70 χρονών σήμερα ο Bob Dylan..
Τα Νέα
Με τo να αλλάζεις το πρόσωπο της ποπ µουσικής δεν αλλάζεις υποχρεωτικά και τον µεταβολισµό της. Εγώ δεν άλλαξα τον µεταβολισµό της», λέει ο Μποµπ Ντίλαν, µια πολύ ξεχωριστή περίπτωση της ποπ µουσικής των τελευταίων πενήντα χρόνων. «Αυτό που έκανα ήταν απλά να ανοίξω πολλές πόρτες».
Μια από τις πόρτες που άνοιξε ήταν σίγουρα αυτή του σπιτιού του στη Μινεσότα. Την άνοιξε, έφυγε και έριξε πίσω του µαύρη πέτρα. «Ποτέ δεν ήµουν το παιδί που είχε ένα σπίτι, που µπορούσε να πάρει το λεωφορείο και να γυρίσει. Δεν είµαι περήφανος γι’ αυτό. Αλλά µόνος µου έφτιαξα τον δρόµο µου. Και ο µόνος τρόπος που το έκανα ήταν επειδή δεν µ’ ένοιαζε. Αλλά να ‘µαι τώρα εδώ, πρέπει να δεχτώ όλα όσα έκανα και τα µέρη που πήγα και αυτό που έγινα», γράφει στο απόσπασµα από το βιβλίο του Ρόµπερτ Σέλτον που δηµοσίευσαν οι «Times».
Ωστόσο, σίγουρα δεν είναι και το πιο ευχάριστο πράγµα για κάποιον γονιό να ακούει ότι το παιδί του δεν ένιωθε πως κοντά του είχε ένα δικό του σπίτι.
Ο πατέρας Αµπε Ζίµερµαν πίστευε πάντως πως το παιδί θα τελείωνε το σχολείο και θα έπιανε δουλειά στην οικογενειακή επιχείρηση επιπλοποιίας. Ο Μποµπ βέβαια είχε αφήσει τις προθέσεις του να φανούν. Δεν καθόταν στο µαγαζί, έφευγε, πήγαινε στο δωµάτιό του να διαβάσει, να γράψει, να ακούσει µουσική.
«Ο Μποµπ», έλεγε η µητέρα, η Μπέτι, «στο πάνω δωµάτιο γινόταν σιγά σιγά συγγραφέας. Διάβαζε όποιο βιβλίο έβρισκε, αγόραζε κόµικς που είχαν κάποιο νόηµα, όπως τα “Κλασικά Εικονογραφηµένα”. Περνούσε πολύ καιρό στη βιβλιοθήκη. Δεν ξέρω ποιοι συγγραφείς του άρεσαν, δεν κουβεντιάζαµε γι’ αυτά, απλά µιλούσαµε και γελάγαµε.Ο Μπόµπι µπορούσε να γράψει και να ζωγραφίσει. Ηταν καλλιτέχνης. Πάντα κάτι ζωγράφιζε. Προσπαθήσαµε να τον σπρώξουµε προς την Αρχιτεκτονική. Τουλάχιστον θα µπορούσε να βγάζει τα προς το ζην. Με εκείνα τα ποιήµατα πρώτα θα πεθάνεις και µετά θα σε ανακαλύψουν – τέτοια του λέγαµε. Τα ποιήµατα που έγραφε στο Γυµνάσιο δεν τα έδειχνε σε κανέναν,µόνο στον πατέρα του και σε µένα. Φοβόµουν µήπως καταλήξει και γίνει ποιητής», έλεγε η µητέρα του.
Ελεγε ο ίδιος ότι ήταν ποιητής; ρώτησε ο Σέλτον. «Οχι!» απάντησαν και οι δυο τους µε έµφαση.
Μητέρα: «Ποτέ δεν τον αποκάλεσα “ποιητή”. Κάποια στιγµή, όταν ετοιµαζόταν για το κολέγιο, του είπα: “Μποµπ, γιατί δεν διαλέγεις κάτι χρήσιµο;”. Είπε: “Θα διαλέξω κάτι στη λογοτεχνία, στην τέχνη για έναν χρόνο και µετά θα δω τι θα κάνω”. Του είπα: “Μη συνεχίσεις να γράφεις ποιήµατα, σε παρακαλώ… Πήγαινε στο σχολείο και κάνε κάτι εποικοδοµητικό. Πάρε ένα πτυχίο”». Πώς έγινε ο Ντίλαν η «φωνή µιας γενιάς» και ο «επαναστάτης των 60s»;
«Δεν επαναστάτησε στ’ αλήθεια ποτέ. Είχε πείσει τον εαυτό του πως είχε κάτι διαφορετικό να πουλήσει. «Ναι», συµφωνούσε η µάνα, «εκείνος είχε πείσει τον εαυτό του. Εµείς όχι. Σίγουρα όχι».
Εφυγε θυµωµένος από το σπίτι του; «Οχι, θυµωµένος όχι!».
Ο µικρός Μποµπ ήταν ευγενικό παιδί και µάλλον συνεσταλµένο. «Να τι µας ενοχλούσε. Εκείνη την εποχή είχε επιρροή πάνω σε παιδιά µε έναν τρόπο που δεν έπρεπε», έλεγε ο πατέρας. «Από µικρό όµως τον απασχολούσαν οι άνθρωποι που αντιµετώπιζαν προβλήµατα στη ζωή τους,ήθελε να κάνει πράγµατα για τους συνανθρώπους του και δεν µπορούσε να καταλάβει ότι αυτά τα πράγµατα, αυτές οι αλλαγές, χρειάζονται χρόνο.
Ηθελε να τα πετύχει όλα πολύ γρήγορα».
Αλλά ο Σέλτον, ο φίλος του Μποµπ, ήταν φίλος και της Σιουζ Ρότολο, της κοπέλας του Ντίλαν από το 1961 ώς το 1965 (η οποία πρόσφατα έφυγε από τη ζωή). Ο Σέλτον ήταν και ένας από τους ελάχιστους ανθρώπους στον οποίο η Ρότολο είχε µιλήσει ανοιχτά για τη σχέση.
Την πρώτη φορά που τον είδε η Σουζ δεν τον πήρε στα σοβαρά. Της είχε φανεί «αστείο» πρόσωπο, αλλά «ωραίο αστείο», συµπλήρωσε. «Νοµίζω ότι πάντα πίστευε πως θα γινόταν πολύ σπουδαίος µια µέρα». Ο Σέλτον έγραφε ότι ο Ντίλαν ήταν σαν ένα σφουγγάρι που ρουφούσε τα πάντα και η Ρότολο αναγνώρισε γρήγορα αυτή την ικανότητά του. Με το που τον γνώριζες καταλάβαινες πως δεν ήταν καθόλου αστεία περίπτωση, καταλάβαινες το πόσο τροµακτικά αστραφτερό µυαλό ήταν. Τα πρώτα χρόνια, το 1961, καθόταν µέσα σε ένα δωµάτιο γεµάτο ανθρώπους και απορροφούσε λάµψη από τον καθένα και από παντού».
Είχε έναν τρόπο που γοήτευε από τότε τους ανθρώπους. Το παραδεχόταν και η Σουζ. «Είχε ένα µυστήριο που τους γοήτευε. Το µεγαλύτερο κοµµάτι από αυτό το δηµιουργούσε και πρόσθετε ακόµη περισσότερα µε το να είναι ο εαυτός του. Πιστεύω πως το διασκέδαζε. Φοβόσουν όµως να τον ρωτήσεις πράγµατα γιατί υπήρχε ένα σύννεφο γύρω του. Πολλοί που τον ξέρουν δεν θέλουν να τον ρωτάνε γιατί δεν ξέρουν µε ποιον τρόπο να υπερασπίσουν τον εαυτό τους, αν απαντήσει. Υπάρχει κάτι που παρατηρώ σε αυτόν και δεν µ’ αρέσει καθόλου», εκµυστηρεύτηκε η Ρότολο. «Ισως και στον ίδιο να µην αρέσει. Είναι µερικές φορές πολύ αρνητικός, πολύ πεσιµιστής. Αλλά από την άλλη πλευρά είναι πολύ ζωντανός άνθρωπος, τόσο πολύ ζωντανός και ενθουσιώδης που σχεδόν σε τροµάζει… Και µετά έχει κάτι άλλο, είναι πάρα πολύ αστείος».
«Επαιρνα ηρωίνη και σκεφτόµουν να αυτοκτονήσω»
Μέσα σε όλα τα αφιερώµατα και µια συνέντευξη. Από το 1966 βγήκε στην επιφάνεια τώρα από το BBC και ο Ντίλαν σε αυτή παραδεχόταν ότι ήταν εξαρτηµένος από την ηρωίνη. Και πως είχε σκεφτεί µέχρι και την αυτοκτονία. «Σταµάτησα να παίρνω ηρωίνη στη Νέα Υόρκη, ήµουν πολύ εξαρτηµένος. Εννοώ πραγµατικά εξαρτηµένος. Μου στοίχιζε 25 δολάρια την ηµέρα και σταµάτησα», έλεγε στον Ρόµπερτ Σέλτον. Στη συνέντευξη, από τον Μάρτιο του 1966 (που ο Ντίλαν ήταν σε περιοδεία στην Αµερική), έλεγε επίσης : «Για µένα ο θάνατος δεν είναι τίποτε. ∆εν έχει καµία σηµασία από τη στιγµή που µπορώ να πεθάνω γρήγορα…. Και θα µπορούσα να το είχα κάνει… ∆εν είµαι ο τύπος που θα έκοβε το αυτί του... Αν τα πράγµατα πήγαιναν στραβά, θα έριχνα µια σφαίρα στο κεφάλι µου. Θα πηδούσα από το παράθυρο», έλεγε το 1966.
Θα τραγουδήσουν «Happy Birthday» στο YouTube
Ντίλαν παντού. Ανεξάντλητος.
Τα 70χρονα του Μποµπ πυροδοτούν αφιερώµατα σε όλο τον κόσµο. Αναµενόµενο. Αν και ίσως περισσότερα αφιερώµατα απ’ ό,τι ήταν αναµενόµενο. Με τον Ντίλαν δεν ξέρεις τι να περιµένεις – είναι η αλήθεια. Ποτάµια από µελάνι τρέχουν, πλήκτρα σε υπολογιστές λειώνουν, υπολογιστές ολόκληροι λειώνουν για να πουν στον εορτάζοντα τα «Χρόνια Πολλά». Και πάντα µε υγεία.
Η ηθοποιός Κέιτ Μπλάνσετ, ένα από τα πρόσωπα που έπαιξαν τον Ντίλαν στην ταινία «Ι’ m Not There» του 2007, θα του έκανε, λέει, δώρο το βιβλίο «The Fortunes Of Richard Mahony» του Henry Handel Richardson, «ένα καταπληκτικό βιβλίο για την αποµόνωση, την εγκατάλειψη και την τύχη. Ενα από τα ελάχιστα βιβλία που πιθανώς να µην έχει διαβάσει». Η Κέσα, η ποπ τραγουδίστρια από το Νάσβιλ, θα του έκανε δώρο ένα µωρό - ελέφαντα που «να µπορεί να ζωγραφίζει. Θα το έλεγαν Τάιρον, θα έκανε παρέα στον Μποµπ αν κάποια στιγµή ένιωθε µόνος και θα µπορούσε να διακοσµήσει τον χώρο µε τις καταπληκτικές ζωγραφιές του», είπε η Κέσα.
Η κυρία των Pretenders, Κρίσι Χάιντ, κάτι επίσης για να περνάει την ώρα και να πιάνει λιγότερο χώρο στο σπίτι, έναν στόχο για βελάκια µε ταβελάκια µαζί, «όχι για κάποιον ιδιαίτερο λόγο, επειδή µάλλον είναι κάτι που θα του άρεσε».
Ο Μποµπ δεν έχει παρά να πει ευχαριστώ για τις ευχές, τα δώρα και το αµείωτο ενδιαφέρον του κόσµου όλα αυτά τα χρόνια – που είναι πολλά αν υπολογίσεις από τις αρχές της δεκαετίας του ‘60 που έπιασε δουλειά, να τραγουδάει, να βγάζει δίσκους και να κάνει περιοδείες, περιπλανώµενος τροβαδούρος αφοσιωµένος στον σκοπό του, την τέχνη του.
Οι φαν του, σήµερα, ενώνονται όλοι στο YouTube – η µεγαλύτερη χορωδία του κόσµου – να του τραγουδήσουν το «Happy Birthday». Εκείνος, βέβαια, δεν θα είναι εκεί. Θα προτιµήσει να είναι ο ίδιος αινιγµατικός, απόµακρος, ιδανικός µαέστρος του µυστηρίου γύρω του.
Στην Αµερική οι εκδηλώσεις για τα 70χρονα είναι ακόµη πιο µαζικές για τον ποιητή της. Μέσα από τα τραγούδια ταξιδεύει η εικόνα της. Ραδιοφωνικοί µαραθώνιοι, κινηµατογραφικά αφιερώµατα, συναυλίες προς τιµήν του, η µέρα σήµερα ανήκει στον Μποµπ. Οι επιρροές του στη µουσική άλλωστε βρίσκονται παντού, αναγνωρίσιµες µέσα στα χρόνια, ώς την πιο νέα γενιά, που επιλέγει στην τραγουδοποιία και τις δικές της αφετηρίες.
Ενα φεστιβάλ που διοργανώνει η Νόρα Τζόουνς µε τον Ανταµ Γκριν στη Νέα Υόρκη και ένα άλλο, τετραήµερο, το Dylan Days στο Χίµπινγκ της Μινεσότα, στα µέρη του δηλαδή, ξεχωρίζουν ανάµεσα στις εκδηλώσεις. Το περιοδικό «Rolling Stone» αφιερώνει ολόκληρο τεύχος – Happy Birthday Bob – , ενώ µια επιτροπή από «ειδικούς» – µουσικούς, ιστορικούς, συγγραφείς, δηµοσιογράφους και Ντιλανολόγους – ψηφίζουν τα 70 καλύτερα τραγούδια του.
Ο Μπόνο διαλέγει το «Like Α Rolling Stone», επειδή «σηµατοδοτεί (λέει) τη γέννηση ενός εικονοκλάστη, που χάρισε στο ροκ τηνπιο σπουδαία φωνή του και τον πιο υπέροχο βάνδαλο». Επανεκδόσεις βιβλίων, εκθέσεις και αφιερώµατα [οι ταινίες «Ι’ m Not There» (του Τοντ Χέινς), το «Don’t Look Back» (1967) του Ντ. Α Πένεµπεϊκερ και το «TheOther Side of Mirror» του Μάρεϊ Λέρνερ], µε υλικό από Φεστιβάλ του Νιούπορτ και από τη δεκαετία του ‘60 και πάλι στις οθόνες.
Φυσικά, έτοιµα είναι και τα καινούργια T-shirts, ενώ επιταχύνεται ο ρυθµός στην αγορά των εισιτηρίων στις επόµενες συναυλίες του που αρχίζουν πάλι σε τρεις εβδοµάδες και κρατήστε και αυτό: δεν θα αργήσει να ταράξει το µουσικό σύµπαν το δεύτερο µέρος της αυτοβιογραφίας του. Μέχρι τότε, µείνετε συντονισµένοι στον Πλανήτη Ντίλαν.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου