4/6/10

Η πολιτική «τραγωδία» της Ιαπωνίας παρέσυρε και το γιεν...


Tι ειρωνεία... Μόλις εννέα μήνες μετά την ιστορική νίκη του, ο 63χρονος Γιουκίο Χατογιάμα εξοντώθηκε πολιτικά και οδηγήθηκε στην παραίτηση όταν η δημοτικότητά του κατέρρευσε κάτω από το 25%! Η σκληρή αντιπαράθεσή του με τις ΗΠΑ και οι μαζικές διαδηλώσεις στην Οκινάουα τον συνέτριψαν, καθώς ο λαός, τελικώς, αντέδρασε στην επιχειρούμενη μεταβολή του δόγματος της «στρατιωτικής συμμαχίας» με την Ουάσιγκτον. Ο Χατογιάμα είχε προεκλογικώς υποσχεθεί τη μετεγκατάσταση της γιγαντιαίας αμερικανικής βάσης στην Οκινάουα σε πιο αραιοκατοικημένη περιοχή της Ιαπωνίας και την αποχώρηση χιλιάδων Αμερικανών πεζοναυτών από τη χώρα.
Mε τη μεγαλύτερη λαϊκή απήχηση και ιδιαίτερα υψηλό κύρος στους κόλπους της περίφημης ιαπωνικής γραφειοκρατίας και με λαμπρό πολιτικό μέλλον, ο Χατογιάμα με τη γοητευτική προσωπικότητά του θεωρήθηκε ο καταλληλότερος για το σοβαρό αυτό αξίωμα και τον επέλεξαν ως πρωθυπουργό στις 30 Αυγούστου του 2009. Με συνθήματα εναντίον της «υπό αμερικανική ηγεμονία παγκοσμιοποίησης» και του «φονταμενταλισμού της αγοράς», ο Χατογιάμα έδωσε τέλος στην εξουσία του κυρίαρχου, επί 54 ολόκληρα χρόνια, Φιλελεύθερου Δημοκρατικού Κόμματος της Ιαπωνίας.
Η δημοκρατική κυβέρνηση του κ. Χατογιάμα, που ανέλαβε τα ηνία της χώρας μετά μισό αιώνα κυριαρχίας του συντηρητικού κόμματος, είχε υποσχεθεί ότι θα προσπαθήσει να αναδιαμορφώσει τις σχέσεις της με την Ουάσιγκτον σε μία «πιο ισότιμη βάση» από εκείνη που είχε παγιωθεί την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Επίσης, επιθυμούσε να διακόψει τις επιχειρήσεις ανεφοδιασμού των αμερικανικών πλοίων στον Ινδικό Ωκεανό. Οι κινήσεις αυτές είχαν προκαλέσει έντονη νευρικότητα στην Ουάσιγκτον.
Παράλληλα, ο Χατογιάμα, με την αναζήτηση νέου εθνικού ρόλου, είχε επιδιώξει να εφαρμόσει και μια νέα οικονομική πολιτική. Οι απόψεις του ήταν εξαιρετικά σημαντικές. Θεωρούσε πως η χώρα του πρέπει και μπορεί να δώσει τέλος στον ανεξέλεγκτο φονταμενταλισμό της αγοράς και στον χρηματιστικό καπιταλισμό, «που είναι κενοί ήθους και αυτοσυγκράτησης», ώστε να προστατεύσει τα οικονομικά και τη ζωή των πολιτών της. Είχε επισημάνει ότι «η οικονομική κρίση έχει πλήξει τη μονοκρατορία των ΗΠΑ». Επίσης, είχε διατυπώσει αμφιβολίες «για τη διατήρηση του δολαρίου ως βασικού παγκόσμιου νομίσματος». «Ωστόσο, καμιά χώρα δεν είναι προς το παρόν σε θέση να αντικαταστήσει τις ΗΠΑ ως κυρίαρχη. Ούτε υπάρχει νόμισμα έτοιμο να αντικαταστήσει το δολάριο», είχε υποστηρίξει.
Πώς θα διατηρήσει, όμως, η Ιαπωνία την πολιτική και οικονομική ανεξαρτησία της, προστατεύοντας τα εθνικά συμφέροντά της, όταν βρίσκεται ανάμεσα στις ΗΠΑ, που μάχονται να παραμείνουν στη θέση τους ως κυρίαρχη δύναμη στον κόσμο, και στην Κίνα, η οποία αναζητεί τρόπους να γίνει η ίδια κυρίαρχη; Το ερώτημα αυτό παραμένει μετέωρο όχι μόνο στην Ιαπωνία, αλλά και στα μικρά και μεσαία κράτη της Ασίας.
Και απαντούσε: «Αναζητώντας νέες δομές διεθνούς συνεργασίας, η Ιαπωνία πρέπει να ξεπεράσει τον υπερβάλλοντα εθνικισμό και να στραφεί στην οικονομική συνεργασία και ασφάλεια βάσει κανόνων. Σε αντίθεση με την Ευρώπη, οι χώρες της περιοχής διαφέρουν σε μέγεθος, στάδιο ανάπτυξης και πολιτικό σύστημα, επομένως η οικονομική ενοποίηση δεν μπορεί να επιτευχθεί βραχυπρόθεσμα. Ωστόσο, πρέπει να αναζητήσουμε τη νομισματική ενοποίηση ως φυσική επέκταση της ταχείας οικονομικής ανάπτυξης που ξεκίνησε η Ιαπωνία και ακολούθησαν η Νότια Κορέα, η Ταϊβάν και το Χονγκ Κονγκ, με αποτέλεσμα τη δημιουργία της Ενωσης Κρατών Νοτιοανατολικής Ασίας. Η δημιουργία ενός ενιαίου ασιατικού νομίσματος πιθανόν να χρειαστεί περισσότερα από 10 χρόνια. Η πολιτική ενοποίηση ίσως χρειαστεί ακόμη μεγαλύτερο χρονικό διάστημα». Δυστυχώς, όλα αυτά αποτελούν παρελθόν...
Η μεγάλη οικονομική ιδέα του Χατογιάμα, που ήταν αρκετά ριζοσπαστική για τα ιαπωνικά δεδομένα, απέτυχε. Η οικονομία της χώρας παρέμεινε βυθισμένη και το εθνικό χρέος προσεγγίζει το 200% του ΑΕΠ, δηλαδή σχεδόν διπλάσιο σε μέγεθος σε μια οικονομία μεγέθους 5 τρισεκατομμυρίων δολαρίων. Aυτό το βουνό από χρέος σημαίνει ότι κάθε πολίτης της χώρας συμπεριλαμβανομένων των μωρών που γεννιούνται τώρα, χρεώνεται περίπου έξι εκατομμύρια γιεν, ή περίπου τον μέσο όρο του ετήσιου εισοδήματος ενός μισθωτού. Η προσπάθειά του να καθοδηγήσει την οικονομία μακριά από την ανάπτυξη που ωθείται από τις εξαγωγές, δίνοντας μεγαλύτερη έμφαση στην εγχώρια ζήτηση, δεν προχώρησε. Με βασική αναπτυξιακή στρατηγική την τόνωση της κατανάλωσης, δυσκολεύθηκε να αποκαταστήσει την οικονομική ευρωστία της χώρας, την ώρα μάλιστα που η κινεζική οικονομία αναμένεται να την ξεπεράσει φέτος.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο ZEZA ZHKOY-εφ. Καθημερινή, 03-06-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: