Σαν αύριο (9/11) πριν από 20 χρόνια έπεσε το τείχος του Βερολίνου. Στο ειδικό ένθετο του «Κυριακάτικου Βήματος» («Η πτώση του Τείχους», 1.11.2009) εξετάστηκαν διάφορες πτυχές του φαινομένου της κατάρρευσης του υπαρκτού σοσιαλισμού. Σε αυτό το άρθρο θα προσπαθήσω να δώσω μια εξήγηση αυτής της κατάρρευσης που δεν αναιρεί αλλά κατά κάποιον τρόπο συμπληρώνει τις αναλύσεις του ενθέτου της περασμένης Κυριακής.
Η θέση που θα αναπτύξω είναι πως για να εξηγήσουμε την πτώση του σοβιετικού μπλοκ θα πρέπει να εστιάσουμε την προσοχή μας στη σχέση που είχε το κράτος των σοβιετικών κοινωνιών με το συνεχώς εξελισσόμενο παγκόσμιο διακρατικό σύστημα. Αυτό γίνεται αντιληπτό αν προσεγγίσουμε το θέμα μας από μια ιστορικο-συγκριτική σκοπιά.
Για να ξεκινήσουμε με το προνεωτερικό κράτος της απόλυτης μοναρχίας (όπως διαμορφώθηκε από τον Λουδοβίκο ΙΔ Δ στη Γαλλία), αυτό επεκτάθηκε γρήγορα στην υπόλοιπη ηπειρωτική Ευρώπη, με όλα τα ισχυρότερα κράτη να υιοθετούν περισσότερο συγκεντρωτικές μορφές συλλογής φόρων, στρατιωτικής οργάνωσης, εποπτείας του πληθυσμού κτλ. Με δεδομένο αυτό το σύστημα των διακρατικών σχέσεων, όποιο κράτος αποτύγχανε να λειτουργήσει συγκεντρωτικά (π.χ. η Πολωνία) ήταν καταδικασμένο σε περιφερειοποίηση, διαμελισμό ή εξαφάνιση.
Κάτι παρόμοιο συνέβη όταν το διακρατικό σύστημα του ευρωπαϊκού απολυταρχισμού υποχώρησε προς όφελος του συστήματος των ευρωπαϊκών κρατών-εθνών. Εάν ο ευρωπαϊκός απολυταρχισμός προϋπέθετε τη μεταφεουδαρχική συγκέντρωση των μέσων κυριαρχίας στην κορυφή, το κράτος-έθνος προχώρησε ακόμα πιο πολύ προς την ίδια κατεύθυνση. Ετσι οι γραφειοκρατικοί μηχανισμοί του κράτους-έθνους κατάργησαν την αυτονομία της παραδοσιακής κοινότητας κινητοποιώντας και εντάσσοντας όλον τον πληθυσμό στο εθνικό κέντρο. Από τη στιγμή που το πρότυπο του κράτουςέθνους εξαπλώνεται, από τη στιγμή που το διακρατικό σύστημα των κρατών-εθνών παγιώνεται, όποιο κράτος αποτυγχάνει να «εκσυγχρονιστεί» (δηλ. να αποκτήσει την άκρως συγκεντρωτική δομή του εθνοκρατικού μοντέλου) τείνει να περιθωριοποιηθεί ή να διαλυθεί (π.χ. τα δυναστικά κράτη των Ρομανόφ, των Αψβούργων και των Οθωμανών).
▅ Το νέο πρότυπο
Με το απότομο άνοιγμα των αγορών στη δεκαετία του ΄70 βλέπουμε ένα νέο κρατικό πρότυπο, αυτό του παγκοσμιοποιημένου κράτους-έθνους. Αντίθετα με μια κοινώς επικρατούσα άποψη, η παγκοσμιοποίηση δεν συνεπάγεται την αποδυνάμωση του κράτους-έθνους. Συνεπάγεται την αλλαγή λειτουργιών του. Το παγκοσμιοποιημένο κράτος χάνει λειτουργίες εσωτερικού ελέγχου (π.χ. της κίνησης κεφαλαίων) αλλά αποκτά νέες λειτουργίες στο παγκόσμιο οικονομικό σύστημα. Και είναι γι΄ αυτόν τον λόγο που το κράτος σήμερα, ακόμα και στις πιο νεοφιλελεύθερες οικονομίες, δεν μικραίνει αλλά συνεχώς μεγαλώνει- δηλαδή αποσπά όλο και περισσότερους πόρους από το κοινωνικό σύνολο.
Αν λάβει κανείς υπόψη του τα παραπάνω, γίνεται σαφές πως το κράτος-έθνος εξακολουθεί να αποτελεί τη ραχοκοκαλιά του παγκόσμιου συστήματος. Στο σημερινό διακρατικό σύστημα, βλέπουμε ένα πέρασμα από την κυριαρχία του γεωπολιτικού σε αυτήν του αναπτυξιακού. Παρ΄ όλο βέβαια που οι γεωπολιτικές διαμάχες δεν εξαφανίζονται (π.χ. Ιράκ, Παλαιστίνη, Αφγανιστάν), όλο και περισσότερο η αναπτυξιακή πολιτική τείνει να αντικαταστήσει τη γεωπολιτική. Ετσι μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου και την έκλειψη της αποικιοκρατίας, ο αγώνας για την κατάκτηση αγορών σταδιακά υπερισχύει του αγώνα για την κατάκτηση εδαφών.
▅ Τρεις κατηγορίες
Σε αυτό το νέο, αναδυόμενο διακρατικό σύστημα, κυρίως μετά το απότομο άνοιγμα των παγκόσμιων αγορών στις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80, παρατηρούμε τρεις πυλώνες, τρεις κατηγορίες κρατών.
(α) Τα δημοκρατικά κράτη-έθνη του ανεπτυγμένου καπιταλισμού. Εδώ, και το πολιτικό σύστημα είναι ανοιχτό και η οικονομία- ενώ υπάρχει μια σαφής διαφοροποίηση μεταξύ της οικονομικής και της πολιτικής σφαίρας. Η λογική της ελεύθερης αγοράς, του ανταγωνισμού και της παραγωγικότητας κυριαρχεί στην πρώτη και η λογική των δημοκρατικών ελευθεριών στη δεύτερη. Είναι αυτό ακριβώς το σύστημα του φιλελεύθερου καπιταλισμού που ο Fukuyama (και πριν από αυτόν ο Ρarsons) θεωρεί πως τελικά θα κυριαρχήσει οδηγώντας την ανθρωπότητα στο «τέλος της ιστορίας».
(β) Τα αναπτυξιακά κράτη του αυταρχικού, ασιατικού καπιταλισμού. Σε αυτή την περίπτωση βλέπουμε ένα άνοιγμα του οικονομικού συστήματος, ενώ το πολιτικό σύστημα παραμένει μεν κλειστό αλλά συγχρόνως ακολουθεί μια εξωστρεφή αναπτυξιακή πολιτική. Αυτή βασίζεται στην προσέλκυση κεφαλαίων, στην κατάκτηση ξένων αγορών και στην καταπίεση της εργατικής τάξης (η συνδικαλιστική οργάνωση είτε δεν υπάρχει είτε είναι προέκταση της κρατικής γραφειοκρατίας). Παρ΄ όλη όμως την έλλειψη δημοκρατικών ελευθεριών και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες, η ραγδαία οικονομική ανάπτυξη οδήγησε στην Κίνα, για παράδειγμα, στη μείωση της απόλυτης φτώχειας. Εκατομμύρια άνθρωποι στη βάση της κοινωνικής πυραμίδας έχουν για πρώτη φορά στην ιστορία της χώρας τα απολύτως αναγκαία προς το ζην. Επιπλέον σε περιόδους ξηρασίας οι αγρότες δεν πεθαίνουν πια από την πείνα όπως παλαιότερα. Συνήθως οι δυτικοί αναλυτές βλέπουν μόνο τα αυταρχικά χαρακτηριστικά του ασιατικού αναπτυξιακού μοντέλου (πολιτική καταπίεση), σχεδόν ποτέ τα θετικά του (μείωση της απόλυτης φτώχειας).
(γ) Τα αντιαναπτυξιακά κράτη του σοβιετικού υπαρκτού σοσιαλισμού. Εδώ και το οικονομικό και το πολιτικό σύστημα παραμένουν κλειστά. Δεν υπάρχει διαφοροποίηση μεταξύ των δύο θεσμικών χώρων, αφού η γραφειοκρατική λογική της κεντρικής εξουσίας κυριαρχεί και στον οικονομικό τομέα. Το κράτος, αντί για μοχλός, είναι το κύριο εμπόδιο της αναπτυξιακής διαδικασίας. Το σοβιετικό κράτος με άλλα λόγια, λόγω του αντιαναπτυξιακού χαρακτήρα του, έμοιαζε με έναν γίγαντα που είχε πήλινα πόδια. Ηταν ανίκανο να επιβιώσει σε έναν αγώνα δρόμου όπου οι κύριοι ανταγωνιστές έπρεπε να τρέξουν γρήγορα, όχι μόνο για να κερδίσουν την κούρσα, αλλά και για να μείνουν στον αγωνιστικό χώρο. ▅ Ο αδύναμος κρίκος
Ετσι στη νεοφιλελεύθερου τύπου παγκόσμια οικονομική αρένα στις δεκαετίες του ΄70 και του ΄80, οι τρεις βασικοί πυλώνες του παγκόσμιου συστήματος ήταν οι κατηγορίες των κρατών που ανέφερα πιο πάνω. Τα κράτη του σοβιετικού υπαρκτού σοσιαλισμού αποτελούσαν τον αδύναμο κρίκο της διακρατικής αλυσίδας. Δεν είναι λοιπόν περίεργο πως ο κρίκος αυτός έσπασε.
Στις απαρχές του 21ου αιώνα κινούμαστε γρήγορα από τα συστήματα κρατών με προεξάρχοντες στρατιωτικούς/γεωπολιτικούς προσανατολισμούς σε ένα σύστημα όπου κυριαρχούν κράτη με οικονομικούς/αναπτυξιακούς προσανατολισμούς. Στο πλαίσιο αυτού του αναδυόμενου διακρατικού συστήματος κράτη με αντιαναπτυξιακό χαρακτήρα οδηγούνται είτε στην κατάρρευση είτε στην περιθωριοποίηση.
- Η κατάρρευση επομένως του υπαρκτού σοσιαλισμού είχε να κάνει λιγότερο με το δημοκρατικό και περισσότερο με το αναπτυξιακό έλλειμμα. Ενώ στον γεωπολιτικό χώρο, με βάση τον στρατό και τον οπλισμό, το σοβιετικό μπλοκ δεν ήταν σε μειονεκτική θέση, στον οικονομικό χώρο ο οικονομικός ανταγωνισμός με την ήδη αναπτυγμένη Δύση και τη ραγδαία αναπτυσσόμενη Νοτιοανατολική Ασία ήταν σχεδόν αδύνατος.
- Βέβαια τα αίτια της σοβιετικής κατάρρευσης είναι πολλά. Θα μπορούσε να καταρτίσει κανείς μια λίστα από παράγοντες, όπως την πολιτική καταπίεση, την ανάπτυξη στον πληθυσμό μέσω της από τα ΜΜΕ σύγκρισης με τη Δύση καταναλωτικών αναγκών που το καθεστώς δεν μπορούσε να ικανοποιήσει, τη γεροντοκρατική πολιτική εξουσία, τα λάθη του Γκορμπατσόφ κτλ. Με μια τέτοια λίστα όμως δεν θα μπορούσε να δείξει κανείς πώς το ένα αίτιο συνδέεται με το άλλο. Νομίζω πως η εξήγηση που επικεντρώνεται στις διακρατικές σχέσεις οικονομικού ανταγωνισμού σε ένα ραγδαία εξελισσόμενο, νεοφιλελεύθερου τύπου παγκόσμιο σύστημα μας βοηθάει να δούμε πώς οι διάφοροι παράγοντες που οδήγησαν στην κατάρρευση συνδέονται μεταξύ τους. Μας βοηθάει επίσης να καταλάβουμε γιατί το Τείχος έπεσε σε μια συγκεκριμένη στιγμή και όχι νωρίτερα ή αργότερα.
Ο κ. Νίκος Μουζέλης είναι ομότιμος καθηγητής Κοινωνιολογίας στη London School of Εconomics.
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Νίκου Μουζέλη- εφ. Το Βήμα, 08-11-2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου