23/11/10

Στοιχειώνουν τα φαντάσματα του ’30


Η κρίση χρέους των βιομηχανικών δυνάμεων μετατρέπεται σε παγκόσμιο νομισματικό πόλεμο απρόβλεπτης έντασης και συνεπειών

Μέχρι πρόσφατα, οι αισιόδοξες αναλύσεις για την παγκόσμια οικονομική κρίση της τελευταίας τριετίας στηρίζονταν σε δύο θεμελιώδεις διαφορές με τη Μεγάλη Υφεση που συγκλόνισε τον κόσμο τη δεκαετία του 1930: Πρώτον, την ανυπαρξία αντίπαλου δέους στον καπιταλισμό, με τη μορφή μιας σοσιαλιστικής υπερδύναμης όπως η ΕΣΣΔ και ενός απειλητικού κομμουνιστικού κινήματος σε παγκόσμια κλίμακα· και δεύτερον, τη συντονισμένη αντιμετώπιση της κρίσης από τις μεγάλες δυνάμεις, σε αντιδιαστολή με την ολέθρια επικράτηση του πνεύματος «ο σώζων εαυτόν σωθήτω» στην κρίση της δεκαετίας του '30, που πυροδότησε πρώτα νομισματικούς, ύστερα εμπορικούς και τέλος πραγματικούς πολέμους πρωτοφανούς καταστροφικής δύναμης. Το τελευταίο διάστημα, όμως, αυτός ο δεύτερος πυλώνας σταθερότητας εμφανίζει ρωγμές, που απειλούν το οικοδόμημα της παγκοσμιοποίησης με διάρρηξη, όπως καταδεικνύει η ηλεκτρισμένη ατμόσφαιρα των προηγούμενων ημερών με αφορμή τη σύνοδο κορυφής του G20, στη Σεούλ.
Επί δύο χρόνια, η ανάδειξη του G20 ως επιτελικού κέντρου της παγκόσμιας οικονομίας αποτελούσε την πιο χαρακτηριστική ενσάρκωση του «διεθνιστικού» πνεύματος αντιμετώπισης της κρίσης. Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του G8, το οποίο συσπείρωνε μόνο τις παραδοσιακές μεγάλες δυνάμεις του βιομηχανικού Βορρά, το G20 απολαμβάνει μεγαλύτερη διεθνή νομιμοποίηση, καθώς περιλαμβάνει αναδυόμενες οικονομίες όπως οι Κίνα, Ινδία, Βραζιλία, Τουρκία. Στις πιο σκοτεινές ώρες της κρίσης, μετά την κατάρρευση της LehmaBrothers, το G20 αποσόβησε την παλινδρόμηση σε πρακτικές εθνικού προστατευτισμού και ενθάρρυνε τις γενναίες, συντονισμένες παρεμβάσεις των κεντρικών τραπεζών για την παροχή ρευστότητας με στόχο την αναζωογόνηση της διεθνούς οικονομίας.
Το τελευταίο εξάμηνο, όμως, η ατμόσφαιρα σταδιακά επιδεινώνεται. Η προηγούμενη σύνοδος κορυφής του Τορόντο, τον Ιούνιο, απέτυχε να γεφυρώσει στο ελάχιστο το χάσμα μεταξύ των μεγάλων δυνάμεων, κυρίως μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ενωσης, ως προς την αντιμετώπιση της δημοσιονομικής κρίσης: οι Αμερικανοί επέμειναν να θέτουν ως προτεραιότητα την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας, έστω και με σημαντικά ελλείμματα, ενώ οι Ευρωπαίοι έμειναν πιστοί στη δρακόντεια δημοσιονομική πειθαρχία του Μάαστριχτ. Στην πορεία προς τη σύνοδο της Σεούλ οι αντιθέσεις πήραν οξύτερη μορφή, ύστερα από τη δραματική τοποθέτηση του Βραζιλιάνου υπουργού Οικονομικών, Γκουίντο Μαντέγκα, ότι «βρισκόμαστε εν μέσω παγκοσμίου πολέμου των νομισμάτων». Στο ίδιο μήκος κύματος, ο διοικητής της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, Ζαν-Κλοντ Τρισέ, δήλωσε ότι «η ιδέα να χρησιμοποιούνται τα νομίσματα ως πολιτικά όπλα ασκεί ολοένα και μεγαλύτερη επιρροή».
Αυτό που ηλέκτρισε στο έπακρο την ατμόσφαιρα ήταν η απόφαση του Μπεν Μπερνάνκι, διοικητή της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ, να πλημμυρίσει την αμερικανική αγορά με 600 δισ. δολάρια, αγοράζοντας ομόλογα του αμερικανικού Δημοσίου. Με τη δραματική αυτή κίνηση, ο Μπερνάνκι προσπάθησε να τονώσει την οικονομική δραστηριότητα ώστε να αποτρέψει τη σοβαρή απειλή να καθηλωθεί η Αμερική σε μια «χαμένη δεκαετία» αναιμικής ανάπτυξης, κατά το πρότυπο της Ιαπωνίας της δεκαετίας του '90. Συνακόλουθο αυτής της κίνησης, όμως, είναι η υποτίμηση του δολαρίου έναντι όλων των ανταγωνιστικών νομισμάτων, πράγμα που μεταφράζεται σε καλυμμένο εμπορικό πόλεμο εναντίον Ευρωπαίων και Ασιατών.
Οχι απροσδόκητα, η αμερικανική απόφαση προκάλεσε βροχή επικρίσεων. «Δεν είναι λογικό οι Αμερικανοί τη μια στιγμή να κατηγορούν τους Κινέζους ότι κρατούν τεχνητά υποτιμημένο το νόμισμά τους και την άλλη να βάζουν μπροστά το τυπογραφείο της κεντρικής τράπεζας που τυπώνει χαρτονομίσματα για να υποτιμήσουν το δολάριο», εξανέστη ο Γερμανός υπουργός Οικονομικών Βόλφγκανγκ Σόιμπλε. «Ολοι θέλουν η αμερικανική οικονομία να ανακάμψει, αλλά δεν κάνει σε κανέναν καλό να πετάς απλώς δολάρια από το ελικόπτερο», δήλωσε ο Βραζιλιάνος ομόλογός του Γκουίντο Μαντέγκα, ενώ ο επί του Εμπορίου συνάδελφός του, Βέλμπερ Μπαράλ, απείλησε ευθέως τους Αμερικανούς με «οικονομικά αντίποινα». Το ενδεχόμενο προσφυγής σε αντίποινα κατά του μεγάλου συμμάχου και προστάτη τους έθεσαν και οι Νοτιοκορεάτες αμφιτρύωνες της συνόδου. Ηδη, η Βραζιλία και άλλες αναδυόμενες οικονομίες της περιφέρειας έχουν υψώσει φραγμούς στην κίνηση του συναλλάγματος και επιβάλει φόρους στην αγορά ομολόγων για να προστατευθούν από το επαπειλούμενο τσουνάμι δολαρίων, που θα μπορούσε να αποσταθεροποιήσει την οικονομία όταν η παλίρροια δώσει τη θέση της στην άμπωτη.
Ο νομπελίστας οικονομολόγος Τζόζεφ Στίγκλιτς κρούει τον κώδωνα του κινδύνου στον βρετανικό Guardian: «Πριν από 40 χρόνια, οι ΗΠΑ κατάργησαν μονομερώς τη διεθνή νομισματική ισορροπία που επικρατούσε μεταπολεμικά, μετά τη διάσκεψη του Μπρέτον Γουντς, και οδήγησαν τον κόσμο σε ένα καθεστώς ελεύθερα κυμαινόμενων ισοτιμιών. Εκτοτε, η παγκόσμια οικονομία γνωρίζει κρίσεις χωρίς προηγούμενο. Τώρα, ο κόσμος βρίσκεται στο χείλος της μετάβασης σε ένα άλλο καθεστώς, κρατικής χειραγώγησης των νομισμάτων και κατακερματισμού της παγκόσμιας αγοράς, κάτι που θα οδηγήσει αναπόφευκτα στην επιστροφή του προστατευτισμού».
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Πετρου Παπακωνσταντινου-εφ. Καθημερινή, 14-11-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: