Ο πατέρας της σύγχρονης ανθρωπολογίας, ο «αστρονόμος των ανθρώπινων αστερισμών», ο στοχαστής που με το έργο του θρυμμάτισε μια και καλή τα στεγανά του δυτικού κόσμου για τον «πρωτόγονο άνθρωπο», ένα από τελευταία ακμαία πνεύματα, ο Γάλλος φιλόσοφος Κλοντ Λεβί-Στρος, έσβησε μεταξύ Σαββάτου και Κυριακής.
Στα περσινά 100ά του γενέθλια η Γαλλία τον τίμησε με εντυπωσιακές εκδηλώσεις. Το ίδιο και πολλές άλλες χώρες του κόσμου. Ο ίδιος ήταν ένας αποτραβηγμένος, μοναχικός άνθρωπος Ηταν 101 ετών. Τον θάνατό του ανακοίνωσε χθες η Γαλλική Ακαδημία. Την ίδια μέρα τάφηκε στη Λινιερόλ της Κοτ-ντ-Ορ, όπου είχε το εξοχικό του.
Ο Στρος, έτη φωτός μπροστά από την εποχή του, επηρέασε όσο λίγοι τις σύγχρονες αντιλήψεις για την κοινωνία και τον πολιτισμό. Εισηγητής του στρουκτουραλισμού στην ανθρωπολογία, κατόρθωσε να συλλάβει, όχι θεωρητικά αλλά από την αυτοψία πρωτόγονων φυλών, τα κοινά μοτίβα συμπεριφοράς και σκέψης σε διαφορετικές κοινωνίες. Η κεντρική ιδέα της έρευνάς του συνοψίζεται στη φράση: «Ο κόσμος ξεκίνησε χωρίς τον άνθρωπο και θα τελειώσει χωρίς αυτόν».
Σε εποχές που η κυρίαρχη άποψη ήθελε τις πρωτόγονες κονωνίες να στερούνται φαντασίας και λογικής, ο Λεβί-Στρος εκκινώντας από τη μελέτη του σε φυλές της Βραζιλίας απέδειξε ότι οι αυτόχθονες δεν ζούσαν απλά για να ικανοποιήσουν βασικές, ζωώδεις ανάγκες τους, αλλά ότι πάσχιζαν να κατανοήσουν την προέλευσή τους. Ηταν ο ουμανιστής που τόλμησε να φέρει σε διάλογο αλλά και ρήξη τους πολιτισμούς. Δεν φοβήθηκε να αμφισβητήσει τον Δυτικό. «Με αηδιάζει», τόνιζε «η βρωμιά που ξερνά η Δύση στα μούτρα της ανθρωπότητας». Τον τρομοκρατούσε ο «μαζικός πολιτισμός» των μοντέρνων κοινωνιών μας. Και δεν έκρυβε από νωρίς και τη μεγάλη αγωνία του για την εξαφάνιση πρωτόγονων φυλών. «Από το 1900 ώς το 1950 πάνω από 90 φυλές και 15 γλώσσες εξαφανίστηκαν στη Βραζιλία μόνο», σημείωνε έντρομος.
Γιος φτωχού Εβραίου ζωγράφου
Γενέθλια πόλη του είναι οι Βρυξέλλες (γενν. 1908). Γιος Εβραίου ζωγράφου που έβγαζε τα προς το ζην με το ζόρι, θα μετακομίσει δύο ετών οικογενειακώς στη Γαλλία. Στη Σορβώννη θα σπουδάσει Νομική και Φιλοσοφία. Εργάζεται για λίγο ως καθηγητής σε Λύκειο.
Η ζωή του και οι διανοητικοί προσανατολισμοί του μπαίνουν σε ένα νέο δρόμο όταν το 1935 γίνεται μέλος γαλλικής πολιτιστικής αποστολής στη Βραζιλία. Στο Πανεπιστήμιο του Σάο Πάολο σπουδάζει εθνολογία. Στο τέλος της ακαδημαϊκής χρονιάς, παίρνει την απόφαση να ζήσει για μια περίοδο μαζί με τη γυναίκα του στο Μάτο Γκρόσο, στην περιοχή των Ινδιάνων Καντουβέο και Μπορόρο. Εκεί (1935 έως 1939) θα ξεκινήσει η μεγάλη περιπέτεια της εθνογραφικής έρευνάς του, που θα επανατοποθετήσει τους ορίζοντες της επιστήμης της Εθνολογίας.
«Βρισκόμουν σε κατάσταση πνευματικής υπερδιέγερσης», θυμόταν. «Ενιωθα να ξαναζώ τις περιπέτειες των πρώτων περιηγητών του 16ου αιώνα. Ανακάλυπτα τον Νέο Κόσμο και όλα μού φαίνονταν μυθικά, τα τοπία, τα ζώα, τα φυτά...».
Ξεσπά ο πόλεμος και γυρνά το 1939 στη Γαλλία για να μετάσχει σ' αυτόν. Εβραϊκής καταγωγής ων, μετά την κατάληψη της Γαλλίας από τους ναζί, θα καταφύγει στη Νέα Υόρκη. Η Υπηρεσία Αμερικανικής Εθνολογίας ξεκινούσε τότε τη σύνταξη του «Εγχειριδίου των Ινδιάνων της Λατινικής Αμερικής». Τον καλεί να συνεργαστεί. Στην Αμερική συνδέεται με τον Μπρετόν, τον Ντισάν, τον Μαξ Ερνστ. Καταλυτική υπήρξε, ωστόσο, η σχέση του με τον Ρώσο Γιάκομπσον που βοήθησε στη διαμόρφωση του θεωρητικού περιβλήματος του δομισμού.
Επιστρέφει στο Παρίσι το 1948 και παίρνει το διδακτορικό του από τη Σορβώννη. Θέματα των διατριβών του είναι: «Οικογένεια και κοινωνική ζωή των Ινδιάνων Ναμπικουαρά» και «Στοιχειώδεις δομές της Συγγένειας». Η δεύτερη, όπου υποστήριζε ότι η συγγένεια βασιζόταν στη σχέση-συμμαχία ανάμεσα σε δύο οικογένειες (όταν γυναίκες από τη μία οικογένεια παντρεύονταν άνδρες από την άλλη), εκδόθηκε και θεωρήθηκε από τα σημαντικότερα έργα για τη συγγένεια από ανθρωπολογική σκοπιά. Για τον ρόλο που αποδίδει στη γυναίκα μέσα στις κοινωνικές δομές επαινέθηκε από τη Σιμόν ντε Μποβουάρ.
Ποιητικά ταξίδια σε Αμαζόνιο
Ευρέως γνωστός, πέρα από τα όρια των ακαδημαϊκών κύκλων, θα γίνει το 1955, εκδίδοντας το περίφημο έργο του «Θλιμμένοι Τροπικοί», αυτή την εκπληκτική ταξιδιωτική μυθιστορία της εμπειρίας του ως εξόριστου, με φιλοσοφικούς στοχασμούς και εθνογραφικές αναλύσεις για τους λαούς του Αμαζονίου, που ενθουσίασε και τον Ζορζ Μπατάιγ.
Το 1958 εκδίδεται η «Δομική Ανθρωπολογία», που έκανε αίσθηση στους φιλοσοφικούς, κοινωνιολογικούς και ιστορικούς κύκλους. Ακολούθησαν τα επίσης εμβληματικά «Ο τοτεμισμός σήμερα» και «Η άγρια σκέψη», για τους περισσότερους το σημαντικότερο έργο του, με το οποίο ξεκινά, τρόπον τινά, η μόδα του στρουκτουραλισμού. Εξ ου τις δεκαετίες του '60 και του '70 το όνομά του συνδέεται με αυτά των Φουκό και Λακάν. Το βιβλίο τον έφερε σε δημόσια αντιπαράθεση με τον Ζαν-Πολ Σαρτρ. Από το 1964 ώς το 1971 εκδόθηκαν οι τέσσερις τόμοι των «Μυθολογικών».
Πολλά από τα βιβλία του μοιάζουν με χάρτες μιας διαστρικής γεωμετρίας, γεμάτα με τύπους που ανακαλούν μαθηματικές τεχνικές και μαυρόασπρες φωτογραφίες με σκαμμένα πρόσωπα και εξωτικά τελετουργικά, τις οποίες τράβηξε την περίοδο των ταξιδιών του σε φυλές του Αμαζονίου. Το 1973 εκλέχθηκε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας. Στην ομιλία της τελετής αναγόρευσής του είχε πει: «Οταν περνάει κανείς τη ζωή του μελετώντας τις τελετουργίες μακρινών λαών δεν έχει λόγο να μη σέβεται τις τελετουργίες της κοινωνίας μέσα στην οποία γεννήθηκε και στην οποία ζει».
Ο Στρος, πατέρας δυο γιων μετά από τρεις γάμους, ήταν μέχρι το περασμένο Σαββατοκύριακο κάτοικος του 16ου διαμερίσματος, του πιο μεγαλοαστικού της γαλλικής πρωτεύουσας, για το οποίο δήλωνε «μου προκαλεί αφόρητη πλήξη». *
Είχε πει το 2005: «Παρατηρώ τις καταστροφές που γίνονται. Την τρομακτική εξαφάνιση ζωντανών ειδών, είτε είναι ζώα είτε φυτά -αλλά και το ίδιο το γεγονός ότι το ανθρώπινο είδος ζει σε ένα καθεστώς εσωτερικής δηλητηρίασης. Σκέφτομαι το παρόν και τον κόσμο, στον οποίο τελειώνω τις μέρες μου. Και, ειλικρινά, δεν τον αγαπώ αυτόν τον κόσμο»
Κυκλοφορούν τα βιβλία του
«Θλιμμένοι Τροπικοί» («Χατζηνικολή», 1979), «Αγρια σκέψη» («Παπαζήσης», 1977), «Ο δρόμος της μάσκας» («Χατζηνικολή», 1981), «Ανθρωπολογία και μύθος» (2 τόμοι, «Καρδαμίτσας», 1990 και 1991), «Ο μύθος του Λύγκα» («Γκοβόστης», 1994), «Κοιτάζω, ακούω, διαβάζω» («Γκοβόστης», 1996), «Μνήμες μακρινές και πρόσφατες» («Ολκός», 1998), «Το ωμό και το μαγειρεμένο» («Αρσενίδης», 2001), «Από μέλι από στάχτη» («Αρσενίδης», 2002), «Φυλή και Ιστορία. Φυλή και πολιτισμός» («Πατάκης», 2003), «Εξ αποστάσεως» («Αρσενίδης», 2003).
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Ιωάννας Κλεφτογιάννη - εφ. Ελευθεροτυπία, 04-11-2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου