Η Αποκριά είναι η περίοδος των τριών εβδομάδων πριν από την Καθαρή Δευτέρα, οπότε αρχίζει και η μεγάλη νηστεία της Σαρακοστής.
Αποκριά (αποκρεά) σημαίνει αποχή από το κρέας.
Σύμφωνα με κάποιους μελετητές, οι ρίζες των εθίμων της Αποκριάς βρίσκονται στην αρχαιότητα, στις πομπές που γίνονταν κατά τη διάρκεια των Ελευσίνιων Μυστηρίων (που μαζί με τα Διονύσια ήταν οι πρόγονοι του σημερινού καρναβαλιού), για να μεταφερθεί το Ιερό Πέπλο της Αθηνάς στον Παρθενώνα, μέσω της Ιεράς Οδού. Παρήλαυνε επίσης και μια μικρογραφία «Ιεράς Νηός» (Πάραλος, Σαλαμινία) πάνω σε τροχούς. Σε αρχαία αγγεία συναντάμε παράσταση του Διονύσου να κάθεται πάνω σε ένα τέτοιο πλοίο. Σε αυτή την τελετή ανάγεται η προέλευση της λέξης Καρναβάλι, από τις λατινικές λέξεις «carrus navalis», που σημαίνει ναυτικό αμαξίδιο. Κατά μία άλλη εκδοχή, η λατινογενής λέξη «Καρναβάλι» αποτελείται από τις λέξεις carne = κρέας και vale = χαιρετώ.
Ο Γεώργιος Μέγας στο βιβλίο του Ελληνικές γιορτές και έθιμα της λαϊκής λατρείας (Βιβλιοπωλείον της Εστίας, 2003) σημειώνει χαρακτηριστικά: «Οι Απόκριες, όπως παντού, είναι και στην Ελλάδα περίοδος ευθυμίας και διασκεδάσεων. Πριν μπει στο πέλαγος της Μεγάλης Σαρακοστής, ο χριστιανός, που θα νηστεύει και θα πενθήσει εφτά ολόκληρες εβδομάδες -ούτε γάμοι ούτε χοροί και πανηγύρια γίνονται ούτε φορούν κοσμήματα οι γυναίκες στο διάστημα αυτό- αισθάνεται την ανάγκη να διασκεδάσει, να κάνει κάθε είδους τρέλα. Γι' αυτό άλλοτε η αρχή του Τριωδίου αναγγελλόταν είτε με πυροβολισμούς είτε με τον δημόσιο τελάλη είτε με τα τύμπανα. Π.χ., στην Υδρα η Αποκριά μπαίνει με τα ταμπούρλα την ημέρα του Αγίου Αντωνίου (17 Ιανουαρίου). Αρχίζουν και βαράνε τα ταμπούρλα σ' όλες τις γειτονιές και γίνεται ένας μεγάλος αλαλαγμός. Στη Λάστα της Γορτυνίας ένας φώναζε δυνατά ότι πλησιάζει η Αποκριά και όποιος δεν έχει θρεφτάρι, ν' αγοράσει. Γιατί Αποκριά ίσον φαγοπότι, και πρώτη φροντίδα πρέπει να είναι η προμήθεια του σφαχτού. Κάθε σπίτι τώρα πρέπει να ματώσει, δηλαδή κάτι να σφάξει. Σφάζουν κυρίως γουρούνι και σε πολλούς τόπους, όπως στην Πελοπόννησο, εξετάζουν τα σπλάχνα του (σπλήνα, χολή, καρδιά) και βγάζουν από αυτά μαντεύματα για το μέλλον».
Μέχρι πριν από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Αποκριά γιορταζόταν στην Ελλάδα με παρέες μεταμφιεσμένων που κυκλοφορούσαν στους δρόμους τραγουδώντας άσεμνα και σκωπτικά τραγούδια. Το κέφι ήταν πηγαίο και άφθονο. Ομως αυτά χάθηκαν σε μικρό ή μεγάλο βαθμό και επικράτησαν τυποποιημένες εορταστικές εκδηλώσεις, με αποκριάτικες στολές και άρματα.
Η πρώτη βδομάδα της Αποκριάς ξεκινάει την Κυριακή του Τελώνου και του Φαρισαίου μέχρι την Κυριακή του Ασώτου, που μπαίνουμε στο Τριώδιο. Τούτη η βδομάδα, όταν αρχίζουν και σφάζουν τους χοίρους που έχουν και θρέφουν για τον σκοπό αυτό, λέγεται Προφωνή ή Προφωνέσιμη.
Η δεύτερη εβδομάδα, από την Κυριακή του Ασώτου μέχρι την Κυριακή της Κρεοφάγου ονομάζεται Κρεατινή ή Ολόκριγια, επειδή τότε οι Χριστιανοί δεν κρατούν Τετάρτη και Παρασκευή, αλλά τρώνε «ό,τι να 'ναι».
Τέλος, η τρίτη βδομάδα, της Τυρινής, που ξεκινά την Κυριακή της Κρεοφάγου και τελειώνει την Κυριακή της Τυροφάγου, την παραμονή δηλαδή της Καθαράς Δευτέρας, λέγεται έτσι επειδή κατά τη διάρκεια αυτής καταλύονται κυρίως τα τυροκομικά, μέχρι, μάλιστα, εξαντλήσεώς τους, αφού αμέσως μετά ακολουθεί η αυστηρή νηστεία της Σαρακοστής. Είναι και η τελευταία βδομάδα της Αποκριάς, η οποία και γιορτάζεται περισσότερο από όλες, με γλέντια και ξεφαντώματα, μασκαρέματα και καρναβάλια.
Αναζητώντας την ιστορία του καρναβαλιού σίγουρα θα χαθούμε σε δεκάδες ανιμιστικές εκδηλώσεις, που με τη μια ή με την άλλη μορφή ήταν και εξακολουθούν να είναι παρούσες στις παραδόσεις όλων των λαών. Από τη βόρεια Ευρώπη μέχρι τη νότια Αμερική και από την Αφρική μέχρι την Ιαπωνία, παρόμοιες γιορτές μετρούσαν τις αλλαγές των εποχών μέσα από την ανάμειξη δοξασιών και πραγματικότητας, γήινων γιορτών και θρησκευτικής τελετουργίας. Οσο για τη μεταμφίεση και τη μάσκα, εκτός του ότι είναι τόσο παλιά όσο και ο άνθρωπος, είναι ένα φαινόμενο τόσο κοινό σε όλους τους πολιτισμούς και όλες τις θρησκείες, που αποτελεί συχνά μία από τις σημαντικότερες πηγές στην προσπάθεια της μελέτης τους.
Στην κυριολεξία Αποκριά σημαίνει το σταμάτημα της κρεοφαγίας, όπως και το λατινικό καρναβάλι σημαίνει το ίδιο ακριβώς, carnen levare. Η γιορτή της Αποκριάς έχει προχριστιανική προέλευση και αντιστοιχεί στις διονυσιακές γιορτές των αρχαίων Ελλήνων και στα Σατουρνάλια των Ρωμαίων, που γίνονταν προς τιμήν του θεού Κρόνου (ως προστάτη της σποράς), διαρκούσαν μία εβδομάδα και άρχιζαν στις 17 Δεκεμβρίου. Ο πατέρας της ελληνικής λαογραφίας Νικόλαος Πολίτης γράφει ότι τα αποκριάτικα έθιμα έχουν τις ρίζες τους στα Λουπερκάλια των αρχαίων Ρωμαίων, που άρχιζαν στις 15 Φεβρουαρίου και γιόρταζαν τη γονιμότητα της γης και των ζώων.
Η Αποκριά καθιερώθηκε από την Εκκλησία προς τα τέλη του 6ου αιώνα, σήμερα όμως έχει χάσει την αρχική σημασία της και πλέον για τους περισσότερους σημαίνει μια περίοδο μεταμφιέσεων, γλεντιού και ελευθεριότητας πριν από τη Σαρακοστή.
Η χαρακτηριστικότερη εκδήλωση της Αποκριάς, που τηρείται ιδιαίτερα στις μέρες μας, είναι οι μεταμφιέσεις. Στο παραδοσιακό πλαίσιο υπάρχει κατά τόπους ποικιλία μεταμφιέσεων (Κουδουνάτοι, Κουκούγεροι, Μπούλες, Γενίτσαροι, Γέροι και Κορέλες, Βλάχικος γάμος κ.ά.), με αναπαραστάσεις γαμήλιας πομπής, θανάτου και νεκρανάστασης, σατιρισμούς και παρωδίες δικαστηρίου, τιμωρίες (κρεμάλα) αλλά και χάρη, δίκες δικαστών ή του Αγά (σε πολλά νησιά). Στη Σίφνο γίνεται αναπαράσταση του Χορού του Κυρ Βοριά, στην Πάρο και στη Χίο, αναπαράσταση της εκδίωξης των πειρατών. Η ελευθεροστομία και τα αστεία, γιατί «το καλεί η μέρα», είναι το κυριότερο χαρακτηριστικό των εκδηλώσεων της Αποκριάς. Μεταμφιέσεις γίνονται σε ολόκληρη την Ελλάδα αλλά και στην Ευρώπη: καμουζέλες, μούσκαροι, μασκαράδες, καρνάβαλοι (maschera, carnevale < levare =" αποχαιρετισμός">
Αλήθεια, τι χωράει σε ένα αφιέρωμα; Χωρίς να υπάρχει διάθεση προσπεράσματος, οι επιλογές είναι απολύτως ενδεικτικές και μάλλον συμπτωματικές. Δεν είναι δυνατόν σε ένα αφιέρωμα δέκα σελίδων να καλυφθούν τα δρώμενα όλων των περιοχών της Ελλάδας. Ομως, χωράει ένα αφιέρωμα για την Αποκριά σε ένα ένθετο που αφορά κατά κύριο λόγο το βιβλίο και τα περί αυτό; Μήπως δείχνει ολίγον «τουριστικόν»; Διόλου. Η άποψή μας είναι απόλυτη και σαφής, εφόσον η αντιμετώπιση που προτείνουμε έχει να κάνει αποκλειστικά και μόνο με την επιστήμη της λαογραφίας. Από την άλλη, αποφασίσαμε, σε καιρούς αρκετά δύσθυμους έως μελαγχολικούς, ολίγον να ευθυμήσουμε...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου