Η συμπλήρωση ενός αιώνα από την είσοδο του Ελευθερίου Βενιζέλου στον δημόσιο βίο του ελληνικού κράτους συνιστά μια σημαντική επέτειο, η οποία καλό και χρήσιμο θα ήταν να λειτουργήσει ως αφορμή κριτικής αποτίμησης της συνεισφοράς και της παρακαταθήκης του μάλλον παρά ως ευκαιρία αγιογραφικών εξάρσεων και περαιτέρω καλλιέργειας της υφέρπουσας προδιαθέσεως για προσωπολατρία, η οποία δεν συνάδει, κατά τη γνώμη μου, με το ίδιο το πνεύμα του βενιζελικού εκσυγχρονιστικού φιλελευθερισμού. Αυτό το πνεύμα συνιστά την ουσιώδη πολιτική παρακαταθήκη του Ελευθερίου Βενιζέλου και αυτό οφείλει να τεθεί στο επίκεντρο των προβληματισμών μας αυτή τη στιγμή του κριτικού αναστοχασμού.
Δύο στοιχεία συνιστούν κυρίως το εκσυγχρονιστικό περιεχόμενο του βενιζελικού φιλελευθερισμού. Το ένα υπήρξε το ανανεωτικό και μεταρρυθμιστικό πρότυπο το οποίο εισήγαγε στην ελληνική πολιτική ζωή, έτσι όπως αυτό τέθηκε σε εφαρμογή σε μεγάλη κλίμακα κατά τη διετία 1910-1912. Το άλλο στοιχείο υπήρξε η άσκηση της πολιτικής κατά το κανονιστικό πρότυπο της πολιτικής ηγεσίας όπως αυτό αναδυόταν από την πολιτική πράξη και τα πολιτικά ήθη των δύο κατ' εξοχήν φιλελευθέρων ευρωπαϊκών πολιτειακών συστημάτων της εποχής του, του βρετανικού και του γαλλικού.
Διπλό πρότυπο
Θα ήταν χρήσιμο συνεπώς για να εκτιμηθεί η συνεισφορά του Βενιζέλου στον ελληνικό δημόσιο βίο να επιχειρήσουμε μια σκιαγράφηση του προτύπου της πολιτικής ηγεσίας με το οποίο τον συνδέσαμε. Το πρότυπο αυτό θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι διέθετε τις ακόλουθες συνιστώσες:
Πρώτον, ο Βενιζέλος υπήρξε Ευρωπαίος πολιτικός ηγέτης στην πολιτική του σκέψη και στη διανοητική του συγκρότηση. Είναι αναντίλεκτο ότι μέχρι το τέλος της ζωής του διατήρησε αλώβητη την κρητική του ταυτότητα και παρέμεινε πιστός στις παραδόσεις και τις μορφές των κοινωνικών σχέσεων που εκπορεύονταν από τη μεσογειακή μεγαλόνησο. Εκδήλωση αυτής της πλευράς της προσωπικότητάς του υπήρξε η προθυμία με την οποία ανταποκρίθηκε, κατά τη διάρκεια της τελευταίας του πρωθυπουργίας, στην παράκληση της Μέλπως Μερλιέ να τραγουδήσει δημοτικά τραγούδια της Κρήτης για τη μεγάλη ηχογράφηση της ελληνικής δημοτικής μουσικής το 1930. Αυτή η τόσο χαρακτηριστική χειρονομία, η οποία παρέμεινε ακατανόητη για τους αντιπάλους του όπως φάνηκε από τα ανοίκεια σχόλια του αντιβενιζελικού τύπου της εποχής, μας διέσωσε τη φωνή του μεγάλου ηγέτη. Πέραν της κρητικής ταυτότητας ο Βενιζέλος από την εποχή των σπουδών του στην Αθήνα και με τις κατ' ιδίαν μελέτες του ως νέος δικηγόρος και πολιτευτής στα Χανιά απέκτησε σταδιακά μια ευρύτερη καλλιέργεια η οποία, όπως τεκμαίρεται από πολλές μαρτυρίες, του επέτρεψε να αναπτύξει επικοινωνιακά χαρίσματα και τρόπους συμβολικής έκφρασης που καθιστούσαν ιδιαιτέρως αποτελεσματικές τις παρεμβάσεις του στον κόσμο της ευρωπαϊκής πολιτικής και διπλωματίας της εποχής του. Αυτή η ικανότητά του κατοπτρίζεται αρκετά ενωρίς στην εντύπωση που προκάλεσε στους συνομιλητές του κατά τις συναντήσεις του με τον Joseph Chamberlaiκαι τον Georges Clemanceau το 1886 και το 1890 αντίστοιχα.
Η βιβλιοθήκη του
Η ευρωπαϊκή διανοητική του συγκρότηση απεικονίζεται χαρακτηριστικά και από τα περιεχόμενα της βιβλιοθήκης του, η οποία μετά πολλές περιπέτειες σώζεται στη Δημοτική Βιβλιοθήκη Χανίων. Είναι, πιστεύω, αποκαλυπτική η ύπαρξη μεταξύ των βιβλίων των έργων των μεγάλων ιστορικών και πολιτικών του 19ου αιώνα Francois Guizot και Adolphe Thiers των οποίων η πολιτική παρουσία εικονογραφεί τις περιπέτειες του φιλελευθερισμού στην ηπειρωτική Ευρώπη. Αυτή η διανοητική εμπλοκή θα μπορούσε να θεωρηθεί ότι συνιστούσε το πνευματικό υπόστρωμα της αντίληψής του ως προς τον χαρακτήρα της πολιτικής ηγεσίας ως συνολικής δέσμευσης και προσήλωσης στον δημόσιο βίο και στο δημόσιο συμφέρον.
Δεύτερον, ο Ελευθέριος Βενιζέλος υπήρξε Ευρωπαίος στον τρόπο με τον οποίο οραματιζόταν την Κρητική Πολιτεία αρχικά, και από το 1910 και εξής την ελληνική επικράτεια. Ο οραματισμός αυτός διελάμβανε την προσδοκία να οικοδομηθούν θεσμοί και να υιοθετηθούν δημόσιες πολιτικές κατά τα πρότυπα των φιλελευθέρων ευρωπαϊκών πολιτικών συστημάτων ώστε να συντελεστεί ο εκσυγχρονισμός της ελληνικής κοινωνίας και πολιτικής, εκσυγχρονισμός τον οποίο επιδίωξαν οι μεγάλοι ηγέτες του ελληνικού 19ου αιώνα, ο Ιωάννης Καποδίστριας και ο Χαρίλαος Τρικούπης, αλλά ο οποίος παρέμενε ατελής και ατελέσφορος όταν ο Βενιζέλος παρέλαβε τα ηνία το 1910. Η συνέπεια και η αποφασιστικότητα με τις οποίες ο Βενιζέλος ακολούθησε αυτό το όραμα και επιχείρησε να το πραγματοποιήσει, αποδείχθηκαν ιδιαίτερα ευεργετικά για τον ελληνικό δημόσιο βίο και την ελληνική πολιτική σκέψη. Αυτό είναι το στοιχείο το οποίο προσδίδει ιδιαίτερη σημασία στο 1910 ως επετειακό ορόσημο.
Ευρωπαίος πολιτικός ηγέτης
Οι πολιτικές θέσεις και ο πολιτικός λόγος του Βενιζέλου ενέγραψαν την ιδέα της μεταρρύθμισης στο κανονιστικό περίγραμμα της ελληνικής πολιτικής σκέψης. Αυτό συνέτεινε στην εγκαθίδρυση του ανανεωτικού πνεύματος και την αναγωγή του σχεδιασμού και των πρωτοβουλιών για την ανανέωση και βελτίωση θεσμών, πολιτικών πρακτικών και κοινωνικών τάσεων σε πολιτικές αξίες, οι οποίες θα μπορούσαν να κινήσουν προς τα εμπρός την ελληνική κοινωνία, ενθαρρύνοντας μια δυναμική αντίληψη των πραγμάτων μάλλον αντί της συνθηκολόγησης με τις δυνάμεις της αδράνειας. Το ανθεκτικότερο ως προς τη σημασία του στοιχείο αυτής της μεταρρυθμιστικής αντίληψης της πολιτικής που συνδέθηκε με το όνομα του Ελευθερίου Βενιζέλου υπήρξε οπωσδήποτε η ιδέα της εκπαιδευτικής μεταρρύθμισης, που στοχεύει να καταστήσει το εκπαιδευτικό σύστημα φορέα ουσιώδους παιδείας μάλλον, παρά μηχανισμό πειθαναγκασμού, χειραγώγησης και καταπίεσης των νέων.
Αλυτρωτικός εθνικισμός
Εγκαθιδρύοντας δυναμικά αυτόν τον κώδικα των πολιτικών αξιών με το έργο που εγκαινίασε το 1910 ο Βενιζέλος συνέβαλε στην επίλυση του κανονιστικού διλήμματος που είχε ταλανίσει την ελληνική πολιτική σκέψη καθ' όλη τη διαδρομή του 19ου αιώνα, του διλήμματος δηλαδή μεταξύ της εσωτερικής ανάπτυξης ή της εξωτερικής επέκτασης ως προς τον καθορισμό των προτεραιοτήτων της πολιτικής της χώρας. Ο Βενιζέλος τόσο σε επίπεδο πολιτικής επιχειρηματολογίας, όσο και σε επίπεδο των επιλογών της δημόσιας πολιτικής πρακτικής πρότεινε τον συνδυασμό των δύο σε ένα ενιαίο σχέδιο πολιτικής δράσης, διά του οποίου η εσωτερική μεταρρύθμιση και ανάπτυξη απέβαινε η αναγκαία προϋπόθεση μιας ρεαλιστικής στρατηγικής για την εξωτερική επέκταση της ελληνικής επικράτειας ώστε να συντελεστεί η εθνική αυτοδιάθεση περιοχών με ελληνικούς πληθυσμούς που τελούσαν ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία.
Στη στράτευσή του για την υπόθεση του αλυτρωτικού εθνικισμού ο Βενιζέλος, είτε ως Κρητικός επαναστάτης είτε ως εκσυγχρονιστής της ελληνικής πολιτικής παρέμεινε Ευρωπαίος πολιτικός ηγέτης: παρέμεινε δηλαδή εναρμονισμένος με το πνεύμα των καιρών, με τις συλλογικές προσδοκίες και ευαισθησίες οι οποίες συγκινούσαν τους ευρωπαϊκούς λαούς κατά τον όψιμο δέκατο ένατο και τον αρχόμενο εικοστό αιώνα και εξέπεμπαν διά της αρχής των εθνοτήτων και της αυτοδιάθεσης των λαών το αίτημα της ελευθερίας και της ανατροπής του αυταρχισμού των αυτοκρατοριών. Ο ασπασμός του αλυτρωτισμού λοιπόν δεν θα έπρεπε να θεωρηθεί ως αντίφαση ή υπαναχώρηση του εκσυγχρονιστικού φιλελευθερισμού του Βενιζέλου, αλλά απεναντίας ως αυθεντική εκδήλωση της μετοχής του στη δυναμική της πολιτικής σκέψης η οποία ωθούσε τη μεταμόρφωση του πολιτικού χάρτη της Ευρώπης βάσει της αρχής των εθνοτήτων, στην οποία απέληγε μια γνήσια φιλελεύθερη φιλοσοφική παράδοση με αφετηρίες, ας υπομνήσουμε τη σχετική άποψη του Elie Kedourie, στη φιλοσοφία του Immanuel Kant.
* Ο κ. Πασχάλης Μ. Κιτρομηλίδης είναι καθηγητής Πολιτικής Επιστήμης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου