Μια αρχαία απειλή επιστρέφει στον 21ο αι., χωρίς η εξιδανικευμένη εκδοχή της να χάνει τη γοητεία της στη λαϊκή φαντασία
Μέχρι το 75 π.Χ., οι πειρατές που λυμαίνονταν την Ανατολική Μεσόγειο δεν είχαν ιδιαίτερα προβλήματα με τη Ρώμη: το κόστος της καταδίωξής τους ήταν πολύ μεγαλύτερο από τη μικρή επιβάρυνση του εμπορίου με τα λάφυρα και τα λύτρα, ας αφήσουμε που οι πειρατές εξασφάλιζαν στους Ρωμαίους συγκλητικούς σκλάβους για τις φυτείες. Ωστόσο, εκείνη τη χρονιά οι πειρατές της Μικράς Ασίας διέπραξαν, άθελά τους, ένα μοιραίο λάθος: συνέλαβαν κάποιον νεαρό νομικό, ο οποίος κατευθυνόταν προς τη Ρόδο και δεν ήταν άλλος από τον Ιούλιο Καίσαρα.
Ο Καίσαρας μεταφέρθηκε στο Φαρμακονήσι, όπου οι πειρατές ζήτησαν για την απελευθέρωσή του είκοσι χρυσά τάλαντα. Υπεροπτικός, παρά την αιχμαλωσία του, ο άνθρωπος που θα γινόταν αυτοκράτορας κάγχασε, τους είπε ότι δεν ήξεραν με ποιον είχαν να κάνουν και ότι θα έπρεπε να ζητήσουν τουλάχιστον πενήντα τάλαντα, όπως και έπραξαν. Τα λύτρα έφτασαν γρήγορα από τη Μίλητο, ο Καίσαρας απελευθερώθηκε, συγκρότησε σε χρόνο μηδέν πολεμικό στόλο και κατευθύνθηκε εναντίον των πειρατών. Τους πρόλαβε στη βάση τους, τους συνέτριψε και τους οδήγησε, αιχμαλώτους, στην Πέργαμο, όπου σταύρωσε πολλούς από αυτούς.
Σχεδόν 21 αιώνες αργότερα, η πειρατεία, μια μάστιγα τόσο παλιά όσο η ναυτιλία, προκαλεί και πάλι τη μοίρα της, δοκιμάζοντας τα όρια ανοχής των μεγάλων δυνάμεων. Γιατί μπορεί μεν για τους αμύητους στα μυστικά της πλώρης τα όσα διαδραματίζονται τους τελευταίους μήνες στα ανοιχτά της Σομαλίας να μοιάζουν εντελώς απροσδόκητα -μια ακατανόητη εισβολή του 15ου αιώνα στον 21ο- αλλά για τους ανθρώπους της θάλασσας ήταν, μέχρι πρόσφατα, μια δυσάρεστη μεν, αλλά σχεδόν μπανάλ πραγματικότητα.
Από την Καραϊβική μέχρι τα Στενά της Μάλακκα, μεταξύ Ινδονησίας και Μαλαισίας κι από το Αφρικανικό Κέρας μέχρι τη Νότια Κίνα, οι παράτολμοι απόγονοι του μυθικού κάπτεν Χουκ, με φουσκωτά και γάντζους, ανεμόσκαλες και καλάσνικοφ, δεν έπαψαν ούτε στιγμή να βγάζουν τη γλώσσα στα υπερσύγχρονα καράβια, τα ραντάρ και τους δορυφόρους. Σύμφωνα με το Διεθνές Γραφείο Ναυτιλίας (ΙΜΒ), την περίοδο 2000-2006 σημειώθηκαν περίπου 2.400 πράξεις πειρατείας στις ανοιχτές θάλασσες. Οι ναυτιλιακές εταιρείες προτιμούσαν να πληρώνουν τα λύτρα και τα εθνικά κράτη να κάνουν τα στραβά μάτια γιατί το κόστος της προστασίας των πλοίων εμφανιζόταν πολύ μεγαλύτερο από το κόστος της ίδιας της πειρατείας.
