26/8/10
Το καλοκαίρι το μυρίζεις
Το καλοκαίρι το αισθάνεσαι στο σώμα· το μυρίζεις. Αναδίδεται ορμητικά μέσ’ απ’ την αισθαντική μνήμη, υλικό, σωματικό, κυρίαρχο.
Το καλοκαίρι μυρίζει κολόνια, τη μία και μοναδική κολόνια, με το μπουκέτο εσπεριδοειδών, το μπουκέτο μεσογειακού περιβολιού, ανοίγει τα ρουθούνια, εισβάλλει στον οσφρητικό εγκέφαλο και τον ημερώνει, λεμονανθοί, περγαμόντο, κίτρο, φράπα, νεράντζι, πορτοκαλανθοί· η κολόνια που τρίβουν τους ασθενείς και τους υπερήλικους στους καρπούς χέρια και στα στήθια, να τους δροσίσουν· η κολόνια που μοσχοβολούν οι καλοντυμένες κυρίες στους εσπερινούς, ιδρωμένες κυρίες που αερίζονται με βεντάλιες και φορούν στο πέτο του κεντητού πουκάμισου κόσμημα από γιασεμί ή γαρδένια, μείξη δροσιάς και μέθης· η κολόνια καθαρίζει το εικόνισμα του εορτάζοντος αγίου στον Μέγα Εσπερινό, δροσίζει το γυαλί από τα φιλήματα, το άρωμά της ανακατεύεται με το άρωμα ανθόνερου της Μεγάλης Αρτοκλασίας, ανακατεύεται με ήχους, καμπανίσματα, χαιρετούρες, παιδικά παιχνίδια, το φως του δειλινού που γέρνει στα ιώδη, σε αστικούς ναούς λαμπρούς και εξωκλήσια ξασπρισμένα, με σημαιάκια στο προαύλιο και ποδιές κεντητές μέσα, με άρτο γλυκανισάτο στο πάλλευκο μαντίλι· αυτό το φως κι αυτή η μυρωδιά είναι το καλοκαίρι.
(Eau de Cologne, Υδωρ Κολωνίας, κατά τη φαρμακοποιία Δαμβέργη: Αιθερίου ελαίου κίτρου του περγαμηνού 10 μέρη, αιθερίου ελαίου φλοιών κίτρων 10 μέρη, αιθερίου ελαίου φλοιών χρυσομήλων 10 μέρη, αιθερίου ελαίου ανθέων πορτοκαλέας 12 μέρη, αιθερίου ελαίου τιφύου 2 μέρη, οινοπνεύματος 90% 1.000 μέρη. Παρεσκευάσθη το πρώτον υπό Ιωάννου Μαρία Φαρίνα εν Κολωνία τω 1709, κατόπιν υπό την επωνυμίαν «4711», εν Ελλάδι υπό του οίκου Μενούνου ως Κολώνια Εσπερίδων, μεταγενεστέρα η Μυρτώ-Λεμόνι του Οίκου Μαρινόπουλου.)
Το καλοκαίρι έχει κι άλλες μυρωδιές. Ο γλυκάνισος του άρτου συναντά τον γλυκάνισο του ούζου, εναλλάξ με τη μαστίχα, ηδύποτα κεράσματα σε τραπεζάκια θαλάσσης, το γλυκάνισο του ούζου δεμένο με δριμύ χταπόδι λιαστό, πλάι στο καρνάγιο, με τα βαπόρια νυσταγμένα στο μώλο.
Σε ποτηράκια, σε μπολ και σε πιατάκια με νερό, γαρδένιες υπόλευκες σκορπούν τη μέθη τους· φούλια λεπταίσθητα· γιασεμιά περασμένα σε κλωστή ή καρφωμένα σε πευκοβελόνες, φέγγουν καθώς δροσερό απλώνει το σκοτάδι, και οι έφηβοι τιτιβίζουν ξεπνοϊσμένοι απ’ το φλερτ, κορίτσια τρυγόνες τινάζουν τα αρωματισμένα μέλη τους και τρέχουν κελαρυστά σε μοσχομυριστές πλατείες και αποβάθρες με αβληχρά οσμή πίσσας, το πλησίασμα και το σμίξιμο τελείται υπό τη σκέπη μυρωδιών: Eau de Cologne, γαρδένια, φούλι, γιασεμί...
Και κλωνάρια σγουρού βασιλικού, πράσινο και βαθύ μοβ το άρωμά του, διαπερνά το διαυγές πρωινό της λειτουργίας σε θαλασσινό ξωκλήσι, καλοκαιρινό τάμα νοικοκυραίων της διασποράς, εκεί όπου αναπαύονται οστά κεκοιμημένων 18ου αιώνος: Μαρουσώ, Δομένεγος, Μαργαρώ. Ο γλυκύς και αψύς βασιλικός σημαίνει την έναρξη του πρωινού μαζί με το τραγούδι του κορυδαλλού· λιβάνι, κερί, ελαιόλαδο, κρασί μοσχάτο Σάμου· καθώς ο ήλιος ανεβαίνει, η θέρμη αρχίζει να θαμπώνει τον ουρανό· μια άλλη μυρωδιά σημαίνει νέα ώρα: ο καφές ψήνεται σε χάλκινο καμινέτο οινοπνεύματος, κερνιέται μαζί με παξιμαδάκια γλυκανισάτα αφράτα, μ’ ένα ποτηράκι μαστίχα από τη Χίο, για συχώρεση εκλιπόντων και παρόντων, κοπιώντων και καμνόντων. Η τελετουργία συνεχίζεται στα βραχάκια, με αχινούς και πατελίδες και καβούρια, με μυρωδιά από θάλασσα φρέσκια σαν νιόκοπο καρπούζι, με μυρωδιές από ούζο, ξινότυρο κατσικίσιο, αίσθηση αλατιού στεγνωμένου στον βράχο. Η θάλασσα περιλαβαίνει όλες τις μυρωδιές, αυτή είναι το καλοκαίρι.
Βράδιασε. Απ’ την καλαμένια ντισκοτέκ σκορπούν μυρωδιές αντηλιακού και ίμερου και τζιν. Αργά, μόνος ενώπιον των άστρων που μπαίνουν στην ασβεστωμένη κάμαρα με άρωμα νυχτολούλουδου, τσακίζει μια σελίδα:
«Φίλε συ που ακούς, ακούς της ευωδιάς των κίτρων / Tις μακρινές καμπάνες; Ξέρεις τις γωνιές του κήπου όπου / Eναποθέτει τα νεογνά του δειλινός ο αέρας; Oνειρεύτηκες / Ποτέ σου ένα καλοκαίρι απέραντο που να το τρέχεις / Mη γνωρίζοντας πια Eρινύες; Οχι. Nα γιατί καταρκυθμεύω / Που οι βαριές υποχωρούν αμπάρες τρίζοντας κι οι μεγάλες θύρες ανοίγονται / Στο φως του Ηλιου του Kρυπτού μια στιγμούλα, η φύση μας η τρίτη να φανερωθεί / Εχει συνέχεια. Δε θα την πω. Kανείς δεν παίρνει τα δωρεάν / Στον κακόν αγέρα ή που χάνεσαι ή που επακολουθεί γαλήνη // Aυτά στη γλώσσα τη δική μου. Kι άλλοι άλλα σ’ άλλες. Aλλ’ / H αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται.»
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Γ. Ξυδακη - εφ. Καθημερινή, 18-07-2010
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου