οι προϋποθέσεις για να αψηφήσουμε το καθεστώς και να προχωρήσουμε στον έλεγχο του κράτους».
Η Καθημερινή 04.09.2011
Του Robert Levine /The Observer
Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, το NBC κυριαρχούσε στην αμερικανική τηλεόραση: Miami Vice, The Cosby Show, Cheers, Seinfield, Friends. To κανάλι κέρδιζε θεαματικότητα διευρύνοντας τα όριά του – το Miami Vice στυλιζάρισε το αστυνομικό δράμα, ενώ το Hill Street Blues του έδωσε έναν αιχμηρό ρεαλισμό. Οι σειρές αυτές έφερναν επίσης πολύ χρήμα – το NBC ήταν ένας από τους πιο προσοδοφόρους κλάδους της General Electric. Οταν όμως η μητρική εταιρεία αγοράστηκε από την Comcast φέτος, λέγεται ότι η αξία του τηλεοπτικού δικτύου υπολογίστηκε στο μηδέν.
Το NBC δεν είναι η μόνη μεγάλη επιχείρηση ΜΜΕ που έπεσε σε βραχώδες έδαφος. Η ΕΜΙ, η δισκογραφική των Μπιτλς και των Πινκ Φλόιντ, περιέκοψε τη λίστα των συνεργαζόμενων καλλιτεχνών και κατάργησε χιλιάδες θέσεις εργασίας. Η «Ουάσιγκτον Ποστ», η εφημερίδα που ανέβασε πολύ ψηλά τον πήχυ της αμερικανικής δημοσιογραφίας με τις αποκαλύψεις της για το Γουότεργκεϊτ, μείωσε τον αριθμό των συντακτών της, έκλεισε το εθνικό γραφείο της και δήλωσε ότι «δεν είμαστε ένας πανεθνικός οργανισμός ειδησεογραφίας». Η MGM, με σύμβολο το λιοντάρι που βρυχάται, αγοράστηκε πρόσφατα για λιγότερο από το μισό της αξίας που είχε το 2005.Ολες αυτές οι εταιρείες αντιμετώπισαν το ίδιο πρόβλημα: δεν μάζευαν αρκετά από τα χρήματα που γεννούσε η δουλειά τους. Το κοινό δεν έχει χάσει την όρεξή του για τηλεόραση, μουσική, κινηματογράφο ή δημοσιογραφία. Ομως τα τηλεοπτικά σόου, τα άρθρα, τα τραγούδια και οι ταινίες φθάνουν όλο και περισσότερο στους πολίτες μέσω Διαδικτύου. Το πρόβλημα είναι ότι ενώ το Ιντερνετ έχει επεκτείνει την κατανάλωση αυτών των αγαθών, κοντεύει να καταστρέψει την αγορά τους.
Την περασμένη δεκαετία, μεγάλο μέρος της αξίας που παρήχθη από τη μουσική, τις ταινίες και τις εφημερίδες έχει ωφελήσει άλλες εταιρείες. Η ιστοσελίδα Pirate Bay θησαύρισε προσφέροντας παράνομα τα άλμπουμ μεγάλων δισκογραφικών, ενώ οι μουσικές πωλήσεις έπεσαν κατακόρυφα. Το YouTube χρησιμοποίησε βιντεοκλίπ από το Saturday Night Live του NBC για να οικοδομήσει μια επιχείρηση που το Google αγόρασε για 1,65 δισ. δολάρια. Και η ιστοσελίδα Huffington Post έγινε ένα από τα δημοφιλέστερα ειδησεογραφικά σάιτ αντιγράφοντας, ως επί το πλείστον, άρθρα εφημερίδων.Παραδοσιακά, οι εταιρείες που επένδυαν στη μουσική και στις ταινίες έλεγχαν επίσης τη διανομή τους. Η πειρατεία ήταν πάντα μια ενόχληση, αλλά ποτέ πραγματική απειλή. Το ίδιο συνέβαινε και με τις άλλες επιχειρήσεις στον χώρο των media. Το Ιντερνετ τα άλλαξε όλα αυτά, όχι επειδή δίνει τη δυνατότητα γρήγορης μετάδοσης δεδομένων, αλλά επειδή οι κανονισμοί που καθιστούν ικανές τις εταιρείες ψηφιακής τεχνολογίας να αποφεύγουν την ευθύνη έχουν δημιουργήσει μια καταρρακωμένη αγορά. Μέρος του προβλήματος είναι η ασύδοτη πειρατεία – η χωρίς άδεια διανομή που δεν φέρνει κανένα όφελος στους δημιουργούς. Πιέζει επίσης τα ΜΜΕ να δεχτούν συμφωνίες online διανομής που δεν καλύπτουν το κόστος τους.
Το βασικό θέμα, όμως, είναι ότι οι δημιουργοί και οι διανομείς έχουν τώρα αντίθετα συμφέροντα. Εταιρείες όπως η Google και η Apple δεν ενδιαφέρονται και τόσο να πουλάνε πολιτιστικά προϊόντα εφόσον βγάζουν χρήματα με άλλους τρόπους, κυρίως με τις διαφημίσεις και τα γκάτζετ. Και αυτή η δυναμική δεν χτυπάει μόνο τα μεγάλα συγκροτήματα – δημιουργεί προβλήματα σε ανεξάρτητους καλλιτέχνες και σε επιχειρήσεις κάθε μεγέθους.Οι εταιρείες τεχνολογίας συχνά προωθούν την ιδέα ότι «η πληροφορία θέλει να είναι ελεύθερη». Και πράγματι, το Ιντερνετ έχει σχεδόν εκμηδενίσει το κόστος διανομής – μια ψηφιακή ταινία μπορεί να σταλεί από το Χόλιγουντ στο Χονγκ Κονγκ με κόστος πενταροδεκάρες. Ομως το Ιντερνετ δεν εχει την ίδια επιρροή στο κόστος δημιουργίας μιας ταινίας. Το ίδιο φιλμ που στέλνεται στην άλλη άκρη του κόσμου σχεδόν τσάμπα, μπορεί να κόστισε 150 εκατομμύρια για να γυριστεί. «Αυτή η αντίθεση δεν πρόκειται να αμβλυνθεί», προέβλεψε ο Στούαρτ Μπραντ το 1984. «Οδηγεί στη διαστρέβλωση της συζήτησης για τις τιμές, το κοπιράιτ, την πνευματική ιδιοκτησία, την ηθική ορθότητα της ανεξέλεγκτης διανομής».
Αυτή η κατάσταση συμφέρει τους καταναλωτές, που μπορούν να δουν, να διαβάσουν και ν’ ακούσουν ό,τι θέλουν, πληρώνοντας ελάχιστα. Η «ελευθερία» αυτή, όμως, θα έχει σοβαρές συνέπειες. Μακροπρόθεσμα, οι στερημένες από εισόδημα εταιρείες ΜΜΕ δεν θα έχουν τη δυνατότητα να επενδύουν πολλά σε καλλιτέχνες. Τα τηλεοπτικά δίκτυα ήδη πιέζονται να αντικαταστήσουν τις δραματικές και κωμικές σειρές με ριάλιτι σόου και οι εφημερίδες αφήνουν ακάλυπτα πολλά θέματα καθώς οι ρεπόρτερ λιγοστεύουν. Και το χειρότερο είναι ότι η δυσκολία να βγουν χρήματα από πρωτογενή εργασία υπονομεύει το είδος της καινοτομίας που υποσχέθηκε το Ιντερνετ. Αντί να επενδύουν για να γίνονται υψηλού επιπέδου ρεπορτάζ με νέο τρόπο, τα στελέχη των online εταιρειών επιδιώκουν την «ερασιτεχνική δημοσιογραφία» επειδή δεν κοστίζει τίποτα.Φαίνεται προφανές, αλλά μια οικονομία της πληροφορίας χρειάζεται μια λειτουργική αγορά της πληροφορίας. Παραδοσιακά, η αγορά αυτή λειτουργούσε μέσω του κοπιράιτ, όμως οι νόμοι εκείνοι δεν έχουν εφαρμοστεί στο Ιντερνετ. Αυτό βοηθάει εταιρείες όπως η YouTube να οικοδομήσουν επιχειρήσεις στην πλάτη των δημιουργικών επαγγελματιών.
Βεβαίως, οι νόμοι για το κοπιράιτ πρέπει να εκσυγχρονιστούν για την ψηφιακή εποχή. Πολλοί ειδικοί λένε ότι ευνοούν την προστασία, αλλά βλέπουν κάθε προσπάθεια να επιβληθεί ως απαράδεκτη. Αυτό δεν έχει νόημα: μια αγορά δεν μπορεί να βασιστεί σε εθελοντικές πληρωμές και οι νόμοι δεν λειτουργούν όταν δεν μπορούν να επιβληθούν.Καθώς μεγαλώνει η πίεση για να επιβληθούν οι νόμοι πνευματικής ιδιοκτησίας στο Διαδίκτυο, οι εταιρείες του χώρου επιχειρηματολογούν ότι κάθε προσπάθεια να μπλοκαριστεί η πειρατεία θα «χαλάσει το Ιντερνετ», αλλά η αλήθεια είναι ότι το Ιντερνετ έχει ήδη χαλάσει: είναι πλέον υπερβολικά χαοτικό για να μπορέσει να δώσει την υποδομή για μια οικονομία του 21ου αιώνα. Οι εταιρείες τεχνολογίας συμβουλεύουν εδώ και καιρό τους δημιουργούς να προσαρμοστούν στην ψηφιακή εποχή. Θα ήταν κρίμα να μην μπορέσουν να ακολουθήσουν την ίδια τους τη συμβουλή.
* Ο κ. Ρόμπερτ Λιβάιν είναι ο συγγραφέας του βιβλίου «Free Ride: How the Internet Is Destroying the Culture Business and How the Culture Busibess Can Fight Back».