Ωστόσο, την τελευταία διετία το πρόβλημα επιδεινώθηκε απότομα στον Κόλπο του Αντεν, ένα από τα πιο σπουδαία ναυτικά περάσματα του κόσμου. Μόνο το 2008 σημειώθηκαν, από Σομαλούς πειρατές, 139 ένοπλες επιθέσεις, κατελήφθησαν 49 πλοία, 889 ναυτικοί κρατήθηκαν όμηροι, 11 ναυτικοί σκοτώθηκαν και 21 αγνοούνται. Οι πειρατές οπλίστηκαν με τόση αποκοτιά που τους επέτρεψε να κάνουν ρεσάλτο σε ένα γιγαντιαίο, σαουδαραβικό τάνκερ και σε ένα ουκρανικό πλοίο που μετέφερε τανκς, ενώ την εβδομάδα που πέρασε επιχείρησαν -χωρίς αποτέλεσμα- να καταλάβουν ένα ιταλικό κρουαζιερόπλοιο, μεγάλο σαν αεροπλανοφόρο, που μετέφερε 1.527 ανθρώπους. Επιπλέον, οι πειρατές, άθελά τους, βγάζουν στη φόρα τα άπλυτα διαφόρων κρατών - συμπεριλαμβανομένων συμμάχων των ΗΠΑ, που αποκαλύπτεται ότι κάνουν εξαγωγές όπλων στο Σουδάν, σε πείσμα των καταγγελιών περί γενοκτονίας στο Νταρφούρ.
Το ποτήρι ξεχείλισε
Για την Αμερική, το ποτήρι ξεχείλισε όταν οι πειρατές κατέλαβαν το υπό αμερικανική σημαία φορτηγό «Αλαμπάμα», ένα φορτηγό σκάφος 17.000 τόνων, του οποίου ο καπετάνιος Ρίτσαρντ Φίλιπς, προσφέρθηκε ως όμηρος για να μείνουν ελεύθεροι οι άνδρες του. Η δραματική απελευθέρωση του Φίλιπς από το αμερικανικό, πολεμικό ναυτικό -που σκότωσε τρεις πειρατές- προβλήθηκε ως ναυτικό έπος από τα αμερικανικά μέσα ενημέρωσης και στάθηκε αφορμή να κηρύξει ο Μπαράκ Ομπάμα εκστρατεία για την αναχαίτιση των πειρατών.
Αποτέλεσμα όλων αυτών ήταν η πρωτοφανής, διεθνής κινητοποίηση, με αρμάδες του ΝΑΤΟ, της Κίνας, της Ρωσίας και της Ιαπωνίας, απέναντι στα ταπεινά πλοιάρια των πειρατών. Το υπαρκτό πρόβλημα μεγεθύνεται, καθώς γίνεται αφορμή για διάφορα γεωστρατηγικά παιχνίδια. Ο Ομπάμα βρήκε την ευκαιρία να εμφανισθεί αρκούντως «σκληρός» έναντι των σκληροπυρηνικών που τον κατηγορούσαν για ενδοτισμό, αλλά και να δικαιολογήσει τη νέα, αμερικανική στρατιωτική διοίκηση της Αφρικής, Africom, που δημιουργήθηκε, ουσιαστικά, για να αναχαιτίσει τη ραγδαία αυξανόμενη κινεζική επιρροή στη μαύρη ήπειρο. Από την πλευρά της, η Κίνα δράττεται της ευκαιρίας για να δικαιολογήσει, στο όνομα της πάταξης της πειρατείας, την ταχύτατη ενίσχυση του πολεμικού της ναυτικού, κάτι που -όπως ο ναυτικός εξοπλισμός της Γερμανίας, έναν αιώνα νωρίτερα- αποτελεί βασικό όρο για την ανάδειξή της σε μεγάλη, παγκόσμια δύναμη.
Είναι αμφίβολο, όμως, αν η προσφυγή σε στρατιωτικά και μόνο μέσα μπορεί να έχει αποτελέσματα - κάτι που αναγνώρισε, άλλωστε, και ο υπουργός Αμυνας των ΗΠΑ, Ρόμπερτ Γκέιτς. Οι στολίσκοι των πειρατών θα τροφοδοτούνται διαρκώς από περισσότερους, περισσότερο παράτολμους νέους άνδρες όσο συνεχίζεται η αποσύνθεση της Σομαλίας, μιας χώρας όπου βασιλεύουν η πείνα και οι αλληλοσφαζόμενες παραστρατιωτικές συμμορίες.
Ακόμα χειρότερα, η απουσία ισχυρής κεντρικής κυβέρνησης επιτρέπει σε μεγάλες χώρες και επιχειρήσεις να λυμαίνονται ανεμπόδιστα την αλιεία της Σομαλίας και να τη μολύνουν με άπειρους τόνους τοξικών αποβλήτων. Οπως έχει καταγγείλει η υπηρεσία του Περιβαλλοντικού Προγράμματος του ΟΗΕ (UNEP), ευρωπαϊκές εταιρείες ξεφορτώνονται στις σομαλικές ακτές απόβλητα καταβάλλοντας το εξευτελιστικό ποσό των 2,5 δολαρίων ανά τόνο.
Ετσι, οι ρόλοι εμφανίζονται αντεστραμμένοι: Οι μεγάλες δυνάμεις που περιπολούν έξω από τα σομαλικά ύδατα δρουν σαν πειρατές, ενώ οι Σομαλοί κουρσάροι τιτλοφορούνται «Στρατός Σωτηρίας του Ωκεανού». Η γερμανική Die Zeit αναγνώριζε, με αξιοπρόσεκτη τόλμη, ότι «εδώ και δεκαετίες, Ευρωπαίοι και Ασιάτες λεηλατούν τα νερά της Σομαλίας. Στους Σομαλούς ψαράδες δεν έμεινε τίποτα, έτσι έγιναν πειρατές, αλλά ποιος είναι εδώ ο πραγματικός πειρατής;».
Κουρσάροι και άρχοντες
Από την Τζένη των πειρατών, στην Οπερα της Πεντάρας του Κουρτ Βάιλ μέχρι τον Πειρατή του Ελβα, στα διηγήματα του Λουίς Σεπούλβεδα, το μαύρο, πειρατικό καράβι εμφανίζεται συχνά ως η Νέμεση των άλλων, πολύ μεγαλύτερων και «νόμιμων» πειρατών -των ολιγαρχών του χρήματος, που καταδυναστεύουν τους αδύνατους.
Η πραγματικότητα, βέβαια, είναι πολύ λιγότερο ρομαντική. Τα όρια ήταν πάντα πολύ συγκεχυμένα ανάμεσα στον καθαρό πειρατή -έναν ιδιόρρυθμο «επιχειρηματία», που δρα αποκλειστικά για ίδιον όφελος- και τον κουρσάρο, έναν πειρατή που αναλαμβάνει, με το αζημίωτο, βρώμικες δουλειές του δικού του κράτους εναντίον ανταγωνιστών του. Ο διαβόητος κουρσάρος της Μπαρμπαριάς Χαϊρεντίν Μπαρμπαρόσα οργάνωσε τον στόλο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ο Φράνσις Ντρέικ, προτού γίνει «σερ» από την αγγλική Αυλή, ήταν ο «Δράκος», ο τρομερός πειρατής που λεηλατούσε τις θάλασσες, για να ηγηθεί του αγγλικού στόλου στη ναυμαχία του 1588. Εκεί, οι πρώην πειρατές κατέστρεψαν τη φοβερή και τρομερή αρμάδα των Ισπανών ευγενών, για να γίνουν οι ίδιοι «σερ» στη συνέχεια.
Λίγη σημασία έχει, βέβαια, η ιστορική αλήθεια για την πειρατεία. Πολύ περισσότερο σημαντικό είναι γιατί πολλοί, πολλές φορές γοητεύονται από τον μύθο της, σε οποιαδήποτε εκδοχή -από εκείνη του εκτελεστή, μέχρι την ηπιότερη των ληστών των σούπερ μάρκετ, που μοιράζουν τα λάφυρα στη λαϊκή αγορά. Ενα φαινόμενο που προδίδει λιγότερη επαναστατικότητα και περισσότερη απελπισία. Οπως τα ιστορικά τους αρχέτυπα, οι σύγχρονοι πειρατές δεν αμφισβητούν στο ελάχιστο το υπάρχον σύστημα, απλώς διεκδικούν ένα μικρό μερίδιο της λείας για λογαριασμό τους ή έστω και μια πρόσθετη φιλανθρωπική συνδρομή υπέρ των φτωχών. Το μεγαλύτερο ατόπημά τους δεν είναι οι -ασήμαντες, από ιστορική άποψη- ληστείες σε βάρος των ισχυρών, αλλά η ληστεία του σημαντικότερου κεφαλαίου των αδύνατων: του συλλογικού τους θάρρους, της πεποίθησης ότι οι πολλοί μπορούν να κάνουν κάτι για να αλλάξουν τη ζωή τους, αντί να περιμένουν κάποιο θάμα από κάποιους Ζορό ή κάποιους Ρομπέν των Δασών, στο δελτίο των οκτω.
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο του Πέτρου Παπακωνσταντίνου - εφ. Καθημερινή, 03-05-2009
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου