4/11/10

Οι διαδηλωτές που παίζουν... Αβαταρ


Από τους Ινδούς της φυλής Ντόνγκρια Κοντ, που αγωνίζονται εναντίον μιας βρετανικής μεταλλευτικής εταιρείας, έως τους Παλαιστίνιους των Κατεχομένων, πολλά είναι τα κινήματα διαμαρτυρίας που έχουν υιοθετήσει την ταυτότητα των Νάβι, των ηρώων της χολιγουντιανής ταινίας «Αβαταρ». Το φαινόμενο της οικειοποίησης στοιχείων της μαζικής κουλτούρας για πολιτικούς σκοπούς εξαπλώνεται.
Σε σκηνοθεσία «Αβαταρ», Ισραηλινοί και Παλαιστίνιοι διαδηλώνουν στη Δυτική Οχθη. Τον περασμένο Φεβρουάριο, πέντε ακτιβιστές, Ισραηλινοί, Παλαιστίνιοι και αλλοδαποί, έβαψαν τα σώματά τους λουλακί προκειμένου να μοιάσουν στους Νάβι, τον λαό που πρωταγωνιστούσε στην τελευταία κινηματογραφική επιτυχία του Τζέιμς Κάμερον, την ταινία επιστημονικής φαντασίας «Αβαταρ». Διαδήλωσαν στους δρόμους του κατεχόμενου χωριού Μπιλίν, όπου τους επιτέθηκε ο ισραηλινός στρατός με δακρυγόνα και βόμβες κρότου.
Η εμφάνιση των κυανόδερμων διαδηλωτών συνδύαζε τις παραδοσιακές βεδουίνικες και παλαιστινιακές μαντίλες κεφιγιέ και χιτζάμπ με ουρές και μυτερά αυτιά. Στο βιντεοσκοπημένο υλικό από το συμβάν εναλλάσσονταν εμβόλιμες σκηνές δανεισμένες από τη χολιγουντιανή ταινία. Στο βίντεο που κυκλοφόρησε στο Διαδίκτυο, ακούμε τους χαρακτήρες της ταινίας να διακηρύσσουν: «Θα δείξουμε στους Ανθρώπους του Ουρανού πως δεν μπορούν να αρπάξουν ό,τι θέλουν. Τούτη, τούτη είναι η γη μας!»
Πολύ μελάνι χύθηκε για το δημιούργημα του Τζέιμς Κάμερον. Ακόμη και οι πιο απολιτικοί κριτικοί τοπικών εφημερίδων αναγνώρισαν πως το «Αβαταρ» ήταν έντονα πολιτικοποιημένο. Συντηρητικά έντυπα, όπως το «National Review» ή το «Weekly Standard», κατήγγειλαν την ταινία ως αντιαμερικανική, αντιμιλιταριστική και αντικαπιταλιστική. Ενας κριτικός κινηματογράφου του Βατικανού υποστήριξε πως προωθούσε «τη θρησκευτική λατρεία της Φύσης»(1), ενώ κάποιοι στρατευμένοι οικολόγοι τη θεώρησαν ως «τη μεγαλύτερη εποποιία υπεράσπισης του περιβάλλοντος που καταγράφηκε ποτέ στο σελιλόιντ»(2). Από την αριστερά, πολλοί διακωμώδησαν την αντιφατική κριτική της αποικιοκρατίας που γινόταν στην ταινία και την υιοθέτηση των ενοχικών φαντασιώσεων των προοδευτικών λευκών, αποκαλώντας την «Χορεύοντας με τα στρουμφάκια». Μία από τις πιο οξυδερκείς κριτικές έγινε από τον Ντάνιελ Χιθ Τζάστις, ακτιβιστή του έθνους των Τσερόκι, ο οποίος θεώρησε πως το Αβαταρ επικεντρώνει στα δικαιώματα των απανταχού αυτοχθόνων, έστω κι αν ο Κάμερον υπεραπλούστευσε τα κακά της αποικιοκρατίας, δημιουργώντας ενσαρκώσεις του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος που είναι εύκολο να μισήσεις, αλλά δύσκολο να κατανοήσεις(3).
Η άλλη όψη
Τέτοιες ιδεολογικές κριτικές ενθαρρύνουν τον υγιή σκεπτικισμό απέναντι στην παραγωγή μαζικών μυθολογιών και βρίσκονται ένα βήμα μπροστά από κριτικές που αντιμετωπίζουν τη λαϊκή (ποπ ή μαζική) κουλτούρα ως επιπόλαιη και ασήμαντη στην ουσία της, που προσφέρει μόνο στον αντιπερισπασμό από τα πραγματικά προβλήματα του κόσμου μας. Η σημασία μιας δημοφιλούς ταινίας όπως το «Αβαταρ» βρίσκεται εκεί όπου διασταυρώνεται αυτό που θέλει να πει ο δημιουργός με τον τρόπο που το κοινό χρησιμοποιεί το δημιούργημά του για τις δικές του επικοινωνιακές ανάγκες.
Οι διαδηλωτές του Μπιλίν αναγνώρισαν τη δυνητική συγγένεια μεταξύ του αγώνα των Νάβι να υπερασπίσουν την Εδέμ τους από τους Ανθρώπους του Ουρανού και των δικών τους προσπαθειών να επανακτήσουν εδάφη που θεωρούν πως υφαρπάχθηκαν βίαια απ' αυτούς -το βίντεο στο YouTube καθιστά σαφή την αντίθεση ανάμεσα στην οργιώδη ζούγκλα της Πανδώρας και τα άγονα, γεμάτα σκόνη τοπία των κατεχομένων. Η υπερρεαλιστική εικονοπλασία τούς πρόσφερε μια ενδυναμωμένη εικόνα των δικών τους αγώνων. Εξάλλου, χάρη στον παντοδύναμο μηχανισμό μάρκετινγκ του Χόλιγουντ, οι εικόνες από το «Αβαταρ» είναι παγκοσμίως αναγνωρίσιμες.
Η θέα ενός κυανόδερμου πλάσματος να σφαδάζει στο ξερό χώμα, πνιγμένο από τα δακρυγόνα, σόκαρε αρκετούς και τους έκανε να προσέξουν μηνύματα που συνήθως αγνοούν, όπως περίπου έγινε και στην περίπτωση των ιρανών διαδηλωτών που χρησιμοποίησαν το Twitter για να κινήσουν το ενδιαφέρον όσων είναι γνώστες της ψηφιακής τεχνολογίας έξω από τη χώρα τους.
Καθώς οικειοποιούνταν το «Αβαταρ», οι ακτιβιστές εξουδετέρωσαν μερικές από τις πιο συχνές ιδεολογικές επικρίσεις. Κάποιοι συντηρητικοί κριτικοί ανησυχούσαν πως το «Αβαταρ» μπορεί να υποδαύλιζε αντιαμερικανικά συναισθήματα, καθώς όμως η εικόνα των Νάβι υιοθετήθηκε από ομάδες διαμαρτυρίας σε πολλά μέρη του κόσμου, ο μύθος ξαναγράφτηκε προκειμένου να εστιασθεί σε τοπικούς παραλληλισμούς του στρατιωτικοβιομηχανικού συμπλέγματος: στο Μπιλίν επικεντρώθηκαν στον ισραηλινό στρατό· στην Κίνα, στον αγώνα των ντόπιων πληθυσμών εναντίον της κεντρικής κυβέρνησης, στη Βραζιλία ήταν οι Ινδιάνοι του Αμαζονίου εναντίον των εταιρειών υλοτόμησης.
Χωρίς να βάψουν τα πρόσωπά τους λουλακί, διανοούμενοι, όπως η ινδή συγγραφέας Αρουντάτι Ρόι και ο σλοβένος φιλόσοφος Σλαβόι Ζίζεκ, χρησιμοποίησαν τις συζητήσεις γύρω από την ταινία για να τραβήξουν την προσοχή στη δυσχερή θέση του πληθυσμού των Ντόνγκρια Κοντ στην Ινδία, οι οποίοι αγωνίζονται εναντίον της κυβέρνησής τους για τα δικαιώματα πρόσβασης σε εδάφη που παραδοσιακά τους ανήκαν και τα οποία είναι πλούσια σε βωξίτη(4).
Αποδεικνύεται πως η Αμερική δεν είναι η μόνη «αυτοκρατορία του κακού» που έχει απομείνει στον πλανήτη Γη. Αριστεροί κριτικοί ανησυχούσαν πως η διανομή των πρωταγωνιστικών ρόλων σε λευκούς ανθρώπους θα προκαλούσε εύκολα την ταύτιση μαζί τους, εντούτοις, οι διαδηλωτές επιθυμούν σταθερά να μπουν στα κυανά σώματα των Νάβι.
Παιχνίδι ρόλων
Στην πραγματικότητα, οι «αβαταρικοί ακτιβιστές» συνδέονται με μια πολύ παλιά γλώσσα λαϊκής διαμαρτυρίας.
Στο κλασικό, πλέον, δοκίμιό της, «Woman On Top»(5), η ιστορικός του πολιτισμού Νάταλι Ζίμον Ντέιβις υπενθυμίζει πως στις απαρχές της σύγχρονης Ευρώπης οι διαδηλωτές συχνά κάλυπταν την ταυτότητά τους πίσω από παιχνίδια ρόλων, συχνά ντυμένοι με τις εθνικές φορεσιές λαών, τόσο πραγματικών (Μαυριτανοί) όσο και φανταστικών (Αμαζόνες), λαών οι οποίοι θεωρούνταν απειλή για τον πολιτισμένο κόσμο. Οι καλοί πολίτες της Βοστώνης συνέχισαν την παράδοση αυτή στον Νέο Κόσμο, όταν μεταμφιέστηκαν σε αυτόχθονες Αμερικανούς για να πετάξουν ολόκληρα φορτία τσαγιού στο λιμάνι της πόλης. Και οι Αφροαμερικανοί στη Νέα Ορλεάνη διαμόρφωσαν τις δικές τους ινδιάνικες φυλές για τις τοπικές Αποκριές, καταφεύγοντας σε εικόνες από το Σόου της Αγριας Δύσης του Μπάφαλο Μπιλ, προκειμένου να σηματοδοτήσουν τους δικούς τους αγώνες για αξιοπρέπεια και σεβασμό -μια πολιτιστική πρακτική η οποία πρόσφατα επανήλθε στο φως από τον Ντέιβιντ Σάιμον στη σειρά του «Treme» που προβάλλεται από το ΗΒΟ.
Στο βιβλίο του «Dream»(6), ο θεωρητικός των ΜΜΕ, Στίβεν Ντάνκομπ, υποστηρίζει πως η αμερικανική αριστερά έχει υιοθετήσει μια ορθολογική γλώσσα, ψυχρή και ελιτίστικη, που απευθύνεται περισσότερο στο μυαλό παρά στην καρδιά. Ο Ντάνκομπ ισχυρίζεται πως το σύγχρονο πολιτιστικό πλαίσιο, με τη στροφή του στην οικειοποίηση και την πρόσμειξη ήδη υπαρκτών πολιτιστικών προϊόντων, μπορεί να προσφέρει ένα νέο πρότυπο για την πολιτική δράση, θεαματικό και συμμετοχικό, το οποίο απορρίπτει το ψευτοδιανοουμενίστικο λεξιλόγιο του κατεστημένου πολιτικού λόγου και αντλεί συγκινησιακή δύναμη από τη διαπλοκή του με ιστορίες που ήδη έχουν προκαλέσει το ενδιαφέρον στο ευρύ κοινό.
Ο Ντάνκομπ αναφέρει, παραδείγματος χάριν, μια ομάδα με το όνομα «Δισεκατομμυριούχοι υπέρ του Μπους», οι οποίοι εμφανίζονταν ως μεγιστάνες βγαλμένοι κατευθείαν μέσα από τη «Μονόπολη», προκειμένου να τραβήξουν την προσοχή στα συμφέροντα των πολυεθνικών που διαμόρφωναν τη ρεπουμπλικανική πολιτική. Θα μπορούσε, ωστόσο, να γράφει για διαδηλωτές που βάφονται λουλακί ή για χρήστες του Twitter που κάνουν πράσινα τα εικονίδιά τους σε αλληλεγγύη με το ιρανικό κόμμα της αντιπολίτευσης.
Δουλεύοντας με μια ομάδα ερευνητών στη Σχολή Επικοινωνίας και Δημοσιογραφίας Ανενμπεργκ του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας, χαρτογραφήσαμε πολλά πρόσφατα παραδείγματα ομάδων που επαναπροσανατόλισαν την ποπ κουλτούρα προς την κατεύθυνση της κοινωνικής δικαιοσύνης. Το ενδιαφέρον μας προκαλεί αυτό που αποκαλούμε συμμετοχική κουλτούρα: σε αντίθεση με την κουλτούρα του παθητικού θεατή των ΜΜΕ, τα ψηφιακά μέσα επέτρεψαν σε πολύ περισσότερους καταναλωτές να πάρουν το μέσο στα χέρια τους και να σφετεριστούν τις διαμορφωμένες πολιτιστικές εκφράσεις για τους δικούς τους σκοπούς.
Οι ελεύθερα προσβάσιμες αφηγήσεις παρέχουν τα θεμέλια για ισχυρά κοινωνικά δίκτυα, δημιουργώντας χώρους όπου συζητούνται ιδέες, παράγεται γνώση και καλλιεργείται κοινή κουλτούρα. Κατά τη διάρκεια αυτής της διαδικασίας, οι φαν αποκτούν δεξιότητες και οικοδομούν μια «κοινοτική» υποδομή προκειμένου να μοιραστούν την οπτική τους για τον κόσμο. Οπως ακριβώς οι νέοι που μεγαλώνουν σε μια θηρευτική κοινωνία πιθανότατα παίζουν με τόξα και βέλη, έτσι και οι νέοι που ενηλικιώνονται σε μια κοινωνία πληροφόρησης παίζουν με την πληροφορία.
Ο Αντριου Σλακ, της «Συμμαχίας Χάρι Πότερ», αποκαλεί αυτή τη διαδικασία «κοινωνικό βελονισμό», υπονοώντας πως η οργάνωσή του εντόπισε ένα ζωτικό «σημείο πίεσης» στο λαϊκό φαντασιακό, το οποίο επιζητεί να συναρμόσει με ευρύτερες κοινωνικές υποθέσεις. Η «Συμμαχία Χάρι Πότερ» έχει ήδη κινητοποιήσει πάνω από 100.000 νέους ανθρώπους παγκοσμίως, προκειμένου να συμμετέχουν σε καμπάνιες εναντίον των γενοκτονιών στην Αφρική, υπέρ των δικαιωμάτων των εργατών και του γάμου των ομοφυλοφίλων, καθώς και για τη συγκέντρωση χρημάτων για την Αϊτή, για την αφύπνιση απέναντι στη συγκέντρωση των ΜΜΕ σε λίγα χέρια και για πολλούς άλλους σκοπούς.
Το παράδειγμα του Χάρι
Ο νεαρός Χάρι Πότερ, επιχειρηματολογεί ο Σλακ, συνειδητοποίησε πως η κυβέρνηση και τα ΜΜΕ έλεγαν ψέματα στο κοινό για να καλύψουν το κακό που κρυβόταν μέσα τους, κι έτσι οργάνωσε τους συμμαθητές του ώστε να σχηματίσουν τον Στρατό του Ντάμπλντορ και να αρχίσουν να αλλάζουν τον κόσμο. Ο Σλακ ζητά από τους οπαδούς του να εντοπίσουν ποια κακά του κόσμου μας θα αντιμαχόταν ο Στρατός.
Στο Μέιν, λόγου χάρη, η Συμμαχία οργάνωσε έναν διαγωνισμό μεταξύ των φαν που ήταν μέλη του Γκρίφιντορ, του Ράβενκλοου και των άλλων κοιτώνων του Χόγκουαρτς (του μαγικού σχολείου όπου φοιτά ο νεαρός μάγος), για να δουν ποιος θα μπορέσει να πείσει περισσότερους ψηφοφόρους να συμμετάσχουν σε δημοψήφισμα για τα ίσα δικαιώματα στον γάμο.
Η παιχνιδιάρικη αυτή προσέγγιση της ομάδας μπορεί να κινητοποιήσει νέους ανθρώπους που παραδοσιακά ένιωθαν αποκλεισμένοι ή περιθωριοποιημένοι από την πολιτική διαδικασία.
Ο Σλακ αναγνωρίζει πως οι δημοσιογράφοι έχουν την τάση να δίνουν πολύ μεγαλύτερη προσοχή σε αυτό που συμβαίνει στο Χόγκουαρτς (ή έστω στα εγκαίνια ενός νέου θεματικού πάρκου αφιερωμένου στον Χάρι Πότερ), παρά σε όσα συμβαίνουν στο Νταρφούρ. Τέτοιες προσπάθειες ακούγονται είτε κυνικές (παραίτηση από τη δύναμη της λογικής προκειμένου να προσηλυτιστούν οι μάζες), είτε αφελείς (πίστη στους μύθους αντί στην αλήθεια).
Στην πραγματικότητα, αυτοί οι ακτιβιστές νέου τύπου επιδεικνύουν μια εκλεπτυσμένη αντίληψη των τρόπων με τους οποίους η ουτοπική φαντασία συχνά ενισχύει την επιθυμία μας να αλλάξουμε τον κόσμο. Στον παραδοσιακό ακτιβισμό, ο χώρος που μας επιτρέπει να φανταστούμε αυτό για το οποίο αγωνιζόμαστε, ολοένα λιγοστεύει. Αντιθέτως, μας κατακλύζει όλο και περισσότερο αυτό το οποίο αντιμαχόμαστε. Σε τέτοιου είδους κινήματα, υπάρχει πάντοτε μια στιγμή όπου οι συμμετέχοντες βάζουν στην άκρη την παρηγορητική φαντασία για να αντιμετωπίσουν την πολυπλοκότητα αυτού που συμβαίνει γύρω τους.
Το νέο αυτό είδος ακτιβισμού δεν απαιτεί σώνει και καλά να βαφτούμε μπλε. Αυτό που ζητά είναι να αντιμετωπίζουμε με δημιουργικούς τρόπους την εικονογραφία που φτάνει σε εμάς μέσα από κάθε διαθέσιμο επικοινωνιακό κανάλι. Δείτε, λόγου χάρη, τους τρόπους με τους οποίους η «Ντόρα, η μικρή εξερευνήτρια», η μικρή Λατινοαμερικάνα που πρωταγωνιστεί στη δημοφιλή παιδική σειρά της αμερικανικής δημόσιας τηλεόρασης, χρησιμοποιήθηκε στρατηγικά τόσο από την αριστερά όσο και από τη δεξιά για να δραματοποιήσει τις πιθανές επιπτώσεις του νέου νόμου της Πολιτείας της Αριζόνα περί «Μεταναστευτικής Μεταρρύθμισης»· ή ακόμη, πώς τα υπερσυντηρητικά μέλη του «Κόμματος του Τσαγιού» (7) χρησιμοποίησαν μια καρικατούρα του Ομπάμα με τη μορφή του Τζόκερ από την ταινία «Ο σκοτεινός ιππότης», ως επαναλαμβανόμενο μοτίβο στη μάχη τους εναντίον της μεταρρύθμισης του συστήματος υγείας.
Μεταφορές τέτοιου είδους δεν μπορούν να συλλάβουν την πολυπλοκότητα αυτών των πολιτικών διαξιφισμών, όχι περισσότερο απ' όσο αν υποβιβάζαμε τις διακρίσεις μεταξύ των αμερικανικών πολιτικών κομμάτων στις διαφορές, ας πούμε, ανάμεσα σε ελέφαντες και γαϊδάρους - τα σύμβολα του Ρεπουμπλικανικού και του Δημοκρατικού Κόμματος αντιστοίχως, κληρονομιά από πολιτικούς σκιτσογράφους άλλων εποχών. Μια τέτοια τακτική λειτουργεί μόνο αν ερμηνεύσουμε τις εικόνες αυτές ως αλληγορίες που αναπαριστούν κάτι μεγαλύτερο από αυτό που μπορούν να εκφράσουν πλήρως.
Το «Αβαταρ» δεν μπορεί να φέρει δίκαιη λύση στον από δεκαετίες αγώνα για τα κατεχόμενα και το βίντεο που ανέβασαν οι διαδηλωτές στο YouTube δεν μπορεί να υποκαταστήσει τον ενημερωμένο διάλογο σχετικά με το διακύβευμά του. Ωστόσο, οι θεαματικές και συμμετοχικές τους επιδόσεις όντως παρέχουν τη συναισθηματική ενέργεια που απαιτείται για τη συνέχιση του αγώνα και ενδεχομένως να τραβήξουν την προσοχή και σε άλλες μορφές δράσης.
Μιντιακή γλώσσα
Ολο και περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν πώς να επεξεργαστούν εικόνες στο photoshop, πώς να απομονώσουν και να μιξάρουν ήχους και πώς να χρησιμοποιήσουν εργαλεία ψηφιακού μοντάζ για να συμμείξουν βίντεο από τις αγαπημένες τους ταινίες και τηλεοπτικές σειρές. Το κοινό αυτό κατακτά ένα νέο είδος γνώσης του μιντιακού αλφαβήτου, μαθαίνοντας να ερμηνεύει τέτοιες προεκτάσεις των δημοφιλών εικόνων με γνώμονα αυτό που εκφράζουν για τον εαυτό μας και για την εποχή μας.
Και σε όποια σημεία το photoshop δεν είναι αρκετό, οι διαδηλωτές στρέφονται στην μπλε βαφή σώματος, στην προσπάθειά τους να τραβήξουν την προσοχή των δυνάμει υποστηρικτών τους στο Facebook και στο YouTube.
(1) Federico Lombardi, «L'Osservatore Romano», 10 Ιανουαρίου 2010.
(2) Harold Linde, «Is Avatar radical environmental propaganda?» («Είναι το Αβαταρ ριζοσπαστική περιβαλλοντική προπαγάνδα;»), Mother Nature Network, 4 Ιανουαρίου 2010, www.mnn.com
(3) «Guest Blogger: Daniel Heath Justice on "Avatar"», First Peoples, 20 Ιανουαρίου 2010, www.firstpeoplesnewdirections.org
(4) ΣτΕ: Ο αγώνας των Ντόνγκρια Κοντ δικαιώθηκε πρόσφατα, καθώς η κυβέρνηση της Ινδίας απαγόρευσε στην ινδοβρετανική πολυεθνική Vedanta Resources να πραγματοποιήσει εξόρυξη βωξίτη στο Νιγιαμγκίρι, το ιερό βουνό της φυλής.
(5) Natalie Zemon Davis, «Women on top: Symbolic sexual inversion and political disorder in early modern Europe» («Οι γυναίκες από πάνω: Συμβολική σεξουαλική αντιστροφή και πολιτική αναταραχή στις απαρχές της σύγχρονης Ευρώπης»), στο Barbara Babcock (επιμ.), The Reversible World: Symbolic Inversion in Art and Society, Cornell University Press, Ithaca, 1978.
(6) Stephen Duncombe, «Dream: Re-imagining Progressive Politics in an Age of Fantasy» («Ονειρο: Αναπλάθοντας την προοδευτική πολιτική στην εποχή της φαντασίας»), The New Press, Νέα Υόρκη, 2007.
(7) (Σ.τ.Μ.): Πρόσφατο κοινωνικο-πολιτικό κίνημα διαμαρτυρίας στις ΗΠΑ με έντονες συντηρητικές αποχρώσεις, το οποίο αντιτίθεται στις μεταρρυθμίσεις της κυβέρνησης Ομπάμα σε θέματα φορολογίας, υγείας και μετανάστευσης. Το όνομά του παραπέμπει στο κομβικό προεπαναστατικό επεισόδιο αντίστασης των αποικιών στη βρετανική κυβέρνηση, όταν άποικοι, ντυμένοι ερυθρόδερμοι, άδειασαν, το 1773, φορτία τσαγιού στο λιμάνι της Βοστώνης, διαμαρτυρόμενοι για τη φορολόγησή του (βλέπε σχετικά στο κείμενο)
* Πρώην διευθυντής του Προγράμματος Συγκριτικών Σπουδών ΜΜΕ στο Ινστιτούτο Τεχνολογίας της Μασαχουσέτης (ΜΙΤ), πρύτανης του τμήματος Επικοινωνίας, Δημοσιογραφίας και Κινηματογραφικών Τεχνών του Πανεπιστημίου της Νότιας Καλιφόρνιας. Συγγραφέας, μεταξύ άλλων, του «Fans, Bloggers and Gamers: Exploring Participatory Culture», New York University Press, 2006.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο HENRY JENKINS *-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, Le Monde diplomatique, 31-10-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: