15/7/10

Οι Τούρκοι αναπολούν την αυτοκρατορία τους



Κωνσταντινούπολη-πρίν από σχεδόν ένα αιώνα , ο Ερτουγρούλ Οσμάν, διάδοχος του οθωμανικού θρόνου, εκδιώχθηκε απροκάλυπτα μαζί με την οικογένεια του από την Τουρκία. Πέθανε σε ηλικία 97 ετών και πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του σ’ένα λιτό διαμέρισμα στο Μανχάταν.
Το Σεπτέμβριο ωστόσο, χιλιάδες Τούρκοι απετισαν τον ύστατο φόρο τιμής στην κηδεία του στο επιβλητικό Μπλς Τζαμί εδώ. Αυτή η ένδειξη σεβασμού στον άνδρα που θα μπορούσε να είχε γίνει σουλτάνος αποτέλεσε την πιο πρόσφατη εκδήλωση αυτού που οι κοινωνιολόγοι αποκαλούν «Οθω-μανία» μια αναβίωση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, μιας εποχής κατακτήσεων και πολιτιστικού μεγαλείου.
Οι ιστορικοί θεωρούν ότι η κηδεία του Οσμάν υπήρξε καθοριστική για την αναβίωση της οθωμανικής εποχής, που εδώ και καιρό έχει δαιμονοποιηθεί από κα΄ποιους στη σύγχρονη, κοσμική Δημοκρατία της Τουρκίας που ιδρύθηκε το 1923 από το Μουσταφά Κεμάλ Ατατουρκ.
Κατά την περίοδο της διακυβέρνησης Ατατούρκ, ο κόσμος θυμόταν την αυτοκρατορία κυρίως για την παρακμή της. Η νοσταλγία γι’αυτά τα ένδοξα χρόνια , τόσο των θρησκευάμενων μουσουλμάνων όσο και των κοσμικών , εν μέρει αντικατοπτρίζει την αγανάκτηση ππου νιώθουν οι Τούρκοι για μια Ευρωπαϊκή Ένωση που φαίνεται απρόθυμη να τους εντάξει στους κόλπους της.
Σε μια χώρα στην οποία οι εντάσεις μεταξύ θρησκείας και εγκοσμιότητας δεν καταλαγιάζουν επί της ουσίας ποτε, τα μέλη μιας νέας κυβερνώσας τάξης θρησκευάμενων μουσουλμάνων χρησιμοποιούν τη νοσταλγία για την Οθωμανική Αυτοκρατορία με στόχο να προκαλέσουν την ελίτ που αναδύθηκε την εποχή του Ατατούρκ και τάσσεται υπέρ της Δύσης και να σφυρηλατήσουν μια εθνική ταυτότητα της Τουρκίας ως επίδοξου ηγέτη της ευρύτερης περιοψής.
«Οι Τούρκοι έλκονται από τον ηρωισμό και τη δόξα της οθωμανικής περιόδου επειδή τους ανήκει», λέει ο Ιλμπερ Ορταϊλί που ως διευθυντής του Τοπ Καπί είναι ένθερμος, ανεπίσημος θεματοφύλακας της οθωμανικης κληρονομιάς. Η σημερινή λατρεία για καθετί οθωμανικό κάποιες φορές εκδηλώνεται με τρόπους που σίγουρα θα έφερναν σε δύσκολη θέση έναν πραγματικό σουλτάνο.
Κατά τη διάρκεια του Ραμαζανιού, τα Burger King προσέφεραν ένα σπέσιαλ μενού στο οποίο συμπεριλαμβάνονταν πιάτα που ήταν δημοφιλή κατά τα οθωμανικά χρόνια.
Η Οθω-μανία έχει πλήξει και τους νέους στην Τουρκία, που πηγαίνουν σε μοντέρνα κλαμο φορώντας μακό μπλουζάκια διακοσμημένα με σλόγκαν όπως «Η Αυτοκρατορία Αντεπιτίθεται» ή «Τρομεροί Τούρκοι», με το τελευταίο να μετατρέπει τη σαρξαστική έκφραση που χρησιμοποιούσαν κάποτε οι Ευρωπαίοι εναντίον των οθωμανών εισβολέων σε προκλητικό σύμβολο αυτοεπιβεβαίωσης.
Η οθωμανική αναβίωση είναι εξίσουν διαδεδομένη και στα υψηλότερα πολιτικά κλιμάκια της χώρας, με το μουσουλμανικό κυβερνών Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης να πολιορκεί έντονα πρώην οθωμανικές αποικίες, συμπεριλαμβανομένων του Ιράκ και της Συρίας, στο πλαίσιο ενός μερικού, στην καλύτερη περίπτωση, επαναπροσδιορισμού της εξωτερικής πολιτικής που ασκείται απέναντι στην Ανατολή την οποία οι Τούρκοι αναλυτές αποκαλούν «νεο-οθωμανική». Αυτή η μεταστροφή έχει προκαλέσει ανησυχία στους αξιωματούχους σε Ευρώπη και Ουάσιγκτον.
Η Πελίν Μπατού, συμπαρουσιάστρια μιας δημοφιλούς ιστορικής εκπομπής, πιστεύει ότι η εξιδανίκευση της οθωμανικής περιόδου από μία κυβέρνηση που έχει τις ρίζες της στο πολιτικό Ισλαμ αποτελεί την έκφραση μιας εξέγερσης ενάντια στην κοσμική επανάσταση του Κεμάλ.
Λέει σχετικά : «Η Οθω-μανία αποτελεί το όχημα για τη δημιουργία μιας νέας μουσουλμανικής θρησκευάμενης μπουρζουαζίας που αντιτάσσεται στην προσπάθεια του Ατατούρκ να περιθωριοποιήσει τη θρησκεία και το Ισλάμ». Σε μια κοινωνία που πασχίζει να ανακαλύψει την ταυτότητα της, αυτό το φαινόμενο δεν είναι πάντα ευπρόσδεκτο.
Κάποιοι επικριτές της Οθω-μανίας ισχυρίζονται ότι οι υποστηρικτές της υποτιμούν σκόπιμα τη σημασία της παρακμής και εξιδανικεύουν ένα αναχρονιστικό σύστημα που το λιγότερο που μπορεί να πει κανείς γι’αυτό είναι ότι κατά την περίοδο ρπιν από το τέλος, ήταν βυθισμένο στη διαφθορά και τη διχόνοια. Η γενοκτονία των Αρμενίων από το 1915 ώς το 1918 αποτελεί μια από της πιο μελανές σελίδες στην Ιστορία της.
Η 45χρονη Σάντα Κουράλ, νοικοκυρά και πιστή ακόλουθος του οράματος του Ατατούρκ δηλώνει: «Οι θρησκευάμενοι μουσουλμάνοι που κυβερνούν αυτή τη στιγμή προσπαθούν να δώσουν στον τουρκικό λαό ένα οθωμανικό δηλητήριο. Τότε τα δικαιώματα των ανθρώπων καταπατούνταν κι οι γυναίκες απέκτησαν δικαίωμα ψήφου μόνο όταν ανέλαβε τα ηνία της χώρας ο Ατατουρ».

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Dan Bilefsky-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 13-12-2009

Καλύτερες λύσεις για τα ορφανά της Αφρικής



ΜΤΣΙΝΤΖΙ, Μαλάουι-Το ορφανοτροφείο «Το Σπίτι της Ελπίδας» προσφέρει στη 15χρονη Τσικοντάνο Λουπάγκα τρία γεύματα την ημέρα, καινούργθες σχολικές στολές, ένα ζευγάρι γερά μαύρα παπούτσια και μια αξιοπρεπή εκπαίδευση.
Η ορφανή ξαδέρφη της, Ζαν, 11 χρονών, η οποία αρνήθηκε να μπεί στο ορφανοτροφείο, μεγαλώνει με τη μεγάλη αδερφή της, χωρίς ρούχα, χωρίς παπούτσια και συχνά, χωρίς φαγητό. Επαναλαμβανόντας την τρίτη τάξη για Τρίτη φορά, η Ζαν δηλώνει ότι πολύ θα ήθελε να είχε μεγαλώσει στο ορφανοτροφείο από το οποίο η Μαντόνα υιοθέτησε ένα αγόρι.
Σε μια χωρα τόσο φτωχή όσο το Μαλάουι, τα παιδιά που μεγαλώνουν σε ιδρύματα συχνά θεωρούνται τυχερά. Μολονότι όμως οι δωρέες από δυτικές εκκλησίες και φιλανθρωπικές οργανώσεις έχουν επιτρέψει τη δημιουργία πολλών ορφανοτροφείων σε ολόκληρη την Αφρική, οι οικογένειες που ενδιαφέρονται για τη πλειονότητα των ορφανών της ηπείρου δεν λαμβάνουν, σύμφωνα με έρυενες σε νοικοκυριά, καμία απολύτως βοήθεια.
Οι ερευνητές υποστηρίζουν τώρα ότι για να βοηθηθούν αυτά τα στερημένα παιδιά, ο καλύτερος τρόπος είναι οι απλές καταβολές χρημάτων- στο πλαίσιο πειραματικού προγράμματος που εφαρμόζεται αυτή τη στιγμή στο Μαλάουι-τα οποία δίνονται απευθείας στις φτωχές οικογένειες που αναλαμβάνουν τη φροντίδα των παιδιών .Αυτό το πρόγραμμα μπορεί να χρηματοδοτήσει οκτώ οικογένειες που φροντίζουν περί τα 24 παιδιά, με κόστος 1.500 δολαρια το χρόνο, όσο κοστίζει η υποστήριξη ενός παιδιού στο Σπίτι της Ελπίδας, λέει η Κάντανς Μίλερ, καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο της Βοστόνης και από τους βασικούς ερευνητές του προγράμματος.
Τα ορφανοτροφεία με βάση τους ειδικούς, είναι ακριβά και συχνά βλάπτουν την ανάπτυξη των παιδιών, καθώς τα χωρίζουν απο τις οικογένειες τους. Τα περισσότερα από τα παιδιά που ζουν σε ιδρύματα σε όλο τον κόσμο έχουν έναν από τους δύο γονείς ή κάποιον πολύ στενό συγγενή και συνήθως, μπαίνουν στα ορφανοτροφεία εξαιτίας της φτώχειας.
«Επειδή τα ορφανοτροφεία έχουν χρήματα, πολλοί είναι εκείνοι που φτιάχνουν τέτοια ιδρύματα κατ τα γεμίζουν με παιδιά», αναφλερει ο δρ Μπιτζιβικ Μουαλε, εκτελεστικός διευθυντής της Εθνικής Επιτροπής για το AIDS στο Μαλάουι.
Ο ιδρυτής του Σπιτιού της Ελπίδας, αιδεσιμότατος Τόμσον Τσιπέτα, 80 χρονών, λέει ότι τα παιδιά χρειάζονταν ένα ορφανοτροφείο επειδή οι οικογένειες τους ήταν πολύ φτωχές.
Η φιλανθρωπική οργάνωση της Μαντόνα, Raising Malawi, χρηματοδοτεί σχεδό εξ ολοκλήρου τον προϋπολογισμό του Σπιτιού της Ελπίδας, ενώ υποστηρίζει συγχρόνως κοινοτικά κέντρα τα οποία προσφέρουν τροφή και άλλες υπηρεσίες σε ορφανά που μεγαλώνουν με τις οικογένειες τους, λέει ο εκτελεστικός διευθυντής της οργάνωσης Φιλίπ βαν ντεν Μπόσε. Τα ορφανοτροφεία, παραδέχεται, δεν αποτελούν την καλύτερη λύση, είναι όμως απαραίτητα, όταν οι οικογένειες δεν μπορούν ή δεν θέλουν να φροντίσουν τα παιδιά.
Στο βίντεο της Μαντόνα για τα ορφανά του AIDS στο Μαλάουι, με τίτλο «Είμαι επειδή είμαστε», η καλλιτέχνιδα δηλώνει ότι ενδιαφέρθηκε για τη χώρα όταν έμαθε ότι αυτά τα παιδιά «ζούνε παντού, στους δρόμους, κάτω από γέφυρες, κρύβονται σε εγκαταλελειμένα κτίρια, κακοποιούνται, πέφτουν θύματα βιασμού».
Σε όλη την Αφρική όμως τα δημογραφικά στοιχεία δείχνουν ότι ακόμα και οι πιο φτωχές ανάδοχες οικογένειες αναλαμβάνουν παιδιά των οποίων οι γονείς έχουν πεθάνει. Μολονότι το AIDS έχει επιδεινώσει τελευταία το πρόβλημα των ορφανών παιδιών στην Αφρική, ο ΟΗΕ υπολόγιζε πρόσφατα ότι από τα 55,3 εκατ. παιδιά της υποσαχάριας Αφρικής, που έχουν χάσει τουλάχιστον τον ένα από τους δύο γονείς, τα 14,7 εκατ. έμειναν ορφανά εξαιτίας του AIDS.
Η Κοινη Πρωτοβουλία ενάντια στο HIV και το AIDS για την Εκπαίδευση των Παιδιών υποστήριξε ένθερμα φέτος τα προγράμματα που προσφέρουν στις φτωχές οικογένειες περισσότερη οικονομική στήριξη, περιλαμβανομένων των χρηματικών καταβολών όπως το Μαλάουι.
Περισσότερα από 1 δισ. δολάρια ξένης βοήθειας έχουν δαπανηθεί την τελευταία πενταετία για τα ορφανα και ευάλωτα παιδιά, πολλοί μεγάλοι δωρητές όμως δεν γνωρίζουν πώς ακριβώς ξοδεύτηκαν τα χρήματα τους. Ερευνητές επισημαίνουν ότι οι δωρητές θα πρέπει να αποφεύγουν τα αναποτελεσματικά προγράμματα και να ελέγχουν προσεκτικά τα προγράμματα διεθνών μη κυβερνητικών οργανώσεων ή κυβερνήσεων, τα οποία όμως διαχειρίζονται ντόπιοι εθελοντές.
«Ένα τεράστιο ποσό διοχετεύεται σ’αυτές τις προσπάθειες με ελάχιστο όμως αντίκρισμα»λέει η Λίντα Ρίχτερ, υπεύθυνη του προγράμματος της Επιτροπής Ερευνών Ανθρωπινων Επιστημών για τη Νότια Αφρική.
Εδώ στο Μαλάουι, εκατοντάδες κοινοτικές ομάδες εχουν λάβει μικρές χορηγίες για τη δημιουργία μικρών επιχειρήσεων, τα κέρδη των οποίων θα πάνε στα ορφανά. Η Πολίν Πίτερς, ανθρωπολόγος του Χάρβαρντ και η Σούζαν Γουότκινς, κοινωνιολόγος του Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, έπειτα από πολύχρονες επιτόπιες έρευνες στα χωριά του Μαλάουι ισχυρίζονται ότι από τα εκατομμύρια δολάρια που δόθηκαν γι’αυτό το σκοπό τα ορφανά παιδιά δεν πήραν σχεδόν τίποτα. «Οι δωρητές φαντάζονται διάφορα για το πως λειτουργεί το όλο σύστημα-πιστεύουν ας πούμε ότι μπορείς να κινητοποιήσεις τους χωρικούς να φροντίσουν παιδιά που δεν είναι δικά τους, χωρίς να τους πληρώσεις», υπογραμμίζει η Γουότκινς.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Celia W. Dugger-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 13-12-2009

Η επισιτιστική βοήθεια δεν αποτελεί πλέον στίγμα



Η σίτιση μέσω κουπονιών, ένα πρόγραμμα που κάποτε χαρακτηριζόταν υποτιμητικά «κοινωνική πρόνοια’, βρίσκει πλέον ευρεία αποδοχή λόγω της οικονομικής κρίσης. Ύστερα από σοβαρές περικοπές τη δεκαετία του 1990, το Κογκρέσο έκανε στροφή προκειμένου να διευρύνει τον αριθμό των δικαιούχων, να περιορίσει τη γραφειοκρατία και να εξωραΐσει την εικόνα του προγράμματος. Αυτές οι αλλαγές σε συνδυασμό με την ανεργία έχουν εκτινάξει σε ύψη-ρεκόρ τις αιτήσεις ένταξης στο πρόγραμμα, καθώς πλέον ένας στους οκτώ Αμερικανούς λαμβάνει βοήθεια.
Η αναβίωση του προγράμματος ξεκίνησε πριν από μια δεκαετία, όταν η θέσπιση σκληρής νομοθεσίας περί κοινωνικής πρόνοιας στέρησε χρηματικά επιδόματα από εκατομμύρια ανθρώπους, πολλοί από τους οποίους χαμηλόμισθοι. Συμπαθούντες πολιτικοί αξιωματούχοι σήμερα θεωρούν ότι τα κουπόνια σίτισης είναι ένας τρόπος να βοηθήσουν αυτούς τους ανθρώπους. Για τις Πολιτείες το πρόγραμμα ήταν ελκυστικό και για άλλον ένα λόγο: τα επιδόματα πληρώνονται από την ομοσπονδιακή κυβέρνηση.
Η δυναμική εκστρατεία ένταξης στο πρόγραμμα ατόμων που έχουν ανάγκη είναι εμφανής στην περίπτωση της Μόνικα Μπόστικ-Τόμας, μιας 45χρονης χήρας από το Χάρλεμ, η οποία εργάζεται με μερική απασχόληση ως σχολική τροχονόμος.Από τότε που έχασε το σύζυγό της παλεύει να τα βγάλει πέρα με ένα ετήσιο εισόδημα 15.000 δολαρίων.
Δεν απευθύνθηκε ωστόσο πουθενά για βοήθεια, μέχρι τη στιγμή που δεχθηκε ενα τηλεφώνημα από την Επισιτιστική Τράπεζα της Νέας Υόρκης, έναν από τους φορείς κοινωνικής αρωγής που συνεργάζονται με το δήμο. Ο υπάλληλος υπολόγισε ότι της αναλογούσε μηνιαίο επίδομα 147 δολαρίων. «Είναι σημαντική βοήθεια!» δήλωσε η κ. Μπόστικ-Τόμας.
Από το 1964 που δημιουργήθηκε το επισιτιστικό πρόγραμμα με κουπόνια γνώρισε και εποχές διακομματικής υποστήριξης αλλά και εποχές επιθέσεων από τη συντηρητική πλευρά. Ο δημοκρατικός Τζορτζ ΜακΓκάβερν και ο ρεπουμπλικάνος Μπομπ Ντόουλ υπήρξαν ένθερμοι υποστηρικτές του προγράμματος στη Γερουσία. Ο Ρόναλντ Ρίγκαν όμως διηγείτο ιστορίες για «γεροδεμένους νεαρούς άντρες» που χρησιμοποιούσαν κουπόνια τροφίμων για να αγοράσουν μπριζόλες.
Τη δεκαετία του 1990 το επισιτιστικό πρόγραμμα επλήγη από τη δεσμευση του προέδρου Μπιλ Κλίντον «να τερματίσει το σύστημα κοινωνικής πρόνοιας». Παρότι ο πρόεδρος αναφερόταν στην χρηματική βοήθεια, ο νόμος του 1996 που περιόριζε τα χρηματικά επιδόματα περιλάμβανε και σημαντικές περικοπές στις παροχές κουπονιών σίτισης καθώς και στις προϋποθέσεις για να είναι κανείς δικαιούχος.
Καθώς όμως η προσοζή εστιάστηκε στους φτωχούς εργαζομένους, τα κουπόνια σίτισης απέκτησαν νέους υποστηρικτές. Ο ρεπουμπλικανος πρώην κυβερνήτης του Ουισκόνσιν, Τόμι Τζ. Τόμσον, υπερηφαβευόταν για την περικοπή των χρηματικών επιδομάτων και παράλληλα διατυμπάνιζε την αύξηση των κουπονιών σίτισης. Σχετικό δελτίο Τύπου το 2000 έλεγε: «Leading the Way to Make Work Pay».
Σύμφωνα με το αμερικανικό υπουργείο Γεωργίας, κάθε μήνα σχεδόν το 90% των ανθρώπων πουτ λαμβάνουν κουπόνια σίτισης έχουν εισόδημα κάτω από την ομοσπονδιακή γραμμή φτώχειας. Όσον αφορά όμως τις οικογένειες με παιδιά, το ποσοστό των εργαζομένων αυξήθηκε στο 47% το 2008 από 26% που ήταν στα μέσα της δεκαετίας του 1990, ενώ το ποσοστό των ατόμων που λαμβάνουν χρηματικά επιδόματα έπεσε κατά δύο τρίτα.
«Όλα αυτά είναι ομοσπονδιακά κεφάλαια που τροφοδοτούν με δολάρια τις τοπικές οικονομίες», υποστηρίζει ο Ράσελ Σάικς, κυβερνητικός σύμβουλος στο Μιλγουόκι του Ουσκόνσιν ο οποίος προειδοποιεί ότι το σύστημα πρόνοιας ενθαρρύνει τους φτωχούς να εργάζονται λιγότερο ώστε να δικαούνται το επίδομα.
«Θα είναι πολύ δύσκολο», τονίζει «να ‘απογαλακτιστούν’ από το σύστημα όλες αυτές οι μάζες της χαμηλής μεσαίας τάξης που καρπώνονται την κρατική βοήθεια».
Ο 24χρονος Χουάν Ντιέγκο κάστρο έχει μηνιαίο μισθό περίπου 2.500 δολαρίων και αρχικά πίστευε ότι τα κουπόνια σίτισης θα πρέπει να απευθύνονται σε ανθρώπους με μεγαλύτερη ανάγκη. Υπάλληλος όμως της τράπεζας τροφίμων τον ενθάρρυνε να υποβάλει αίτηση , με το επιχείρημα ότι υπάρχει αρκετή βοήθει για όλους.
Την ώρα που ο κ. Κάστρο μοιάζει προβληματισμένος, η 44χρονη Αλμπα Κατάνο δείχνει αποκαρδιωμένη. Μετανάστρια από την Κολομβία, εργάζεται εδώ και δώδεκα χρόνια στη νυχτερινή βάρδια ενός συνεργείου καθαρισμού. Έπεσε όμως και έχασε τρείς μήνες εργασίας έπειτα από εγχείρηση στο γόνατο.
Τον περασμένο Νοέμβριο πήγε κουτσαίνοντας σε μια εκκλησία στο Κούινς της Νέας Υόρκης όπου ένας υπάλληλος της τράπεζς τροφίμων συγκέντρωνε αιτήσεις.
Όσον αφορά τους χαμένους μισθούς της, η κ. Κατάνο αντιμετώπιζε το θέμα στωικά, λέγοντας ότι το σανκότσο της (κολομβιανή σούπα) θα περιείχε λιγότερο κρέας και περισσότερα χόρτα. Ταράχτηκε όμως όταν άρχισε να μιλά για το πως επηρεάζει αυτή η κατάσταση τη δεκάχρονη κόρη της.
«Το ψυγείο μου είναι αδειο», ε’ιπε η κ. Κατάνο.
Τον περασμένο μήνα η κ. Κατάνο επέστρεψε στη δουλειά της λαμβάνοντας ένα επίδομα 170 δολαρίων το μήνα και δεν έχει πλεον κανέναν ηθικό ενδοιασμό να συγκαταλέγεται μεταξύ των 38 εκατ. Αμεικανών που σιτίζονται με κρατική βοήθεια. «Είχα την εντύπωση ότι οι εργαζόμενοι δεν δικαιούνταν επιδόματα», αναφέρει. «Και τότε μου είπαν ‘Όχι, όχι το πρόγραμμα έχει βελτιωθεί’».

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Jason Deparle, Robert Gebeloff-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 21-02-2010

Art director κτίζει ίματζ οίκων μόδας



Πολλοί άνθρωποι του χώρου της μόδας επικοινωνούν τις ιδέες τους καλύτερα με βελόνα και κλωστή παρά με λέξεις.
Η ιδιόρρυθμη δουλειά του Πάτρικ Λι, ως art director και graphic designer για μερικούς από τους πιο συναρπαστικούς νέους σχεδιαστές ενδυμάτων του χώρου, είναι ακριβώς αυτη: να καταφέρει να μεταδώσει το όραμά τους μέσα στα ελάχιστα δευτερόλεπτα που απαιτούνται για να δει κανείς το όνομα πάνω στην ετικέτα ενός φορέματος ή ενός t-shirt. Το εργαλείο του είναι τα λογότυπα, τυα κρεμαστά καρτελάκια και οι πολυτελεις χάρτινες σακούλες.
Πώς μπορεί π.χ. να εξηγήσει κανείς τη μάρκα Rodarte σε καποιον που χωρίς να γνωρίζει τίποτε για τις δύο αυτοδίδακτες αδερφες από την Πασαντίνα της Καλιφόρνιας οι οποίες εμπνέονται από γιαπωνέζικες ταινίες τρόμου και κάτι ασχημούλικα πουλιά, αντικρίζει ένα από τα κουρελιασμένα πουλόβερ τους αξίας άνω των 1000 δολαρίων;
«Ποια είναι η λέξη που ψάχνω;» αναρωτιέται ο κ. Λι στην προσπάθεια του να εξηγήσει πώς επιχειρεί να συλλάβει το πνεύμα της εξαιρετικά προκλητικής κολεξιόν Rodarte, που σχεδίασαν οι Κέιτ και Λόρα Μαλίβι, μιας μάρκας που έχει σαγηνεύσει τον κόσμο της μόδας. Υπάρχει κάτι εκλεπτυσμένο στα ρούχα τους, ιδιαίτερα στα πολυτελή υφάσματα και στις λεπτομέρειες κατασκευής. Ταυτόχρονα όμως υπάρχει και κάτι άλλο, το οποίο δημιουργεί ένα αίσθημα έντασης. Ο κ. Λί σκέφτηκε αρχικά να χαρακτηρίσει αυτό το κάτι ως «τραχύτητα» ή «αρρενωπότητα», θεώρησε όμως και τις δύο λέξεις ανεπαρκείς και αποφάσισε ότι η λέξη που έψαχνε ήταν το «γκροτέσκο».
«Οι σχεδιαστές έλκονται από αυτή τη σύγκρουση ανάμεσα στη φινέτσα και στο γκροτέσκο, καθώς και από το πώς κάτι απροσδόκητο μπορεί να προκύψει από αυτόν το συνδυασμό», αναφέρει ο κ. Λι.
Καθώς η κυοφορία μιας μάρκας, από τη γέννηση της μέχρι τη στιγμή που θα την αγκαλιάσουν τα μέσα επικοινωνίας, συρρικνώνεται σε ένα χρονικό διάστημα που θα μπορούσε να κάνει το «εν μια νυκτί» να μοιάζει με αιωνιότητα, ο παρασκηνιακός ρόλος των ιματζ μέικερ, αποκτά ολοένα και μεγαλύτερη σπουδαιότητα. Οι σχεδιαστές μόδας πρέπει να τραβήξουν την προσοχή, διαφορετικά έχουν σβήσει. Εκτός από τις αδελφές Μαλίβι, ο κ. Λι συνεργάζεται με τους Αλεξάντερ Ουάνγκ, Φίλιπ Λίμ και Τζέισον Γου, τρία νέα ονόματα που εχουν κάνει αίσθηση στο χώρο της μόδας. Η δουλειά του είναι να επινοεί τα οπτικά ερεθίσματα που θα βοηθήσουν το καταναλωτικό κοινό να αναγνωρίζει τις δημιουργίες τους.
Ο κ. Γου, ο οποίος εκτοξεύτηκε στο διεθνές καλλιτεχνικό στερέωμα όταν η Μισελ Ομπάμα επέλεξε για τη δεξίωση της ορκωμοσίας μια δική του λευκή τουαλέτα με έναν ώμο, περιγράφει τον κ. Λι ως «το πιο καλά κρυμμένο μυστικό του κόσμου της μόδας». Ο κ. Λι έχει συνεργαστεί επίσης με μεγαλύτερους οίκους, όπως η Channel και η Bottega Veneta, ενώ η αμερικανική αλυσίδα καταστημάτων των Nordstrom τον προσέλαβε για να φρεσκάρει την εικόνα της.
Το άγγιγμα του 41χρονου κ. Λι είναι συχνά αόρατο, αν και σίγορα θα αναγνωρίσετε τη δουλειά του αν έχετε δει την ταινία «Βαλεντίνο: Ο τελευταίος αυτοκράτορας», στην οποία σχεδίασε τους τίτλους, ή αν ψωνίζετε σε ένα από τα καταστήματα Barneys Co-Op, για τα οποία σχεδίασε το λογότυπο σε σχήμα τριφυλλιού. Άρχισε να συνεργάζεται με σχεδιαστές μόδας πριν από οκτώ χρόνια, έχοντας ήδη πίσω του μια καριέρα στο χώρο των περιοδικών.
Ο κ. Λι σχεδιάζει ακόμα τις προσκλήσεις των επιδείξεων μόδας που κάθε σεζόν αποστέλλονται σε εκατοντάδες συντάκτες μόδας και πελάτες καταστημάτων, δελεάζοντας τους να δουν από κοντά μια κολεξιόν και κάποιες φορές προϊδεάζοντάς τους για το τι πρόκειται να ακολουθήσει.
Προτού ξεκινήσει η συνεργασία του κ. Λι με τον Φίλιπ Λιμ, ο σχεδιαστής μόδας είχε ήδη δημιουργήσει το λογότυπό του. Είχε χρησιμοποιήσει την υπογραφή του προκειμένου να το κάνει να δείχνει πιο προσωπικό. Οι αλέγρες δημιουργίες του έχουν ευρύτερη εμπορική απήχηση συγκριτικά με τους άλλους πελάτες του κ. Λι, συνεπώς ήταν σημαντικό το όλο πακετο να μη δείχνει εσωστρεφές ή υπερβολικά εστιασμένο. Ο κ. Λι δημιούργησε ένα αναγνωρίσιμο στοιχείο ταυτότητας: ένα κέντημα με χρωματιστή κλωστή που κοσμεί τις συσκευασίες και τις προκλήσεις.
Μ’αυτό το έξυπνο τρικ, ακόμα κι ένα άχαρο αντικείμενο μοιάζει σαν να φέρει το άγγιγμα του σχεδιαστή.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Eric Wilson-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 13-12-2009

13/7/10

SOS του πολιτισμού προς χορηγούς

Οργανισμοί, μουσεία, φεστιβάλ αναζητούν διέξοδο σε ένα νομοθετικά και οικονομικά εχθρικό περιβάλλον

«Αν τα επόμενα χρόνια που οι κρατικοί πόροι θα είναι μηδαμινοί, δεν εισρεύσουν περισσότερα χρήματα από χορηγίες στον πολιτισμό, τότε θα δούμε φαινόμενα κανιβαλισμού ανάμεσα στους φορείς. Ολοι θα κονταροχτυπιούνται για να εξασφαλίσουν την επιβίωσή τους και θα ισχύει «ο θάνατός σου, η ζωή μου»». Ο διευθυντής του ιδιωτικού μουσείου που έκανε την παραπάνω δήλωση σε μια συζήτηση για τα δεινά που έχει προκαλέσει η κρίση, περιέγραψε με τα πιο μελανά χρώματα τη σημερινή πραγματικότητα.
Ο κρατικοδίαιτος πολιτισμός, είτε το θέλαμε είτε όχι, ανήκει οριστικά στο παρελθόν. Μεσούσης της ύφεσης, θεατρικοί οργανισμοί, χώροι μουσικών εκδηλώσεων, φεστιβάλ, αρχαιολογικά μουσεία και πινακοθήκες πρέπει να βγουν προς άγραν χορηγών σε συνθήκες αντίξοες και εχθρικές. Οχι μόνον διότι η αγορά έχει «στεγνώσει» από ρευστό και καλές προθέσεις, αλλά και για έναν επιπρόσθετο λόγο. Το χορηγικό πλαίσιο στην Ελλάδα δεν λειτούργησε ποτέ ομαλά και αποδοτικά, η χορηγία ταυτίζεται κακώς με τη διαφήμιση, ελάχιστοι γνωρίζουν τι προβλέπει ο σχετικός νόμος, απουσιάζει η χορηγική συνείδηση ανάμεσα στους ευκατάστατους συμπολίτες και τις επιτυχημένες εταιρείες, ενώ οι πρόσθετες ρυθμίσεις για τη χορηγία, που ενσωματώθηκαν στο πρόσφατο φορολογικό νομοσχέδιο, έκαναν τα πράγματα ακόμα χειρότερα.
Η «Κ» ανοίγει τον φάκελο των χορηγιών, μιλώντας με ειδικούς, προτείνοντας λύσεις έτσι ώστε να γίνει επιτέλους και στην Ελλάδα κάτι που ισχύει εδώ και πολλά χρόνια σε χώρες του εξωτερικού, όπως η Γαλλία. Εκεί, ο ιδιωτικός τομέας στηρίζει τις τέχνες και τα γράμματα, χωρίς τη δυσπιστία, τη δυσκαμψία και την παραπληροφόρηση που ισχύει εδώ. Εξίσου αποθαρρυντικά είναι τα πράγματα για τις δωρεές. Εως πρόσφατα δεν υπήρχε νομική δίοδος, ώστε να μπορούν όσοι πολίτες επιθυμούν να δώσουν χρήματα για την αποκατάσταση ενός αρχαίου μνημείου.
Εμείς είμαστε ικέτες κι αυτοί πιστωτές
Η Ξανθίππη Χόιπελ, πρόεδρος στο Μουσείο Μακεδονικής Τέχνης εδώ και 23 χρόνια, ξέρει από πρώτο χέρι πόσο δύσκολο είναι να εξασφαλίσει κανείς χορηγίες. «Η δική μου εμπειρία από την αναζήτηση χορηγιών είναι τραυματική. Κάθε φορά που έχω συνάντηση με εταιρείες ή φυσικά πρόσωπα που θα μπορούσαν να δώσουν χρήματα στο μουσείο, περνάω έντονες κρίσεις άγχους με πόνους στο στομάχι. Η έλλειψη χορηγικής κουλτούρας στην Ελλάδα κάνει εκείνους που ζητούν χορηγίες να αισθάνονται ικέτες, επαίτες και τους χορηγούς πιστωτές, ενώ στο εξωτερικό το παιχνίδι παίζεται με όρους ισοτιμίας. Μην ξεχνάτε ότι ο ρόλος μας είναι δύσκολος για δύο λόγους, είμαστε στην περιφέρεια και καταπιανόμαστε με τη σύγχρονη τέχνη. Ιδιαίτερα στη Θεσσαλονίκη, όπου το Μουσείο Μακεδονικής Τέχνης έχει χτυπήσει πολλές πόρτες, δεν έχει βρει ανταπόκριση. Υπάρχουν ευκατάστατοι ιδιώτες που μπορεί να βγάλουν έξω την παρέα τους, ξοδεύοντας λ.χ. πολλά χρήματα για ακριβά κρασιά αλλά να απορρίψουν ένα αίτημα για χορηγία που δεν θα τους κόστιζε πολύ παραπάνω και θα ήταν ένα έργο κοινωνικής ευποιίας. Στην πρωτεύουσα υπάρχουν περισσότερες επιχειρήσεις, αλλά και αστοί με συνείδηση προσφοράς», λέει στην «Κ».
«Δυστυχώς, η προσέλκυση χορηγιών και δωρεών ποτέ δεν ήταν θέμα πρώτης προτεραιότητας ούτε για το υπουργείο Πολιτισμού ούτε για το υπουργείο Οικονομικών. Οσο και αν οι αρχές ισχυρίζονται το αντίθετο δεν έχουν γίνει ποτέ οι απαραίτητες κινήσεις. Ακόμα και σήμερα που οι πολιτιστικοί φορείς ασφυκτιούν από την έλλειψη πόρων, δεν υπάρχει σωστή πολιτική που να φέρει θεαματικά αποτελέσματα και αυτό θα το πληρώσουμε τα επόμενα χρόνια», υπογραμμίζει ο τέως υπουργός Πολιτισμού Σταύρος Μπένος. Με δική του πρωτοβουλία δημιουργήθηκε το «Διάζωμα», το σωματείο που έδωσε ανάσα ζωής σε 25 αρχαία θέατρα, συγκεντρώνοντας πάνω από 30 εκατομμύρια ευρώ από πολίτες, τη νομαρχιακή και την τοπική αυτοδιοίκηση.
Το ισχύον πλαίσιο
Το 1986 ιδρύθηκε με ιδιωτική πρωτοβουλία ο ΟΜΕΠΟ (Ομιλος για την Επικοινωνία Πολιτιστικών και Οικονομίας), ένας ιδιωτικός οργανισμός που λειτούργησε μέχρι και το 1998, κάνοντας σοβαρή δουλειά. Οι ελληνικές επιχειρήσεις άρχισαν να δίνουν λεφτά στον πολιτισμό και από τα 2 δισ. δραχμές που δόθηκαν το 1991 φτάσαμε τα 7 δισ. δραχμές το 1997. Ενα από τα κύρια προβλήματα ήταν όμως ότι η πολιτιστική χορηγία μπορούσε να κατευθυνθεί μόνο σε συγκεκριμένους αποδέκτες που περιέχονταν σε κατάλογο μουσείων και ιδρυμάτων και όχι σε όλους τους μη κερδοσκοπικούς φορείς με πολιτιστικούς σκοπούς.
Το 1997 ψηφίστηκε ο «χορηγοκτόνος» νόμος (Ν2459/97) του Ευ. Βενιζέλου που επέβαλε φορολογία 20% σε κάθε χορηγία. Τα χρήματα αυτά τα διαχειριζόταν το υπουργείο ανάλογα με τη δική του βούληση. Μέσα σε δύο χρόνια, η καταγεγραμμένη μέσω του Ταμείου Παρακαταθηκών και Δανείων χορηγική κίνηση μειώθηκε κατά 85% και κάποιοι κατηγόρησαν τον υπουργό ότι στην πλάτη των χορηγιών κάνει τη δική του πελατειακή πολιτική.
Οι ευνοημένοι και οι αδικημένοι
Από τον κατάλογο του ΥΠΠΟΤ, αλλά και από την ίδια την πρακτική της αγοράς αντιλαμβάνεται κανείς ότι οι περισσότερες χορηγίες καταλήγουν υπέρ αρχαιολογικών σκοπών, μουσικών δράσεων, θεατρικών παραστάσεων και εικαστικών εκθέσεων. Και σε αυτές τις υποκατηγορίες υπάρχουν ευνοημένοι, όπως το Μέγαρο Μουσικής. Στον τομέα του κινηματογράφου και του βιβλίου δεν εμφανίζονται συχνά χορηγίες. Οπως τονίζει ο Χρήστος Σαββίδης από την εταιρεία ArtBox: «Τα εικαστικά δεν βρίσκουν εύκολα χορηγούς, διότι όσοι δίνουν χρήματα θέλουν εγγυημένα, άμεσα και μετρήσιμα ανταλλάγματα. Αν βάλουν το λογότυπό τους σε μια συναυλία, θα το δουν μέσα σε ένα βράδυ χιλιάδες άνθρωποι. Αν κάνουν το ίδιο με ένα μουσείο, θα πρέπει να περιμένουν 2 - 3 μήνες για να το δουν ισάριθμοι επισκέπτες».
Οι μεγάλες εταιρείες στην Ελλάδα σπάνια έχουν καταρτισμένο προσωπικό που να είναι σε θέση να αξιολογήσει τις προτάσεις των υποψηφίων για χορηγία και τη «διείσδυση» που μπορεί να έχουν σε διάφορες κοινωνικές ομάδες. Κατακριτέα όμως είναι συχνά και η στάση των εκπροσώπων του Τύπου. Σπάνια αναφέρουν το όνομα του χορηγού γιατί το θεωρούν έμμεση διαφήμιση. Η ευθύνη δεν είναι μόνο δική τους. Ο νόμος Βενιζέλου είχε εξισώσει την διαφήμιση με τη χορηγία και έπρεπε να περάσουν δέκα χρόνια και να οριστεί στον νόμο Βουλγαράκη η πολιτιστική χορηγία, με αναφορά στην ευποιία και το κοινωνικό πρόσωπο του χορηγού.
Ολα πιο εύκολα ως «έξοδα προβολής»
Το καθεστώς της χορηγίας βελτιώθηκε με ειδική νομοθεσία για τις ολυμπιακές χορηγίες (Ν 2833/2000 και Ν 2992/2002). Τότε υπήρξε πλήρης φοροαπαλλαγή από τα κέρδη της εταιρείας ή το εισόδημα του χορηγού για το ποσό της χορηγίας που πήγαινε για τους σκοπούς των Ολυμπιακών Αγώνων. Σήμερα ισχύει ο Νόμος 3525/07 που ψηφίστηκε επί υπουργίας Βουλγαράκη, ο οποίος προβλέπει ότι το ποσό της χορηγίας εκπίπτει εξ ολοκλήρου από το φορολογητέο εισόδημα του χορηγού. Το αφαιρούμενο όμως ποσό δεν μπορεί να υπερβαίνει το 10% του συνολικού φορολογούμενου εισοδήματος ή των καθαρών κερδών που προκύπτουν από τα βιβλία της επιχείρησης, σύμφωνα με το φορολογικό νομοσχέδιο του Γ. Παπακωνσταντίνου που ψηφίστηκε πριν από λίγο καιρό. Το ποσοστό αυτό ήταν 30% στο νομοσχέδιο του 2007, αλλά μειώθηκε ύστερα από εισηγήσεις του υπουργείου Οικονομικών. Η κίνηση είχε επίδραση στην ψυχολογία των χορηγών και τους έκανε ακόμα πιο απρόθυμους.
Ο νόμος Βουλγαράκη δημιούργησε το γραφείο χορηγιών στο ΥΠΠΟΤ, που φτιάχνει τις συμβάσεις ανάμεσα σε χορηγούς και αποδέκτες, έτσι ώστε η διαδικασία της χορηγίας να πιστοποιηθεί. Επίσης, παρέχει τα επίσημα έγγραφα για τη φοροαπαλλαγή των χορηγών. Από τα τέλη του 2007 μέχρι σήμερα έχουν γίνει περίπου 185 αιτήσεις για χορηγίες με συνολικό ποσό περίπου 23 εκατομμύρια ευρώ.
Οι περισσότερες εταιρείες όμως που θέλουν να κάνουν χορηγίες παρακάμπτουν το κράτος, τις «βαφτίζουν» έξοδα προβολής, τα οποία επίσης εκπίπτουν εξ ολοκλήρου από το φορολογητέο εισόδημα χωρίς μάλιστα τον περιορισμό του 10%. Σύμφωνα με τον επικοινωνιολόγο Θαλή Κουτούπη, ειδικό στις χορηγίες και συγγραφέα βιβλίου με σχετικό θέμα, η συνολική ετήσια χορηγική ύλη είναι γύρω στα 60 - 100 εκατομμύρια ευρώ. Οι παλινωδίες του κράτους, ο εχθρικός νόμος Βενιζέλου, η έλλειψη πληροφόρησης ακόμα και ανάμεσα στα στελέχη των πολιτιστικών φορέων οδηγούν όλους όσοι έχουν διάθεση να προσφέρουν να μην ακολουθούν την οδό που προτείνει το ΥΠΠΟΤ.
«Μου φαίνεται αδιανόητο ότι σε περίοδο κρίσης αντί να προσπαθούμε να ενισχύσουμε τις χορηγίες, το υπουργείο Οικονομικών μειώνει το αφαιρούμενο ποσό από 30% σε 10% επί του φορολογητέου εισοδήματος του χορηγού, λες και όλο το μαύρο χρήμα στην Ελλάδα ξεπλένεται μέσα από τέτοιους μηχανισμούς. Με αυτό τον τρόπο βάζουμε μάλιστα στο στόχαστρο, στη θέση του ενόχου για παρανομίες όλους εκείνους που θέλουν να δώσουν χρήματα τις τέχνες», λέει ο Σταύρος Μπένος.
«Το ελληνικό κράτος προσπαθεί τώρα να αποβάλλει την κάκιστη νοοτροπία να ασκεί πελατειακή πολιτική μέσα από τα χρήματα που διακινούνται στον τομέα του πολιτισμού, κρατώντας για τον εαυτό του τον ρόλο του μεσάζοντα ή του φοροεισπράκτορα. Γι' αυτό και δεν έχει δημιουργήσει μέχρι σήμερα ένα πλαίσιο ελεύθερης συναλλαγής ανάμεσα στα δύο συμβαλλόμενα μέρη χορηγών - χορηγούμενων», λέει η μουσειολόγος Ματούλα Σκαλτσά που είναι ειδικός στις χορηγίες.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Μαργαριτας Πουρναρα- εφ. Καθημερινή, 11-07-2010

Ενα νέο μεταναστευτικό ρεύμα γεννιέται...

Ορατή στον ορίζοντα είναι η τάση Ιταλών και Ελλήνων να φύγουν προς τις ίδιες χώρες που είχαν δεχθεί τους παππούδες και τους προπάππους τους προ 100 και πλέον χρόνων

ΠΡΟΪΟΝΤΟΣ του χρόνου η παγκόσμια οικονομική κρίση - στο μέτρο μάλιστα που μετεξελίσσεται αντί να υποχωρείεπηρεάζει και αλλάζει δεδομένα κοινωνικά και ανθρωπογεωγραφικά που παγιώθηκαν τα χρόνια της ανάπτυξης και της οικονομικής μεγέθυνσης των δυτικών οικονομιών. Το μεταναστευτικό φαινόμενο είναι ένα από τα πιο θεαματικά μεταλλασσόμενα εξαιτίας της κρίσης.Σχηματικά θα λέγαμε ότι το κύμα των μεταναστών που, χάρη στο άνοιγμα των πολιτικών και οικονομικών συνόρων στον πλανήτη, πλημμύρισε τις οικονομικά αλλά- ας μην το κρύβουμεκαι πολιτικά και κοινωνικά αναπτυγμένες χώρες της Δύσης, χτύπησε με πάταγο στο θεόρατο τείχος της κρίσης. Κι αν δεν γυρίζει πίσω, τουλάχιστον ανακόπτεται. Στις μεγάλες χώρες υποδοχής μεταναστών του ευρωπαϊκού Βορρά οι «νέες τάσεις» έχουν γίνει αισθητές εδώ και χρόνια.Στη Γερμανία κατά τη δεκαετία του 2000 που ο αριθμός των ανέργων ξεπερνούσε το εφιαλτικό επίπεδο των 4 εκατομμυρίων, πολλοί έλληνες, τούρκοι και ιταλοί μετανάστες επέστρεψαν στις πατρίδες τους.Επιπλέον,παρατηρήθηκε μια
ροή γερμανών οικονομικών μεταναστών με υψηλή μόρφωση και επαγγελματική κατάρτιση προς χώρες πρωτοποριακές στις νέες τεχνολογίες,όπως είναι η Ιρλανδία.Στις χώρες του ευρωπαϊκού Νότου θα έλεγε κανείς ότι προετοιμάζεται η «μεγάλη φυγή». Στην Ισπανία αφορά κυρίως τους ισπανόφωνους Λατινοαμερικανούς που πέρασαν τον Ατλαντικό για να αναζητήσουν την τύχη τους στη μητρόπολη, στη χώρα από όπου πριν από πέντε αιώνες ξεκίνησαν οι μεγάλοι εξερευνητές αναζητώντας τις Δυτικές Ινδίες. Στην Ιταλία και στην Ελλάδα το ζήτημα δεν περιορίζεται τόσο στην οίκαδε επιστροφή των οικονομικών μεταναστών από τις χώρες των Βαλκανίων (Αλβανία, Βουλγαρία, Ρουμανία, πρώην Γιουγκοσλαβία, υπόλοιπη Ευρώπη). Ορατή στον ορίζοντα είναι η δημιουργία ενός νέου μεταναστευτικού ρεύματος των αποστερημένων από κάθε κρατική πρόνοια και κάθε επαγγελματική προοπτική Ιταλών και Ελλήνων προς τις ίδιες χώρες που είχαν δεχθεί τους παππούδες και τους προπάππους τους προ 100 και πλέον χρόνων: προς τις ΗΠΑ, τον Καναδά, την Αυστραλία...

Oι περιπτώσεις της Ελλάδας και της Ιταλίας,σε ό,τι αφορά τις νέες μεταναστευτικές τάσεις που διαμορφώνονται στην Ευρώπη και στον πλανήτη εν γένει, βρίσκονται ακόμη σε πρώιμο στάδιο. Ιδιαίτερα η Ελλάδα βίωσε με αρκετή καθυστέρηση τις επιπτώσεις της κρίσης- ας μην ξεχνάμε ότι τα χρόνια της μεγάλης καταστροφής, δηλαδή το 2007 και το 2008, η ελληνική οικονομία ήταν «θωρακισμένη»...- και καθώς μπήκε καθυστερημένη στον χορό θα βγει και με καθυστέρηση. Η Ιταλία ευτυχεί προσώρας να βρίσκεται στο μάτι του κυκλώνα, όπου ως γνωστόν επικρατεί μια ηρεμία και γαλήνη παρά το ότι τριγύρω η φύση λυσσομανά. Η Ισπανία, αντίθετα, είναι σαφές ότι βρίσκεται στο έλεος της φύσης των αγορών.

Τον περασμένο Απρίλιο η Standard & Ρoor΄s άνοιξε για την Ισπανία τον χορό των υποβαθμίσεων, τον οποίο ακολούθησε η Fitch. Και την περασμένη Τετάρτη η Μoody΄s προειδοποίησε ότι θέτει υπό επανεξέταση το «τριπλό Α» με το οποίο έχει αξιολογήσει την ικανότητα της Ισπανίας να εξυπηρετεί τις δανειακές υποχρεώσεις της. Τίποτε στην Ισπανία δεν θυμίζει τη χρυσή δεκαετία 1997-2007, όταν η χώρα της Ιβηρικής εφάρμοζε μια από τις πλέον ευνοϊκές πολιτικές υποδοχής μεταναστών. Ηταν η εποχή της ευημερίας, της οργασμικής ανοικοδόμησης, της πρωτοφανούς ευημερίας του κλάδου των κατασκευών και της παροχής τραπεζικών και άλλων υπηρεσιών.

Οι τεράστιες ανάγκες στον κατασκευαστικό τομέα- οι ανάγκες για να φουσκώσει η φούσκα των ακινήτων δηλαδή- είχαν υπαγορεύσει στην κυβέρνηση του Χοσέ Μαρία Αθνάρ την υιοθέτηση μιας πολιτικής εξαιρετικά ευνοϊκής για την προσέλκυση εργατικών χεριών. Τα κίνητρα για τη μετανάστευση ισπανόφωνων εργατών με τις οικογένειές τους από χώρες της Λατινικής Αμερικής ήταν μεγάλα και γενναιόδωρα. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το 40% των νέων θέσεων εργασίας που δημιουργήθηκαν την περίοδο 1997-2007 (μιλάμε για έξι εκατομμύρια νέες θέσεις εργασίας) στην Ισπανία κατέλαβαν οι οικονομικοί μετανάστες.

Την ίδια περίοδο ο αριθμός των μονίμων κατοίκων της χώρας που είχαν γεννηθεί στο εξωτερικό αυξήθηκε κατά 500%. Οι οικονομικοί μετανάστες προ τριετίας είχαν φθάσει τα 5,2 εκατομμύρια στην Ισπανία και αντιστοιχούσαν στο 12% του συνολικού πληθυσμού της χώρας.

Για λόγουςιστορικούς, πολιτισμικούς αλλά και γλωσσικούς η Λατινική Αμερική ήταν η μεγαλύτερη πηγή εισροής μεταναστών στην Ισπανία. Ωστόσο στην κορυφή της κατάταξης των χωρών εξαγωγής μεταναστών προς την Ισπανία είναι η Ρουμανία, στη δεύτερη θέση βρίσκεται το Μαρόκο και στην τρίτη το Εκουαδόρ. Οταν έσκασε η ισπανική φούσκα των ακινήτων, όταν βρέθηκαν εκτεθειμένες οι ισπανικές τράπεζες σε στεγαστικά δάνεια που ουδέποτε επρόκειτο να αποπληρωθούν και όταν η οικονομική κρίση προσέλαβε υπερεθνικές διαστάσεις, η κυβέρνηση της Μαδρίτης υιοθέτησε αντικίνητρα για τους μετανάστες. Οχι μόνο για να ανακόψει την εισροή τους αλλά και για να δημιουργήσει ένα ρεύμα εκροής, επιστροφής τους δηλαδή στις πατρίδες τους. Στο πλαίσιο αυτό περιόρισε τις δυνατότητες εισόδου στη χώρα μελών της οικογένειας ενός οικονομικού μετανάστη, επέβαλε αυστηρά πρόστιμα στους εργοδότες που απασχολούν ξένους εργάτες που δεν διαθέτουν άδεια παραμονής στη χώρα, ενώ εφάρμοσε ένα Πρόγραμμα Εθελουσίας Επιστροφής, το οποίο προβλέπει τη χορήγηση επιπλέον επιδομάτων ανεργίας ως κίνητρο για να πεισθούν νόμιμοι μετανάστες να επιστρέψουν στις χώρες προέλευσής τους.

Σε περιόδους γενικευμένης οικονομικής δυσπραγίας ενεργοποιούνται, βεβαίως, και αντιδράσεις «εθνικιστικές» στον λαό μιας χώρας υποδοχής μεταναστών. Οταν δεν πηγαίνουν καλά οι δουλειές στις επιχειρήσεις, δηλαδή, οι πρώτοι που απολύονται είναι οι ξένοι απασχολούμενοι. Σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης του Χοσέ Λουίς Θαπατέρο, η ανεργία των οικονομικών μεταναστών εκτινάχθηκε στο 30% από 12% που ήταν το 2007, όταν το συνολικό ποσοστό ανεργίας στη χώρα έχει φθάσει το 20%. Τι κάνουν όμως οι κατά τεκμήριο οικονομικά ευάλωτοι μετανάστες που αντιμετωπίζουν όχι μόνο κρατικά αλλά και κοινωνικά αντικίνητρα για την παραμονή τους στη χώρα υποδοχής; Επιστρέφουν στις πατρίδες τους;

Τα στοιχεία από την Ισπανία δείχνουν ότι το 2009 ο αριθμός των μεταναστών από το Εκουαδόρ μειώθηκε κατά 26.357

και περιορίστηκε στις 395.069. Συνολικά, ωστόσο, ο αριθμός των μονίμων κατοίκων της χώρας που έχουν γεννηθεί στο εξωτερικό δεν μειώθηκε, αλλά αυξήθηκε σε σύγκριση με το 2008! Εστω και κατά μόλις 1%, ενώ το 2007 είχε αυξηθεί κατά 17% συγκριτικά με το 2006. Διότι, όπως σημειώνει σε έρευνα της «Wall Street Journal» ο ειδικός σε μεταναστευτικά θέματα αναλυτής του ΟΟΣΑ Τζόναθαν Κάλοφ, «ακόμη και στις πιο βαθιές υφέσεις οι χώρες υποδοχής μεταναστών σπανιότατα καταγράφουν μια μείωση του συνολικού αριθμού των γεννηθέντων στο εξωτερικό πολιτών τους». Αλλά και η πολιτική επιστήμονας από την Αργεντινή Λάουρα Τεντέσκο που εργάζεται ως επισκέπτρια καθηγήτρια στο Αυτόνομο Πανεπιστήμιο της Μαδρίτης, θεωρεί ότι θα είναι οριακός ο αριθμός των ξένων μεταναστών που θα εγκαταλείψουν την Ισπανία διωγμένοι από την κρίση. Το συμπέρασμα είναι ότι οι ξένοι μεταναστεύουν σε μια χώρα για να μείνουν. Μια οικονομική κρίση δεν τους πτοεί τόσο ώστε να πάρουν τον δρόμο της επιστροφής. Αντιθέτως, η ξαφνική στέρηση της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο δημιουργεί τάσεις φυγής στον γηγενή πληθυσμό μιας χώρας. Σε αυτή τη βάση φαίνεται πως θα εξελιχθεί η πληθυσμιακή ώσμωση τον 21ο αιώνα.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Αλεξανδρος Καψυλης-εφ. Το Βήμα, Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

Οι απειλές της οικονομικά ισχυρής Τουρκίας


Με ποιο δικαίωμα η Τουρκία αξιώνει τελεσιγραφικά από το Ισραήλ να της ζητήσει συγγνώμη για το «ναυτικό επεισόδιο ανοικτά της Γάζας», διαμαρτύρεται- προφανώς για λογαριασμό της Ιερουσαλήμ- ο αρθρογράφος του νεοσυντηρητικού «Weekly Standard» της Ουάσιγκτον. Την απάντηση δίνουν κατά κάποιον τρόπο δύο ανεξάρτητες πηγές, κατά σύμπτωση σχεδόν ταυτόχρονα. Επειδή η Τουρκία είναι σήμερα ισχυρή πολιτικά και κυρίως οικονομικά, αφήνουν να εννοηθεί, με βάση συγκεκριμένα στοιχεία, το αμερικανικό υπουργείο Εμπορίου και το Οικονομικό Γραφείο της Κομισιόν στις Βρυξέλλες, το οποίο παρακολουθεί τις δημοσιονομικές επιδόσεις των κρατών-μελών της ΕΕ και εκείνων που βρίσκονται σε πορεία ένταξης. Και οι «Νew Υork Τimes», πάντοτε επικριτικοί προς την Αγκυρα για τις «υπερβολές» της στο ζήτημα της Γάζας, έγραφαν τελευταία ότι η «νέα δυναμική» της Τουρκίας οφείλεται στον «συνδυασμό κοινωνικού συντηρητισμού και συντηρητικά φιλελεύθερης οικονομικής πολιτικής» που εφαρμόζει η κυβέρνηση Ερντογάν.

Στις 8 Ιουνίου το Γραφείο, κάνοντας μια συλλογική εκτίμηση της τουρκικής οικονομίας, καταλήγει στο εντυπωσιακό αλλά καλώς τεκμηριωμένο συμπέρασμα ότι η Τουρκία διαθέτει αυτή τη στιγμή σχεδόν όλα τα προσόντα να ενταχθεί στην ευρωζώνη. Φυσικά προηγουμένως θα πρέπει να γίνει δεκτή στην ΕΕ. Σημειώνει επίσης ότι στη βαθμολογία του «δημοσιονομικού ρίσκου» η Τουρκία βρίσκεται πολύ χαμηλά, στο ίδιο περίπου επίπεδο (192) με την Ιταλία (194) και το Βέλγιο (197) αλλά σε πολύ καλύτερη θέση από την Ισπανία (441).

Οι κρατικές υπηρεσίες των ΗΠΑ καταγράφουν ότι οι τουρκικές εξαγωγές σημειώνουν σχεδόν σταθερή άνοδο της τάξεως του 12%, ότι η Ρωσία είναι για την Τουρκία η υπ΄ αριθμόν 1 χώρα εμπορικών και ευρύτερων οικονομικών συναλλαγών και υπογραμμίζουν ιδιαίτερα τρία στοιχεία: ο πληθωρισμός δεν ξεπερνά το 8%, το δημόσιο χρέος είναι κάτω του 60% και το έλλειμμα του προϋπολογισμού κάτω του 3%. Αυτά αποτελούν καλούς «κράχτες» (appealing gates)

και προσελκύουν επενδύσεις από τη Σαουδική Αραβία- περίπου 6,5 δισ. δολάρια-, τη Ρωσία, το Αζερμπαϊτζάν και το Καζακστάν- συνολικά άνω των 4 δισ. δολαρίων. Δύο ακόμη στοιχεία της «νεωτεριστικής δραστηριότητας» σημειώνει το αμερικανικό υπουργείο: ότι η Τουρκία, «αγνοώντας ιδεολογικούς ή ηθικούς περιορισμούς», έχει αναπτύξει εντελώς ιδιαίτερες εμπορικές σχέσεις με τα γειτονικά Ιράν, Ιράκ, Συρία αλλά και Λιβύη- συνολικού ύψους 1,8 δισ. δολαρίων-, χωρίς να αγνοεί χώρες όπως η ΕΕ και οι ΗΠΑ, οι οποίες εξακολουθούν να είναι ο υπ΄ αριθμόν 1 «οικονομικός εταίρος» της Τουρκίας. Χαρακτηριστικά αναφέρει ότι η ημικρατική αεροπορική εταιρεία της χώρας, η Τurkish Αirlines, έχει «πιο εκτεταμένο δίκτυο και από αμερικανικές εταιρείες». Ας σημειωθεί ότι η εμπορική δραστηριότητα της Τουρκίας σε ορισμένες χώρες ενοχλεί την Ουάσιγκτον. Τελευταία διαρρέουν- σκόπιμα ασφαλώςπληροφορίες για το «απαγορευμένο εμπόριο» με τη Συρία και τους Χεζμπολάχ του Λιβάνου και προ ημερών το «Washington Ρost» έγραφε ότι οι κυρώσεις που επέβαλαν στο Ιράν το Συμβούλιο Ασφαλείας και η ΕΕ «καταντούν γράμμα κενό» επειδή τούρκοι έμποροι μέσω Ιράκ διοχετεύουν στο Ιράν πολλά από εκείνα που καταγράφονται στη λίστα των κυρώσεων.

Το δεύτερο στοιχείο είναι εξίσου εντυπωσιακό. Οι 11 μεγάλες τουρκικές επιχειρήσεις κατασκευών δραστηριοποιούνται σε 16 χώρες- από το Ιράκ ως το Περού και από τη Ρωσία ως το Πακιστάν και τη Νότια Αφρική. Ο συνολικός προϋπολογισμός κόστους αυτών των κατασκευών υπολογίζεται σε 32 δισ. δολάρια και υπολείπεται μόνο της Κίνας.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Σταθης Ευσταθιάδης-εφ. Το Βήμα, Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

Η τριετής πορεία της Ισπανίας προς την Κόλαση


* Ετος 2007: «Η Ισπανία είναι μια ανθηρή δύναμη της οποίας η επενδυτική ικανότητα αναγνωρίζεται από τις αγορές σε τέτοιον βαθμό που συλλέγει ξένα κεφάλαια σε ύψος σχεδόν 160% του ΑΕΠ της».

* Ετος 2010: «Η Ισπανία είναι μια χώρα χειροπόδαρα χρεωμένη στο εξωτερικό με πάνω από το 170% του ΑΕΠ της, το οποίο και καθιστά αμφίβολη την ανάκαμψή της». Μέσα σε λιγότερο από τρία χρόνια, η εξέλιξη των αγορών άλλαξε τελείως την ανάγνωση δύο σχεδόν ταυτόσημων αριθμών! Ασφαλώς η τάση δεν αφήνει αμφιβολίες: η εξωτερική χρέωση της Ισπανίας σχεδόν τριπλασιάστηκε από τότε που υπάρχουν συγκρίσιμα στοιχεία (2002). Οι τελευταίοι αριθμοί της Κεντρικής Τράπεζας της Ισπανίας επιβεβαιώνουν αυτό που φαίνεται να ενδιαφέρει τώρα τις αγορές: το αυξημένο χρέος της χώρας προς το εξωτερικό. Ολοι οι αναλυτές συμφωνούν ότι το εξωτερικό χρέος δεν μπορεί να αυξάνεται αιωνίως. Γι΄ αυτό η κυβέρνηση Θαπατέρο έχει υιοθετήσει μέτρα συγκράτησής του. Ομως, η δυσπιστία των αγορών για την ικανότητα της Ισπανίας να προσελκύει κεφάλαια είναι υπερβολική. Μια γρήγορη σύγκριση με άλλες ευρωπαϊκές χώρες δείχνει αμέσως ότι η δυσπιστία απέναντι στην Ισπανία είναι άσχετη από τα περίφημα «θεμελιώδη οικονομικά στοιχεία»: η Πορτογαλία, αλλά και η Γαλλία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και η Αυστρία μεταξύ άλλων, εξαρτώνται από το εξωτερικό σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό από όσο εξαρτάται η Ισπανία. Και, παραδόξως, σύμφωνα με το ΔΝΤ η Ελλάδα εξαρτάται πολύ λιγότερο από το εξωτερικό από όλες τις χώρες αυτές!

Το προφίλ του εξωτερικού χρέους της Ισπανίας άλλαξε στα τελευταία χρόνια. Το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών βρίσκεται στα ύψη (18,5% του διαθέσιμου εισοδήματος) και οι επιχειρήσεις- εκτός χρηματοπιστωτικού τομέα- αρχίζουν να μειώνουν τις ανάγκες χρηματοδότησής τους. Είναι μία από τις μεγαλύτερες μειώσεις που έχει καταγραφεί ποτέ στη χώρα. Αντίθετα, το δημόσιο χρέος, που είχε συγκρατηθεί εξαιρετικά ως το 2007, αυξάνεται με σημαντικούς ρυθμούς. Το 2009 έφθασε το 53% που είναι σχετικά ήπιος αριθμός, αλλά οι αγορές δεν το εμπιστεύονται. Φοβούνται ότι ένα τμήμα του τεράστιου ιδιωτικού χρέους, που φθάνει το 220% του ΑΕΠ, θα μετατραπεί τελικά σε δημόσιο χρέος. Για να βελτιωθεί η εξωτερική εικόνα, τόσο ο ιδιωτικός όσο και ο δημόσιος τομέας υποβάλλονται τώρα σε θεραπεία αδυνατίσματος. Αλλά το φάρμακο αυτό μπορεί να καταντήσει στο τέλος δηλητηριώδες. «Είναι πολύ δύσκολο να μειωθεί το επίπεδο του δανεισμού χωρίς να επηρεαστεί η ανάπτυξη» προειδοποιεί ο Βιθέντε Παγιαρντό, επικεφαλής του Παρατηρητηρίου Διεθνούς Οικονομικής Συγκυρίας του Πανεπιστημίου της Βαλένθια. Ο ειδικός αυτός αμφιβάλλει πολύ για το αν οι πιστωτές απαιτούν τόση λιτότητα. «Δεν είναι σαφές ότι οι αγορές χειροκροτούν τις περικοπές» λέει, καθώς, όπως προειδοποιεί, αν η ευρωπαϊκή οικονομία παραλύσει, τότε δεν θα μπορεί να εξυπηρετεί τα χρέη της.

Η λύση πουπροτείνει ο Παγιαρντό συνίσταται σε μια διπλή πολιτική: οι υπερχρεωμένες χώρες να τονώσουν τις οικονομίες τους αντί να τις παγώνουν. Ενας τέτοιος ενάρετος κύκλος όμως «απαιτεί μεγαλύτερο διεθνή συντονισμό». Ανάλογη προειδοποίηση δίνει και ο Χοσέ Λουίς Μαρτίνεθ του City, εξηγώντας τον κύριο λόγο καχυποψίας των αγορών: «Η πραγματική απειλή είναι η έλλειψη ανάπτυξης» . Ο Χουάν Λουίς Γκαρθία Αλέχο , επικεφαλής αναλύσεων της Ιnversis Βanco, θυμίζει ότι μεγάλο τμήμα των πιστώσεων προς την Ισπανία δόθηκαν για κατοικίες. Δηλαδή διαθέτουν αντίκρισμα σε περιουσιακά στοιχεία, έστω και υποτιμημένα τώρα. Αντίστροφα, «η εισροή δανείων στην κατανάλωση είναι πολύ μικρότερη απ΄ ό,τι στον ευρωπαϊκό μέσον όρο».

Ο πυρετός της χρέωσης ακολούθησε μια διαδικασία που ώς τώρα θωρακιζόταν από το ευρώ, καθώς τα επιτόκια ήταν αρνητικά σε σχέση με τον πληθωρισμό. Το αποτέλεσμα ήταν το υπερβολικό κίνητρο για δάνεια. Ο Φεντερίκο Στάινμπεργκ, ερευνητής του Ιnstituto Εlcano, σχετικοποιεί τις επιπτώσεις αυτής της παραμόρφωσης: «Το κόστος χρηματοδότησης του χρέους είναι πολύ υψηλό, αλλά δεν υπάρχει πρόβλημα εξυπηρέτησής του. Είναι λογικό να πληρώνονται υψηλότερα επιτόκια από τα γερμανικά», έστω και αν αυτό δεν έγινε στην εποχή ευφορίας. Εν κατακλείδι ο Στάινμπεργκ καλεί σε ηρεμία: «Υπάρχει υπερβολική καταστροφολογία» συμπεραίνει.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο LUCIA ΑBELLAN -εφ. Το Βήμα, Κυριακή 11 Ιουλίου 2010

8/7/10

«Μην πληρώσετε το χρέος σας»




Μα τι συμβουλές μπορεί να μας δώσει ένας γεωγράφος για την οικονομική κρίση; Εάν θεωρείτε ότι το κεφάλαιο αναπαύεται σε τεράστια θησαυροφυλάκια, μπορείτε να συνεχίσετε να συμβουλεύεστε για τις επενδύσεις σας τον Σκρουτζ Μακ Ντακ.
Εάν, αντίθετα, πιστεύετε ότι το κεφάλαιο ρέει προς διάφορες κατευθύνσεις, αναζητώντας νέο χρήμα και προκαλεί νέες κρίσεις για να πλουτίσει απ’ αυτές, έχετε κάθε λόγο να διαβάσετε τις συμβουλές του βετεράνου γεωγράφου-ανθρωπολόγου από την Αγγλία και πανεπιστημιακού καθηγητή διεθνούς κύρους.
Αν ο Νόαμ Τσόμσκι είναι ο διασημότερος διανοητής-γλωσσολόγος, ο Βρετανός μαρξιστής Ντέιβιντ Χάρβεϊ είναι ο πιο συχνά αναφερόμενος γεωγράφος-ανθρωπολόγος. Μόνο που η γεωγραφία, την οποία καθιέρωσε ως ακαδημαϊκό κλάδο ο πανεπιστημιακός αλλά και ακτιβιστής, δεν είναι μία στατική ανάγνωση του χάρτη, αλλά μία κριτική ανάλυση της παγκόσμιας κίνησης του κεφαλαίου, των ανθρώπων, των ιδεών, με ερμηνευτικό όπλο τον διαλεκτικό υλισμό. Πρόσφατα επισκέφθηκε την Αθήνα, στο πλαίσιο του τριημέρου «Μαρξισμός 2010» στην ΑΣΟΕΕ, μίλησε για τη σημερινή οικονομική κρίση και παρουσίασε δίωρο σεμινάριο για το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, ένα θέμα το οποίο κατέχει όσο λίγοι, καθώς το διδάσκει σταθερά εδώ και 40 χρόνια.
Λίγο μετά το σεμινάριο μίλησε στο ΕΨΙΛΟΝ ένα ζεστό αθηναϊκό μεσημέρι. Στα σκαλιά της ΑΣΟΕΕ ένας εικοσάρης κυνηγάει τον ασπρομάλλη Χάρβεϊ με μία χαρτόδετη έκδοση του Α’ τόμου του «Κεφαλαίου» στα αγγλικά. «Μπορείτε να μου το υπογράψετε; Το διάβασα χάρη στα μαθήματά σας, μόνος μου δεν θα τα είχα καταφέρει.». Ο λεπτός γενειοφόρος το υπογράφει σεμνά.
Οι βιντεοσκοπημένες παραδόσεις του Χάρβεϊ για το Κεφάλαιο του Μαρξ, 13 μαθήματα για τον Α’ τόμο, έχουν εξελιχθεί σε διαδικτυακό σούπερ-χιτ, καθώς σε ενάμιση χρόνο τις έχουν «κατεβάσει» πάνω από 700.000 άνθρωποι σε όλο τον πλανήτη.
«Τα πραγματικά downloads είναι πολύ περισσότερα, το κατεβάζουν από διάφορες ιστοσελίδες» απαντά ο Χάρβεϊ στην παρατήρηση μου, χωρίς να δείχνει εξίσου εντυπωσιασμένος. Μάλλον διδάσκοντας 40 χρόνια το «Κεφάλαιο» του Μαρξ, ο Χάρβεϊ προφανώς δεν μετρά την επιτυχία με «χιτς» στο διαδίκτυο.
Διακριτικός και ευκίνητος, με αθλητικά παπούτσια και κοντομάνικο πουκαμισάκι, ο διάσημος καθηγητής δεν έχει καθόλου το τουπέ της «έδρας», αυτό που γνώρισα στα φοιτητικά μου χρόνια. Αν και φαίνεται κουρασμένος, απαντά σε όλες τις ερωτήσεις χωρίς να βιάζεται, με απλότητα και σαφήνεια. Ένα ζεστό απομεσήμερο, την ίδια ώρα που άλλοι εβδομηντάρηδες κάνουν τη σιέστα τους, ο Ντέιβιντ Χάρβεϊ μιλάει και στα μάτια του διακρίνεις τη φλόγα του εφήβου-ή απλώς του έξυπνου ανθρώπου.
-Το πρόσφατο βιβλίο σας «The enigma of Capital» μιλάει για τη ροή τον κεφαλαίου. Γιατί είναι τόσο σημαντική;
«Υπάρχει μία τάση να αντιμετωπίζεται το κεφάλαιο ως “πράγμα”, ως κάτι που έχει δικές του αιτιολογικές εξουσίες. Δεν μου αρέσει καθόλου αυτός ο τρόπος σκέψης· εγώ το βλέπω ως μία διαδικασία. Το κεφάλαιο βρίσκεται διαρκώς σε κίνηση, είναι χρήμα που αναζητά άλλο χρήμα. Το κεφάλαιο είναι εξ ορισμού κάτι που ρέει. Μία από τις ερωτήσεις που συνηθίζω να κάνω στους φοιτητές μου είναι: «Βλέπετε τη ζωή σας ως πράγμα ή ως μία διαδικασία;» Ζούμε τη ζωή μας ως μία διαδικασία και το κεφάλαιο είναι ζωντανό, με την έννοια ότι κινείται συνέχεια».
-Λέτε πως τα εμπόδια στη ροή του κεφαλαίου δημιουργούν τις οικονομικές κρίσεις. Ποια είναι τα εμπόδια σήμερα, σε σχέση με το παρελθόν;
«Στην οικονομική κρίση του ’30 το βασικό πρόβλημα ήταν η κατάρρευση της ενεργού ζήτησης και της πίστης στο σύστημα. Αυτή η κατάρρευση έπρεπε να «επουλωθεί» με διάφορους τρόπους, με καινοτομίες όπως το New Deal, που προσπάθησαν να λύσουν το πρόβλημα της ενεργού ζήτησης με δανειακή χρηματοδότηση και κρατικές δαπάνες, όμως δεν προχώρησαν αρκετά.
»Στην πραγματικότητα, τη διέξοδο από την κρίση την έδωσαν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος και οι υπέρογκες πολεμικές δαπάνες. Το πρόβλημα ξεπεράστηκε για τότε· όμως, δημιουργήθηκαν νέες τριβές στο σύστημα, που αργότερα έγιναν πιο εμφανείς, και αυτό οδήγησε στην κρίση του ’70. Το κεφάλαιο ήταν υπερβολικά μονοπωλιακό, η δύναμη των εργατικών συνδικάτων μεγάλη, το χρηματοοικονομικό σύστημα υπερβολικά ελεγχόμενο για να δημιουργήσει τον τεχνολογικό δυναμισμό που θα ωθήσει το σύστημα προς τα εμπρός. Οι νεοφιλελεύθερες απαντήσεις τότε ως διέξοδος από την κρίση, ήταν η συμπίεση του εργατικού κόστους, η παγκοσμιοποίηση ως μετεξέλιξη των μονοπωλίων και η χρηματοοικονομική απορρύθμιση και ευελιξία της αγοράς, που οδηγεί στην τεχνολογική καινοτομία. Ε, το επόμενο ερώτημα είναι ποιος θα αγοράσει τα προϊόντα σου· άρα, απλώς στρώνεις το έδαφος για την επόμενη κρίση, που θα είναι ξανά κρίση ενεργού ζήτησης. Αυτό, δηλαδή, που είχαμε στη δεκαετία του ’30 υπό διαφορετικές συνθήκες».
-θεωρείτε τη σημερινή κρίση ως κρίση ενεργού ζήτησης;
«Εν μέρει, ναι. Επίσης, οφείλεται στην υπερβολική δύναμη του χρηματοπιστωτικού τομέα σε σχέση με τις άλλες πλευρές του κεφαλαίου, τον παραγωγικό, τον εμπορευματικό κ.λπ.».
-Γράφετε «ο καπιταλισμός δεν λύνει ποτέ τις κρίσεις του, απλώς τις μεταθέτει από τον έναν τομέα στον άλλο» και συμβουλεύετε τους Έλληνες να σπάσουμε τον κύκλο και να σταματήσουμε να πληρώνουμε. Ποιος θα το κάνει αυτό;
«Εσείς, φυσικά».
-Υποθέτω ότι αναφέρεστε στη δύναμη τον λαού και όχι στην κυβέρνηση, θεωρείτε, όμως, βιώσιμη λύση υπό τις σημερινές πολιτικές συνθήκες μία στάση πληρωμών; Δεν είναι ακραίο;
«Καθόλου! Η Αργεντινή κήρυξε στάση πληρωμών το 2001, η Ρωσία το 1998. Τις τελευταίες δεκαετίες πάρα πολλές χώρες κήρυξαν στάση πληρωμών. Έχετε μία επιλογή να το κάνετε τώρα και ξέρετε οτι θα περάσετε δύο δύσκολα χρόνια. Αλλά σε κάποια στιγμή το κεφάλαιο θα αναγκαστεί να επενδύσει ξανά, οπότε έτσι κι αλλιώς θα ξανάρθουν, όπως επέστρεψαν στην Αργεντινή. Είναι σαν να κάνεις μία εξαγωγή δοντιού τώρα και να πονέσεις ή να ζήσεις με τον πόνο για είκοσι χρόνια.
»Αυτό που προσπαθούν να σας πείσουν είναι να περάσετε είκοσι χρόνια πόνου, γιατί αυτό συμφέρει το χρηματοπιστωτικό σύστημα. Η στάση πληρωμών θα επιστρέψει το πρόβλημα από τον δημοσιονομικό πίσω στον χρηματοπιστωτικό τομέα. Αυτό εννοώ λέγοντας να αντιστρέψετε την πορεία. Το κράτος έσωσε τις τράπεζες· τώρα έχει πρόβλημα το κράτος. Πετάχτε τους την μπάλα και κάντε τις τράπεζες να χρεοκοπήσουν».
-Εκτός από το ότι θα φύγουν οι επενδυτές, ένα από τα κύρια επιχειρήματα ενάντια στη στάση πληρωμών είναι ότι οι μικρο-καταθέτες θα χάσουν τις οικονομίες τους, το κράτος δεν θα μπορεί να πληρώσει μισθούς και συντάξεις.
«Η στάση πληρωμών δεν είναι ανώδυνη. Υπάρχουν αυτοί οι κίνδυνοι· υπάρχουν, όμως, και τρόποι να αντιμετωπιστούν. Μία βραχυπρόθεσμη περίοδος έντασης είναι προτιμότερη από μία μακρά και βασανιστική επιδείνωση της ζωής σας, με τις περικοπές της δημόσιας υγείας, της παιδείας, της ασφάλισης, των μισθών, όπως αυτές που σας επιβάλλουν τα προγράμματα λιτότητας. Αν καθίσετε με τα χέρια σταυρωμένα, θα βλέπετε έτσι κι αλλιώς τις συντάξεις και τους μισθούς σας να εξανεμίζονται».
-Έχει πέσει στο τραπέζι και η πρόταση της μονομερούς στάσης πληρωμών. Να σταματήσει η κυβέρνηση να πληρώνει μόνο τους εξωτερικούς της δανειστές, βασιζόμενη στην έννοια του «επαχθούς χρέους».
«Είναι κι αυτή μια σοβαρή πρόταση. Συνήθως η στάση πληρωμών προηγείται, της επαναδιαπραγμάτευσης του χρέους. Λέτε, “Δεν πληρώνουμε, αλλά θα το διαπραγματευτούμε”. Η Αργεντινή επαναδιαπραγματεύθηκε το χρέος ώστε να πληρώνει 30 σεντς το δολάριο, αφού πρώτα κήρυξε στάση πληρωμών. Στο Μεξικό το πρόβλημα του χρέους λύθηκε, εν μέρει, με τα “Brady Bonds” (σ.σ.: κρατικά ομόλογα που εκδόθηκαν κυρίως από υπερχρεωμένες λατινοαμερικάνικες χώρες). Με τα ομόλογα αυτά, που κάλυπταν περίπου το 65 % της αξίας του συνολικού χρέους, οι χώρες είχαν το δικαίωμα να πουν στους πιστωτές: “Πάρτε αυτά τώρα ή χάστε τα όλα”. Και σχεδόν όλοι τα δέχτηκαν».
-Ναι, αλλά στην Αργεντινή, μέχρι να επαναδιαπραγματευτούν το χρέος, προηγήθηκε μία μεγάλη εξέγερση και χρειάστηκε να φυγαδευτούν με ελικόπτερο ο πρόεδρος Ντε λα Ρούα και τα στελέχη της κυβέρνησης. Προβλέπετε κάτι τέτοιο και στην Ελλάδα;
«Δεν είμαι καθόλου σίγουρος ότι αυτή η κυβέρνηση θα επιβιώσει και θα κηρύξει στάση πληρωμών. Το πιο πιθανό είναι να έρθει στην εξουσία μία νέο κυβέρνηση και να το κάνει εκείνη».
-Δεξιά, αριστερή, κυβέρνηση συνασπισμού;
«Και μια δεξιά κυβέρνηση θα μπορούσε να το κάνει. Στην ιστορία των στάσεων πληρωμών υπάρχει μία ενδιαφέρουσα λεπτομέρεια: οι ΗΠΑ σταμάτησαν να πληρώνουν χρέη το 1937 και όλοι οι Βρετανοί επενδυτές έχασαν τα χρήματα τους. Όμως, μέσα σε δύο χρόνια επέστρεψαν δριμύτεροι· μάλιστα, οι ΗΠΑ θεωρήθηκαν ιδανικές για επενδύσεις επειδή ήταν ένα περιβάλλον χωρίς χρέη».
-Στο τελευταίο σας βιβλίο αφιερώνετε πολλές σελίδες στην οικονομία της Κίνας. Θεωρείτε ότι είναι η επόμενη φούσκα που θα σκάσει;
«Η Κίνα επηρεάστηκε αρνητικά από το πρόσφατο κραχ στις ΗΠΑ. Έχασε σχεδόν το 40% των εξαγωγών της. Έπρεπε, λοιπόν, να αναπληρώσει. Δεν υπήρχε εξωτερική αγορά, οπότε έπρεπε να αναδιαρθρώσει την εσωτερική αγορά: επένδυσε σε νέους αυτοκινητόδρομους, σιδηροδρόμους υπερταχείας, μεγάλα ακτοπλοϊκά έργα, προγράμματα ύδρευσης, προγράμματα πολεοδομίας, κατασκευαστικά έργα. Η κτηματομεσιτική αγορά στην Κίνα είναι μία τεράστια κερδοσκοπική φούσκα, οι τιμές της γης στη Σαγκάη διπλασιάστηκαν σε έναν χρόνο. Η κατάσταση στην Κίνα θυμίζει το τοπίο σας ΗΠΑ το 2004-2005, με το κτηματομεσιτικό μπουμ που έσκασε πρόπερσι. Ίσως η Κίνα είναι η επόμενη φούσκα, όμως, ακριβώς επειδή έχει τεράστια ενδοχώρα ίσως οι επενδύσεις στις εσωτερικές υποδομές να αποδειχθούν παραγωγικές. Υπάρχουν πολλές υποψίες, αλλά κανείς δεν μπορεί να προβλέψει με σιγουριά».
-Ούτε για την Ελλάδα μπορούσε να προβλέψει κανείς πριν από λίγους μήνες ότι θα βρισκόταν στο επίκεντρο της κρίσης τον ευρώ. Είναι τόσο δύσκολο να προβλεφθούν γεωγραφικά οι κρίσεις;
«Σε κάθε χώρα η κρίση επιδρά με διαφορετικό τρόπο. Πέρυσι βρισκόμουν στον Λίβανο και τους ρωτάω, “Έχετε νιώσει τις συνέπειες της κρίσης;” -”Όχι, μου απάντησαν. “Είμαστε τόσο απασχολημένοι να ξαναχτίσουμε τη χώρα μας μετά τους ισραηλινούς βομβαρδισμούς. Όταν σταματήσουμε να χτίζουμε, τότε θα δούμε τα προβλήματα”. Είχαν ήδη μυριστεί την κρίση, αλλά δεν την είχαν νιώσει στο πετσί τους. Κάθε χώρα έχει τις δικές της ιδιαιτερότητες. Εσείς, όταν μπήκατε στο ευρώ, χάσατε τη δυνατότητα να ελέγχετε τη ροή κεφαλαίου εντός και εκτός της χώρας σας. Αυτό σας έκανε εύκολη λεία για το κερδοσκοπικό κεφάλαιο».
-Στο βιβλίο σας περιγράφετε λεπτομερώς το κραχ με τα ενυπόθηκα δάνεια υψηλού ρίσκου που χτύπησε τις ΗΠΑ το 2008, με τις στρατιές των νεο-άστεγων. Στην Ελλάδα αρκετοί δανειολήπτες έχουν χάσει τα σπίτια τους και πολλοί κινδυνεύουν με κατάσχεση. Υπάρχει εναλλακτική λύση στο στεγαστικό πρόβλημα;
«Ποτέ δεν κατάλαβα γιατί η κυβέρνηση των ΗΠΑ, αντί να υποστηρίξει τους κατοίκους, υποστήριξε τις τράπεζες. Θα έπρεπε να τους βοηθήσει να κρατήσουν τα σπίτια τους χαμηλώνοντας τις υποθήκες ή με το να συστήσει κρατικές στεγαστικές εταιρείες, δημοτικές ή συνεταιριστικές, όπου οι άνθρωποι θα ζουν εκεί ως ενοικιαστές. Στις ΗΠΑ το πρόβλημα των εξώσεων συνεχίζεται και είναι καθημερινό».
-Η οικονομική κρίση θα κάνει το αστικό τοπίο πιο άγριο;
«Ήδη πολλοί δήμοι και ολόκληρες πολιτείες στις ΗΠΑ (π.χ., η Καλιφόρνια) κινδυνεύουν με πτώχευση. Κόβονται όλες οι υπηρεσίες. Τα αποτελέσματα της κρίσης, που τα βλέπετε ήδη στην Ελλάδα με τις δημοσιονομικές περικοπές, έχουν άμεσο αντίκτυπο στο επίπεδο ζωής στις πόλεις. Χειροτερεύουν τα πάντα, από τη δημόσια υγεία και την καθαριότητα μέχρι το περιβάλλον και την εκπαίδευση».
-Γεννά, όμως, η κρίση και νέες τάσεις κοινωνικοποίησης, επαναδιεκδίκησης του δημόσιου χώρου…
«Ναι, αλλά αυτό συνυπάρχει με αύξηση της εγκληματικότητας, που οδηγεί με τη σειρά της στο φόβο, κι αυτό με τη σειρά του δικαιολογεί την καταστολή και το αστυνομικό κράτος».
-Μία από τις βασικές παραμέτρους της σκέψης σας είναι η «συσσώρευση μέσω της αποστέρησης» (accumulation by dispossession), η τάση του κεφαλαίου να παράγει κέρδος μέσα από την καταστροφή και τη λεηλασία, με τις ιδιωτικοποιήσεις, την απορρύθμιση τον κράτους, τη διαχείριση των κρίσεων, θεωρείτε πως η Ελλάδα είναι ένα τέτοιο παράδειγμα; «Σίγουρα, όταν κόβεις τις συντάξεις και τους μισθούς και αυτό το χρήμα πάει κάπου αλλού… είναι ένα ξεκάθαρο παράδειγμα συσσώρευσης μέσω της αποστέρησης. Εσείς αποστερείστε, κάποιοι άλλοι κερδίζουν».
-Ναι, αλλά μας το παρουσιάζουν ότι χρωστάμε, άρα οφείλουμε να πληρώσουμε.
«Εννοείται πως (θα σας το παρουσίαζαν έτσι. Εσείς απαντήστε τους με τη λογική του ίδιου του καπιταλιστή: Ο καπιταλιστής επενδύει και παίρνει το ρίσκο του. Αν το ρίσκο δεν αποδώσει, πρέπει να επωμιστεί τις ευθύνες”. Όταν σας πετάνε το μπαλάκι της ευθύνης, πετάξτε το πίσω. Αυτό που κάνουν πάντοτε οι καπιταλιστές είναι να κεφαλαιοποιούν τα κέρδη και να κοινωνικοποιούν το ρίσκο. Είναι το παιχνίδι “κορόνα κερδίζω, γράμματα χάνεις”».
-Τι θα συμβουλεύατε ως επόμενο βήμα;
«Να απαντήσετε συλλογικά, μαζί με τις άλλες χώρες ΡΙΙGS, ζητώντας μορατόριουμ και συνολική επαναδιαπραγμάτευση του χρέους με δικούς σας όρους».
-Ήσασταν από τους πρώτους που έκαναν κριτική στη «μετανεωτερικότητα». Θεωρείτε ότι η μεταμοντέρνα κατάσταση έχει ξεφτίσει;
«Πιστεύω ότι αυτό που παρουσιάστηκε ως μεταμοντέρνο δεν ήταν παρά κάποια στοιχεία που ενυπήρχαν ως κρίση του μοντερνισμού· αυτό που ο Μποντλέρ εντόπισε ως προσωρινότητα και αποσπασματικότητα. Ο Ντεριντά αναφέρει μία φράση του Άμλετ, ότι “ο χρόνος είναι ξεχαρβαλωμένος”. Εγώ θεωρώ ότι αυτό που βιώσαμε στη δεκαετία του ’70 ήταν μία αλλοίωση του χρόνου και του χώρου, καθώς η κοινωνία άλλαζε και οι τρόποι συσσώρευσης του κεφαλαίου μεταβάλλονταν με επαναστατικό τρόπο. Δεν είναι μόνον ο χρόνος που είναι “ξεχαρβαλωμένος”, αλλά και ο χώρος. Κι αυτό σε μεγάλο βαθμό ισχύει και σήμερα. Είναι σαν το ποίημα του Έλιοτ, Ο χρόνος-παρόν περιέχεται στο χρόνο-παρελθόν… και αν όλος ο χρόνος είναι αιωνίως παρών, όλος ο χρόνος είναι αλύτρωτος».
-Υπάρχει τρόπος να βιωθούν ο χρόνος και ο χώρος ως ολότητα;
«Ένα από τα αγαπημένα μου μυθιστορήματα είναι το “Αν μια νύχτα του χειμώνα ένας ταξιδιώτης” του Ίταλο Καλβίνο.
Εκεί ο συγγραφέας αναρωτιέται πώς γράφεται ένα μυθιστόρημα όταν δεν υπάρχουν οι συνθήκες για να γραφτεί ούτε καν ένα μικρό αφήγημα. Στον 19ο αιώνα, την εποχή των μεγάλων αφηγήσεων, μπορούσες να γράψεις κάτι με αρχή, μέση και τέλος. Τώρα όλα είναι προσωρινά, υπάρχει μία διαρκής χωροχρονική μετατόπιση. Ο Καλβίνο λύνει το πρόβλημα γράφοντας ιστορίες που μπαίνουν μέσα σε άλλες ιστορίες και σε άλλες ιστορίες. Το δικό μου επιχείρημα είναι: “Ξέρω πως ο Μαρξ ανήκει στην εποχή των μεγάλων αφηγήσεων και ότι η συσσώρευση του κεφαλαίου αλλάζει διαρκώς. Ξέρω πως οι συνθήκες είναι ρευστές, αλλά θα γράψω τη μεταθεωρία έτσι κι αλλιώς”».

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Αφροδίτη Πολίτη-εφ. Ελευθεροτυπία, 23-05-2010

Η σημασία της σιωπης σε ένα θορυβώδη κόσμο



Μεγαλοπρέπεια χαρακτηρίζει τα σιωπηλά πράγματα και τους σιωπηλούς ανθρώπους και σοβαρότητα εκείνες τις δραστηριότητες που πραγματοποιούμε ήσυχα: ανάγνωση, προσευχή, θαυμασμός έργων τέχνης, βόλτα στο δάσος. Εξισώνουμε το δυνατό θόρυβο με τη βία. Χωρίς τα μεγάφωνα, σύμφωνα με τον Χίτλερ, οι Ναζί δεν θα είχαν καταλάβει ποτέ τη Γερμανία. Είναι δύσκολο να φανταστείς τον Γκάντι καβάλα σε μια Χάρλεϊ.
Οι περισσότεροι από εμάς θα θέλαμε να σκεφτούμε ότι είμαστε ουσιαστικά ήσυχοι, δηλαδή ότι σκεφτόμαστε τους συνανθρώπους μας χωρίς να είμαστε συνεσταλμένοι, υποτονικοί και αδιάφοροι. Αλλά ας μη βιαστούμε να συγχαρούμε τους εαυτούς μας. Πρέπει να είμαστε προσεκτικοί στην εξαγωγή εύκολων «ηθικών αναλογιών ανάμεσα στο θόρυβο και το κακό, το ήσυχο και το καλό», γράφει ο Γκάρετ Κάιζερ στο ιδιοφυές, νέο βιβλίο του, με τίτλο «The Unwanted Sound of Everything We Want: A Book about Noise». Ετσι κι αλλιώς, ο Αντολφ Αϊχμαν και ο κατ’εξακολούθηση δολοφόνος Τέντ Μπάντι ήταν επίσης ήσυχοι άνθρωποι.
Το κόστος των ήσυχων στιγμών μας είναι συνήθως οχλοβοή στα αυτιά κάποιου άλλου. Δέντρα, κόβονται, χαρτί πολτοποιείται και οι εκτυπωτές παίρνουν φωτιά για την έκδοση βιβλίων ή εφημερίδων. Για να ανάψεις ένα φως θα προκληθεί ένα βουητό, κατά μήκος του αγωγού, προς το δίκτυο μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας. Για να πας σε ένα ησυχαστήριο για διαλογισμό, πρέπει να πάρεις αεροπλάνο. Το «αμ» κάποιου ανθρώπου είναι το «μπουμ» κάποιου άλλου.
Ο κόσμος μας γίνεται πιο θορυβώσης. Πρόκειται για ένα γεγονός που προκαλεί προβλήματα, μειώνει το Ι. Q. μας και μελετάται με ανεξήγητη σύγκλιση απόψεων από τρία βιβλία –το βιβλίο του κ. Κάιζερ και τα βιβλία «Zero Decibles: The Quest for Absolute Silence» (Scribner) του Τζορτζ Μίκελσεν Φόι και «In Pursuit of Silence: Listening for Meaning in a World of Noise» (Doubleday) του Τζορτζ Πρόκνικ.
Περισσότερα αεροπλάνα σκίζουν τον ορίζοντα και περισσότερα αυτοκίνητα κυκλοφορούν σε περισσότερους δρόμους, παρατηρούν αυτοί οι συγγραφείς. Περισσότερες συσκευές Blackberry ηχούν. Περισσότερα μηχανήματα άλεσης καφέ και περισσότερες μηχανές εσπρέσο ακούγονται στις καφετέριες. Όλα αυτά ωχριούν μπροστά σε αυτό που μπορεί να είναι ο πιο καταστροφικός από όλους τους ήχους , η βαβούρα που παράγεται από τα ακουστικά ενός iPod.
Διάβασα όλα αυτά τα βιβλία έχοντας επίγνωση των λόγων για τους οποίους τα νέυρα μου σπάνε όλο και περισσότερο ή των λόγων που κυρίως γράφω και συχνά διαβάζω ενώ φοράω ακούστικα σαν αυτά που μπορούσε να φοράει στο κεφάλι του ένας ελεγκτής εναέριας κυκλοφορίας, το 1961. Κάντε τον κόσμο να φύγει μακριά, όπως έλεγε με το τραγούδι του ο Χανκ Κόχραν. Αφήστε τα παιδιά μου να γελούν μαζί μου.
Αυτά τα βιβλία αύξησαν τη συναίσθηση μου για το θόρυβο, αλλά με μπέρδεψαν κιόλας. Όπως επισημαίνει ο μεγάλης ευφυΐας κ. Κάιζερ ο θόρυβος βρίσκεται μεταξύ των πιο δυσεπίλυτων θεμάτων του καιρού μας και έχουμε την τάση να αγνοούμε εντελώς τα νοήματα του.
Επίσης, οι άνθρωποι στους οποίους λείπει από τη ζωή τους η ησυχία έχουν την τάση να είναι πολιτικά αδύναμοι, είτε είναι φτωχοί είτε εργάτες είτε στρατιώτες είτε παιδιά. Παράγοντας θόρυβο μέσα στον οποίο πρέπει να ζήσουν άλλοι, δείχνουμε την περιφρόνηση μας απέναντι σε αυτούς που είναι πιο αδύναμοι από εμάς.
Δεν υπάρχει αμφιβολία για το πόσο βλαβερός είναι αυτός ο συνεχής κρότος. Επαναλαμβανόμενες έρευνες δείχνουν ότι δεν οδηγεί μόνο σε προβλήματα στην ακοή, αλλά και σε καρδιακές παθήσεις, υψηλή πίεση, χαμηλό βάρος στα νεογέννητα και μείωση της διαρκειας ζωής.
Καθώς διάβαζα αυτά τα τρία βιβλία, οι θόρυβοι γύρω μου διαχωρίστηκαν και έγιναν οδυνηρά αισθητοι και οι ισχυροί –τα παιδιά μου, τα σκυλιά και τα κοτόπουλα, η σύζηγος μου που περιφερόταν-και οι άσκοποι: οι εργασίες ενός συνεργείου κατασκευής κτιρίων, οι μηχανές που μερικές φορές περνούν από το βρώμικο δρόμο μου, ελικόπτερα που πετούσαν χαμηλά. Η πραγματική ακοή είναι σαν να ψάχνεις σταθμό σε ραδιόφωνο: η μισή γεμάτη παράσιτα και η άλλη μισή γεμάτη ευτυχία.
Επιπλέον, διαβάζοντας αυτά τα βιβλία, θυμήθηκα αυτό το φαινόμενο που συμβαίνει όταν οδηγείς και χάνεσαι. Για να προσανατολιστείς ξανά, κλείνεις το ραδιόφωνο. Βρίσκεις έναν τρόπο να μείνεις όσο το δυνατόν πιο σιωπηλός.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Dwight Garner-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 30-05-2010

7/7/10

3ο Σενάριο Η ΑΙΣΙΟΔΟΞΗ ΕΥΟΤΟΠΙΑ: ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΕΞΕΓΕΡΣΗ



Η δεκαετία του 2020 ανέτειλε στην Αθήνα ήρεμα – όσο κανείς δεν φανταζόταν πριν από δέκα χρόνια. Στο μεταξύ η Ελλάδα είχε ξαναβρεί την αίγλη που απολάμβανε στα μέσα του 19ου αιώνα, όταν έλαμπε στα μάτια των ευρωπαίων φιλελεύθερων και ριζοσπαστών ως το «πρότυπον βασίλειον», μια χώρα γεννημένη από μια νικηφόρα επανάσταση, με μεγάλες προοπτικές και προοδευτικό κοινωνικό και πολιτικό στίγμα. Η Ελλάδα εκείνου του καιρού ήταν κάτι σαν την Κούβα του Κάστρο. Όπως αργότερα η Κούβα, έτσι και η Ελλάδα τότε αψηφούσε τις αυταρχικές αυτοκρατορίες που κυριαρχούσαν ολόγυρα. Υποδεχόταν με τιμές τους ηττημένους επαναστάτες της πανευρωπαϊκής εξέγερσης του 1848, που είχαν αναγκαστεί να αφήσουν τις πατρίδες τους, και κατοχύρωνε δικαιώματα που σε ελάχιστες άλ-λες χώρες απολάμβαναν οι πολίτες-από την καθολική ανδρική ψηφοφορία ώς την ελευθεροτυπία. Πρόβαλλε ως φάρος σχετικής κοινωνικής ισότητας, μια λιτή δημοκρατία μικροϊδιοκτητών.

Φυσικά, οι πληγές της προηγούμενης δεκαετίας έμεναν νωπές. Ήταν απερίγραπτη η οργή του λαού όταν διαπίστωσε πως είχε εξαπατηθεί από την ένταξη του ευρώ, πως η οικονομία-αντί να συγκλίνει με τις ανεοτυγμένες-είχε διαλυθεί, αφήνοντας τον καταχρεωμένο. Τα μεγάλα κόμματα προώθησαν αυταρχικά μια αδιέξοδη πολιτική αιματηρής λιτότητας, η οποία απλώς χειροτερευε την κρίση και διέλυε την κοινωνική συνοχή και το ίδιο το κράτος. Η Αριστερά ειχε παραλύσει από τις διαμάχες των ηγεσιών της και τη σύγχυση που έσπερναν κάποια της στελέχη, μαγνητισμένα από το νεοφιλελευθερισμό. Επιχειρήθηκε ο εθνικός πλούτος να ξεπουληθεί αντι πινακίου φακής. Τη λύση έδωσε η λαϊκή εξέγερση, με κεντρικά συνθήματα «Δημοκρατία» και «Δεν πληρώνουμε τα χρέη τους». Σ’ αυτήν ενώθηκαν αριστεροί και χτεσινοί οπαδοί κυβερνητικών κομμάτων, ανυπότακτοι νέοι και άνθρωποι του μόχθου, αγανακτισμένοι με την αναισθησία της κυβέρνησης και την ατιμωρησία των υπαιτίων.

Το σενάριο, γνωστό και από άλλες χώρες όπου είχε μπεί το ΔΝΤ, εκτυλίχθηκε συγχρόνως στον ευρωπαϊκό νότο, στη Γαλλία και στη Βρετανία.Καθημερινές μαζικές συγκεντρώσεις στις κεντρικές πλατείες της πρωτεύουσας και των μικρότερων πόλεων, ριζοσπαστικοποίηση της άνεργης νεολαίας, συγκρούσεις με την αστυνομία που γεννούσαν ακόμη μεγαλύτερη οργή, αλλεπάλληλες απεργίες, κύματα απολύσεων και κατασχέσεων, επιχειρήσεις να κλείνουν, κυβέρνηση ολοένα πιο μισητή και χώρα ολοένα πιο ακυβέρνητη.

Ο πρωθυπουργός που έφερε το ΔΝΤ δεν αντεξε πολύ, και ανάλογη τύχη είχαν και οι διαδοχοί του, ώσπου ταυτόχρονα περίπου με Ιταλία και Ισπανία-μια νέα κυβέρνηση συνεργασίας αριστερών και εξεγερμένων τέως στελεχών των μεγάλων κομμάτων κήρυξε στάση πληρωμών του δημόσιου χρέους και επανεθνικοποίηση του εκποιημένου πλούτου. Η Ελλάδα έπαψε να στέλνει ένα δισεκατομμύριο την εβδομάδα στους πιστωτές της. Οι απεγνωσμένες προσπάθειες μεταρρύθμισης του ευρώ, που είχε γίνει στο μεταξύ βρόχος στο λαιμό των πιο αδύνατων οικονομιών, απέτυχαν-και οι χώρες του νότου το εγκατέλειψαν μαζικά. Μια νέα εποχή άνοιγε στην Ευρώπη.

Οι ευρωπαϊκές τράπεζες, που είχαν απερίσκεπτα δανείσει, είτε έκλεισαν είτε οι περισσότερες κοινωνικοποιήθηκαν με ελάχιστο κόστος για το Δημόσιο – και το ίδιο έγινε και με τις ελληνικές. Τώρα το κράτος είχε ένα ισχυρό μοχλό για να ασκήσει οικονομική πολιτική και να στρέψει τις επενδύσεις σε στρατηγικούς τομείς. Το εθνικό νόμισμα υποτιμήθηκε σε σχέση με το νέο μάρκο, όπως είχε στο μεταξύ μετονομαστεί το ευρώ. Έτσι, αναπτύχθηκαν γρήγορα και βιώσιμα κλάδοι της οικονομίας που ώς τότε λίμναζαν. Το χρήμα βγήκε από τα θησαυροφυλάκια των τραπεζών και άρχισε να κυκλοφορεί στην κοινωνία. Η ανεργία έπεσε ραγδαία. Τα ξενοδοχεία και οι πανσιόν γέμισαν τουρίστες και τα εξαιρετικά προϊόντα της οργανικής γεωργίας, για την οποία νωρίτερα το κράτος αδιαφορούσε, άρχισαν να εξάγονται σε όλο τον κόσμο. Οι εισαγωγές καυσίμων έπεσαν απότομα με την ανάπτυξη ανανεώσιμων πηγών ενέργειας (με τις οποίες η Ελλάδα είναι μοναδικά προικισμένη) αλλά και των δημόσιων συγκοινωνιών.

Ο εικονικός πλούτος ήταν τώρα μικρότερος αλλά ο πραγματικός, μεγαλύτερος και πολύ πιο δίκαια μοιρασμένος. Αναζωογονήθηκαν θεσμοί (που το προηγούμενο καθεστώς είχε ναρκώσει), από το κράτος πρόνοιας έως τους συνεταιρισμούς και τα πανεπιστήμια. Μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις κατόρθωσαν με λίγη βοηθεια να αντεπεξέλθουν στον ανταγωνισμό των μεγάλων, ενώ η ύπαιθρος ξαναζωντάνεψε από ένα κύμα μορφωμένων αγροτών που μύησαν μαζικά τη νεολαία της Ευρώπης και των πόλεων στις απολαύσεις του αγροτουρισμού και του οικοτουρισμού.

Αλλο τόσο σημαντικά άλματα έκανε η ποιότητα ζωής. Το κράτος άρχισε να φροντίζει τους εργαζομένους και τις οικογένειες τους. Η καθημερινότητα έγινε πιο ασφαλής , λιγότερο αγχωτική και πιο ανθρώπινη. Οι γυναίκες –που είχαν πληγεί ιδιαίτερα σκληρά από τα μέτρα του ΔΝΤ-ανακουφίστηκαν. Η δημοκρατία αναβαθμίστηκε με τη συντακτική συνέλευση του 2014, η οποία κτοχύρωσε τα δικαιώματα των εργαζομένων, απελευθέρωσε τα μέσα μαζικής ενημέρωσης από τη χειραγώγηση και άνοιξε το δρόμο για να καταργηθούν οι μεγάλες κοινωνικές ανισότητες. Ακόμα και οι τηλεθεατές απαλλάχτηκαν – όχι μόνον από την αίσθηση παθητικής προσμονής που τους καλλιεργούσαν ως τότε καθημερινά τα κανάλια, αλλά και από τις ξινές φάτσες και την τρομολαγνία των πολύξερων και χρυσοπληρωμένων παπαγάλων.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Σπύρος Μαρκέτος-εφ. Εψιλον Ιουνιος 2010

6/7/10

Ανταλλαγή ιδεών



«Ο σκοπός των βιβλίων είναι να καταπολεµούν τη µοναξιά»: η φράση αυτή του Ντέιβιντ Φόστερ Ουάλας βρίσκεται στην αρχή µιας συνέντευξης που έδωσε στον συγγραφέα Ντέιβιντ Λίπσκι και κυκλοφόρησε πρόσφατα µε τη µορφή βιβλίου.
Μ’ έναν µαγικό τρόπο, όποιος διαβάζει αυτό το βιβλίο µε τη βοήθεια του ηλεκτρονικού αναγνώστη Κindle της Αmazon διαπιστώνει ότι η συγκεκριµένη φράση είναι υπογραµµισµένη. Οχι επειδή επέλεξε να το κάνει ο συγγραφέας ή ο εκδοτικός οίκος, αλλά επειδή ξεχώρισαν αυτή τη φράση πολλοί αναγνώστες. Η Αmazon αποκαλεί αυτή τη λειτουργία «δηµοφιλή αποσπάσµατα». Με λίγα λόγια, παρατηρεί ο Στίβεν Τζόνσον στους Νιου Γιορκ Τάιµς, όταν κλείνουµε την τηλεόραση και καθόµαστε στον καναπέ να διαβάσουµε, διαπιστώνουµε ότι ξεφυλλίζουν µαζί µας το ίδιο βιβλίο και κάποιοι – όχι και τόσο – αόρατοι αναγνώστες. Σε λίγο καιρό ίσως να µπορούµε και να τους συναντάµε και να ανταλλάσσουµε απόψεις µαζί τους. Η εκτίµηση του Ουάλας δικαιώνεται, αν και µε διαφορετικό τρόπο από εκείνον που φανταζόταν.

Είναι αλήθεια ότι µπορεί κανείς να απενεργοποιήσει τη συγκεκριµένη λειτουργία. Οπως φυσικά µπορεί να διαβάσει το βιβλίο του στην παραδοσιακή, χάρτινη µορφή του, φροντίζοντας να επικρατεί γύρω του απόλυτη ησυχία.

Για να συνεχίσει να προοδεύει η κοινωνία όπως συµβαίνει από την εποχή του Γουτεµβέργιου, η ανάγνωση πρέπει να είναι µοναχική και ήσυχη, υποστηρίζει ο Νίκολας Καρ στο νέο του βιβλίο « Ρηχά νερά » (Shallows). Οι νέες µορφές των µέσων επικοινωνίας αλλοιώνουν τον τρόπο µε τον οποίο λειτουργεί ο εγκέφαλος. Η υποχώρηση του «γραµµικού, λογοτεχνικού νου», που ήταν ανέκαθεν στο επίκεντρο της τέχνης, της επιστήµης και της κοινωνίας, θα έχει ολέθριες επιπτώσεις στον πολιτισµό µας.

Είναι τα πράγµατα τόσο άσχηµα;

Οχι αναγκαστικά, αντιλέγει ο αρθρογράφος των Νιου Γιορκ Τάιµς. Σε τελευταία ανάλυση, η ανταλλαγή ιδεών είναι µια πιο γόνιµη διαδικασία από τον µοναχικό στοχασµό. Πολλές από τις µεγάλες ιδέες που συνέβαλαν τους τελευταίους αιώνες στην πρόοδο του πολιτισµού προέκυψαν από την αντιπαράθεση διαφορετικών προσεγγίσεων και ευαισθησιών. Και οι περισσότερες τεχνολογικές και επιστηµονικές καινοτοµίες προέκυψαν σε πολύβουα αστικά κέντρα. Οχι πως η µοναξιά είναι εχθρός της προόδου – κάθε άλλο. Οι καλές ιδέες όµως γεννιούνται συχνά και στα δίκτυα.

Η ηλεκτρική διέγερση της οθόνης µειώνει την ικανότητά µας να συγκεντρωθούµε; Μάλλον, έτσι τουλάχιστον λένε οι επιστηµονικές έρευνες. Η επέκταση των ηλεκτρονικών αναγνωστών µάς κάνει να διαβάζουµε λιγότερα µακροσκελή κείµενα; Πιθανότατα. Από την άλλη πλευρά, όµως, διαβάζουµε και γράφουµε περισσότερο απ’ ό,τι την εποχή που µεσουρανούσε η τηλεόραση. Και η ταχύτητα µε την οποία παρακολουθούµε τη διαδροµή µιας ιδέας ή ανακαλύπτουµε νέες πλευρές ενός προβλήµατος έχει αυξηθεί µε γεωµετρική πρόοδο. Ο απολογισµός είναι θετικός.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Μιχάλη Μητσού -εφ. Τα Νέα, Τρίτη 29 Ιουνίου 2010

Δρόµοι



Για τους πολύ...
...πλούσιους, η κρίση τελείωσε. Οχι βέβαια οριστικά, αλλά τουλάχιστον για την ώρα τα πάνε µια χαρά. Το πιστοποιεί η επενδυτική τράπεζα Μέριλ Λιντς µε τη φετινή της έκθεση για τον παγκόσµιο πλούτο. Ας µην αναρωτιόµαστε λοιπόν πού πηγαίνουν τα δισεκατοµµύρια που εισπράττουν οι κυβερνήσεις από τους φορολογούµενους «για να σωθούν οι τράπεζες».
Πηγαίνουν στους πολύ πλούσιους. Δικαιωµατικά, αφού αυτοί βρίσκονται πίσω από τις τράπεζες.
Η έκθεση...

...αναφέρεται στους ΗΝWΙ. Οχι, δεν πρόκειται για µια νέα µετάλλαξη του ιού Η5Ν1, αλλά για τους «high net worth individuals», όπως τους λένε στα αγγλικά και που εµείς πιο απλά θα τους πούµε σούπερ πλούσιους. Στα τέλη του 2009, ο αριθµός τους επανήλθε στο ύψος ρεκόρ του 2007: 10 εκατοµµύρια πάµπλουτοι σε όλον τον κόσµο (δηλαδή το 0,15% του παγκόσµιου πληθυσµού), που το 53,5% από αυτούς ζουν στις ΗΠΑ, την Ιαπωνία και τη Γερµανία. Η συνολική περιουσία τους επανήλθε στο επίπεδο που βρισκόταν προτού ξεσπάσει η κρίση. Εφτασε στα 39 δισεκατοµµύρια δολάρια το 2009, ενώ είχε «µειωθεί» στα 32,8 δισεκατοµµύρια το 2008.
Και όπως σχολιάζει ο οικονοµολόγος Ζαν Γκαντρέ, καθηγητής στο Πανεπιστήµιο της Λίλλης, σίγουρα θα πρέπει να χρωστούν ευγνωµοσύνη γι’ αυτό στο γνωστό κάλεσµα που απηύθυναν οι κυβερνήσεις: «Φορολογούµενοι όλων των χωρών ενωθείτε για να βοηθήσουµε τους πάµπλουτους».
Τι τα κάνουν...
...τα λεφτά τους αυτοί οι σούπερ πλούσιοι; Αυτό είναι το βασικό θέµα της έκθεσης της Μέριλ Λίντς. Και επειδή αυτοί οι σούπερ πλούσιοι είναι οι καλύτεροι πελάτες της, σκύβει µε ιδιαίτερη ευαισθησία πάνω από τα γούστα τους, τις επενδυτικές συµπεριφορές τους, ακόµη και τα συναισθήµατά τους και την ψυχή τους. Δεν θα µπορούσαν να µείνουν ανεπηρέαστοι από µια κρίση που άγγιξε όλον τον κόσµο. Αλλαξαν κι αυτοί. Οχι στην πλεονεξία τους. Στις τοποθετήσεις τους. Έγιναν πιο «συναισθηµατικές», διαβάζουµε στην έκθεση. Δηλαδή; Να, τοποθετήσεις σε αρχαιότητες, έργα τέχνης, κοσµήµατα και πολύτιµους λίθους. Και σε φιλανθρωπίες, που για τους σούπερ πλούσιους δεν είναι τόσο απλή υπόθεση όσο είναι για τους κοινούς θνητούς που βάζουν ασυλλόγιστα στην παλάµη του ζητιάνου ένα πενηνταράκι. Η δυστυχία πιέζει αφόρητα τον συναισθηµατικό τους κόσµο. Και η έκθεση εξηγεί: «Οι φιλανθρωπικές επιλογές είναι συχνά άρρηκτα δεµένες µε ευρύτερες φορολογικές στρατηγικές». Για να απαντηθεί έτσι και η απορία του ανθρωπολόγου Μαρσέλ Μαούς, που, στο βιβλίο του «Το δώρο», αναρωτιόταν γιατί οι άνθρωποι που κάνουν ένα δώρο, ενδόµυχα περιµένουν πάντα κάποια ανταπόδοση.
Ο κόσµος...
... είναι απίστευτα πλούσιος, διαπιστώνει ο καθηγητής Γκαντρέ. Μέσα σε έναν χρόνο, οι πάµπλουτοι ανέκτησαν τα κέρδη τους. Ετσι εξηγείται λοιπόν γιατί «δεν υπάρχει σάλιο», γιατί τα δηµόσια ταµεία είναι άδεια, γιατί όλοι χρωστάνε παντού και γιατί τα χρέη πληρώνονται από τους µισθούς και τις συντάξεις:
όλα αυτά είναι όροι εκ των ων ουκ άνευ για να σωθούν οι πλούσιοι από όλους τους άλλους.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Ρούσσου Βρανά-εφ. Τα Νέα, 29-06-2010

Η «κ. Μαντέλα» της Αιθιοπίας



Η Μπιρτουκάν Μιντέκσα εξελίσσεται σε Νέλσον Μαντέλα της Αιθιοπίας. Ο ΟΗΕ χαρακτήρισε «πολιτική κρατούµενη» αυτή την 37χρονη πρώην δικαστή, η οποία έχει καταδικαστεί σε ισόβια.

Μπιρτουκάν Μιντέκσα. Πολιτική κρατούµενη,η δικαστής εκτίει ποινή ισόβιας κάθειρξης στην Αντίς Αµπέµπα
Σήµερα η Μπιρτουκάν Μιντέκσα βρίσκεται σ’ ένα κελί της φυλακής Καλίτι στην Αντίς Αµπέµπα. «Θέλησε να αποσταθεροποιήσει το κράτος. Μην περιµένετε λοιπόν καµία επιείκεια εκ µέρους µας, θα εκτίσει την ποινή της» λέει στη «Λε Μοντ» ο υπουργός Ενηµέρωσης Μπερεκέτ Σάιµον, στενός σύµβουλος του πρωθυπουργού Μέλες Ζενάουι. Ο Ζενάουι κυβερνά την Αιθιοπία εδώ και 19 χρόνια και τον Μάιο κέρδισε τις βουλευτικές εκλογές παίρνοντας σχεδόν το 100% των εδρών του Κοινοβουλίου και των τοπικών συµβουλίων. Η αντιπολίτευση παραµένει διαιρεµένη και φιµωµένη από το καθεστώς.
Πάνε σχεδόν δέκα χρόνια που η Μπιρτουκάν Μιντέκσα βρίσκεται στο στόχαστρο των αρχών.
Το 2001, ως οµοσπονδιακή δικαστής στην Αντίς Αµπέµπα, αθώωσε έναν πρώην υπουργό Αµυνας, τον Σιγέ Αµπράχα, που κατηγορούνταν για διαφθορά. Δεν υπήρχε κανένα στοιχείο εναντίον του, όµως η αστυνοµία συνέλαβε «τον προδότη» µόλις βγήκε από το δικαστήριο και τον έστειλε ξανά στη φυλακή… Το 2005, η δικαστής µπήκε στην πολιτική.
Μερικούς µήνες αργότερα, η αντιπολίτευση έπαιρνε το καλύτερο αποτέλεσµά της σε σχετικά δηµοκρατικές εκλογές και ήταν πεπεισµένη ότι το κυβερνών κόµµα τής έκλεψε τη νίκη. Ακολούθησαν διαδηλώσεις, στις οποίες το καθεστώς απάντησε βίαια, µε αποτέλεσµα να σκοτωθούν τουλάχιστον 200 άνθρωποι και 30.000 να συλληφθούν.
Η Μιντέκσα δικάστηκε το 2007 µαζί µε άλλα 37 στελέχη της αντιπολίτευσης και καταδικάστηκε σε ισόβια για «προδοσία και συνωµοσία εναντίον του Συντάγµατος». Οµως οι ποινές ανεστάλησαν, λέει ο πρώην αρχηγός του κράτους Νεγκάσο Γκιντάντα, «χάρη στη µεσολάβηση µιας οµάδας σοφών που έπεισε τους καταδικασµένους να παραδεχθούν τα λάθη τους».
Τον Ιούλιο του 2008, η Μιντέκσα τέθηκε επικεφαλής της Ενωσης για τη Δηµοκρατία και τη Δικαιοσύνη. «Μια νεαρή γυναίκα σε τέτοια θέση ήταν πρωτοφανές για την Αιθιοπία» σχολιάζει ο Γκιντάντα. Εξι µήνες αργότερα, συνελήφθη και πάλι. Λίγο νωρίτερα, σ’ ένα ταξίδι της στη Σουηδία, είχε επισηµάνει πως η χάρη που της δόθηκε µέσω του «συµβουλίου των πρεσβυτέρων» δεν αποτελεί νόµιµη διαδικασία. Μόλις επέστρεψε στην Αντίς Αµπέµπα, την έριξαν για έξι µήνες στην αποµόνωση. Οι ξένες δυνάµεις αποφάσισαν να µην ανακατευτούν. Το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωµάτων εκφράζει τη λύπη του για το γεγονός ότι «οι κύριοι δωρητές (Παγκόσµια Τράπεζα, Βρετανία και Ε.Ε.)
δεν επικρίνουν µε τη δέουσα αυστηρότητα την επιδείνωση της κατάστασης των ανθρωπίνων δικαιωµάτων στην Αιθιοπία». Η τύχη της Μπιρτουκάν Μιντέκσα θυσιάστηκε στον βωµό της οικονοµικής ανάπτυξης της χώρας αυτής που οι Δυτικοί θεωρούν πόλο σταθερότητας στην περιοχή. «Η εξουσία θα την απελευθερώσει µόνον όταν η κρατούµενη εξασθενήσει σωµατικά, αρρωστήσει ψυχικά ή περάσει η µόδα της», συµπεραίνει ο Νεγκάσο Γκιντάντα.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Γιώργου Αγγελόπουλου-εφ. Τα Νέα, 29-06-2010

5/7/10

Δρόµοι


Με ένα πορτρέτο...
... καταθλιπτικό ζωγραφίζει η Λιζ Ολντερµαν στους «Τάιµς της Νέας Υόρκης» την Ιρλανδία στα χρόνια της λιτότητας. Πράγµα που µας φέρνει στον νου αυτό το απαύγασµα της σοφίας του Ζαν-Κλοντ Τρισέ, ο οποίος φρόντισε να αναρτηθεί στην ιστοσελίδα της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας: «Η άποψη πως τα µέτρα λιτότητας θα µπορούσαν να επιφέρουν στασιµότητα στην οικονοµία είναι εσφαλµένη. Οι πολιτικές που εµπνέουν εµπιστοσύνη δεν θα παρεµποδίσουν αλλά θα ενθαρρύνουν την οικονοµική ανάκαµψη».
Ενας άλλος...
... σοφός, πραγµατικός αυτός (θα του το αναγνωρίσουµε, µολονότι η κοσµοθεωρία του είναι διαφορετική από τη δική µας), βλέπει τα πράγµατα αλλιώς. «Ολη αυτή η άγρια λιτότητα υποτίθεται πως θα ανταµειβόταν», γράφει ο νοµπελίστας οικονοµολόγος Πολ Κρούγκµαν στην ίδια εφηµερίδα. «Η κοινή πεποίθηση πως θα συνέβαινε αυτό ήταν τόσο ισχυρή, που συχνά διαβάζουµε άρθρα τα οποία ισχυρίζονται πως πράγµατι έχει συµβεί, πως δηλαδή η αποφασιστικότητα της Ιρλανδίας εντυπωσίασε και καθησύχασε τις αγορές. Στην πραγµατικότητα όµως δεν συνέβη κάτι τέτοιο: η ενάρετη και βασανισµένη Ιρλανδία δεν κέρδισε τίποτα. Φυσικά ξέρω τι πρόκειται να συµβεί. Θα πουν πως οι Ιρλανδοί δεν κάνουν αρκετά και πως πρέπει να κάνουν περισσότερα. Είναι σαν να κάνουν σε έναν άρρωστο αφαίµαξη, και µολονότι εκείνος διαρκώς χειροτερεύει, να θέλουν να τον γιατρέψουν µε ακόµη περισσότερη αφαίµαξη».

Η Ιρλανδία...
... δεν ανταµείφθηκε για τις πολιτικές της. Η Ιρλανδία τιµωρήθηκε. Και όπως διαπιστώνει η Λιζ Ολντερµαν, οι περικοπές των δαπανών τη βύθισαν σε ακόµη µεγαλύτερη ύφεση απ’ ό,τι αν η κυβέρνηση είχε ξοδέψει περισσότερα για να κρατήσουν οι Ιρλανδοί τις δουλειές τους. «Η οικονοµία βυθίστηκε 7,1% πέρυσι και παραµένει σε ύφεση», γράφει. «Η ανεργία σε αυτή τη χώρα των 4,5 εκατοµµυρίων ψυχών είναι σήµερα πάνω από 13% και οι µακροχρόνια άνεργοι (αυτοί δηλαδή που είναι χωρίς δουλειά πάνω από έναν χρόνο) έχουν διπλασιαστεί». Παρ’ όλ’ αυτά, οι Ιρλανδοί προειδοποιούνται τώρα πως τους περιµένει κι άλλος πόνος. «Η αλήθεια είναι πως δεν υπάρχει εύκολος τρόπος για να περιοριστούν τα ελλείµµατα», λέει ο πρωθυπουργός τους. «Οποιος πιστεύει το αντίθετο δεν ζει στον πραγµατικό κόσµο». Παρά τις επίπονες προσπάθειές της, η Ιρλανδία υποβιβάστηκε στην ίδια κατηγορία µε την Πορτογαλία, την Ιταλία, την Ισπανία και την Ελλάδα. Δανείζεται δύο φορές ακριβότερα απ’ ό,τι η Γερµανία, επειδή οι αγορές φοβούνται πως τα µέτρα λιτότητας, που καθυστερούν την ανάπτυξη και δεν επιτρέπουν τον περιορισµό του δανεισµού της, δεν θα διευκολύνουν, αλλά θα δυσχεράνουν τη χώρα να ξεπληρώσει τους λογαριασµούς της.
Στον πραγµατικό...
... κόσµο οι στατιστικές δεν µεταφράζονται εύκολα σε δουλειές. Οσο πιο ενάρετοι δείχνουν οι αριθµοί, τόσο καταστρέφουν ζωές. Στη χρυσή δεκαετία της ανάπτυξης, η Ιρλανδία έβλεπε τους µετανάστες της να επιστρέφουν στην πατρίδα από τις τέσσερις άκρες της γης. Στα πέτρινα χρόνια της λιτότητας, οι πιο εξειδικευµένοι εργαζόµενοί της ακολουθούν την αντίθετη διαδροµή. Αφαίµαξη. Και τετανία.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Ρούσσου Βρανά-εφ. Τα Νέα, 1-07-2010

Το µισό του ουρανού


Εφηβη η Ζανγκ Σιν έκανε 12ωρες βάρδιες στα εργοστάσια του Χονγκ Κονγκ.
Πριν από µερικές ηµέρες, το περιοδικό «Forbes» την κατέταξε µεταξύ των 10 κορυφαίων αυτοδηµιούργητων γυναικών στον κόσµο, µε προσωπική περιουσία 2 δισ. δολάρια.

Η Ζανγκ Σιν και ο σύζυγός της είναι οι ιδιοκτήτες της εταιρείας ακινήτων Soho, η οποία έχει γεµίσει µε εργοτάξια το κεντρικό Πεκίνο. Δεν της αρέσει όµως να ξεχωρίζει σε λίστες όπως αυτή του «Forbes». «Μου πέφτει βαρύ να µε βάζουν στην κατηγορία των υπερπλούσιων επειδή όλοι µας µεγαλώσαµε µε τόσο λίγα», λέει στη βρετανική «Σάντεϊ Τέλεγκραφ».

«Θυµάµαι την εποχή που αγωνιζόµασταν για να πληρώσουµε τους µισθούς και τους λογαριασµούς και µετά που ανεβήκαµε σιγά σιγά... Αντί να κλείνουµε τις φθηνότερες πτήσεις, µπορούσαµε πια να πετάµε στην µπίζνες κλας», προσθέτει. Ωστόσο εξακολουθεί να κάνει οικονοµίες. Για παράδειγµα, αρνείται να ταξιδέψει στην πρώτη θέση. «Το θέµα δεν είναι αν µπορώ να διαθέσω τα χρήµατα», εξηγεί. «Οταν βλέπω πόσα βγάζει η γκουβερνάντα των παιδιών µου και µετά σκέφτοµαι την τιµή ενός εισιτηρίου πρώτης θέσης… Η µπίζνες κλας είναι επαρκώς άνετη».

Η Ζανγκ, 45 χρονών, µεγάλωσε στο δεύτερο µισό της Πολιτιστικής Επανάστασης, η οποία διήρκεσε από το 1966 έως το 1976. Είναι κόρη Κινέζων που ήταν µετανάστες τρίτης γενιάς στη Βιρµανία και επέστρεψαν στο Πεκίνο τη δεκαετία του 1950, γοητευµένοι από το όνειρο για µια νέα Κόκκινη Κίνα. «Τα κτίρια ήταν γκρίζα, όλοι ντύνονταν στα γκρίζα», λέει η Ζανγκ για το Πεκίνο εκείνης της εποχής. «Ολοι ντύνονταν το ίδιο, έτρωγαν τα ίδια… Δεν υπήρχαν τάξεις ούτε διαφορά πλούτου». Στα 20 της, είχε αποκτήσει διαβατήριο του Χονγκ Κονγκ και είχε βγάλει αρκετά χρήµατα στα εργοστάσια ώστε κατάφερε να πάει στη Βρετανία. Με τη βοήθεια υποτροφιών µπήκε στο πανεπιστήµιο, πρώτα στο Σάσεξ και µετά στο Κέµπριτζ για να ολοκληρώσει ένα µάστερ στην Οικονοµία της Ανάπτυξης. Με το δίπλωµα αυτό εξασφάλισε την πρώτη δουλειά της στην Ουόλ Στριτ, στην Goldman Sachs. Οταν επέστρεψε στην Κίνα, το 1994, οι πόρτες άρχισαν να ανοίγουν. Ενας φίλος τής πρότεινε να κοιτάξει την αγορά ακινήτων, όπου συνάντησε τον Παν Σιγί, συνιδρυτή µιας ανερχόµενης εταιρείας που προερχόταν από οικογένεια ακόµη φτωχότερη από τη δική της. Τέσσερις ηµέρες αργότερα, ο Παν της είχε κάνει πρόταση γάµου και ίδρυσαν µαζί τη Soho China.

Η Ζανγκ, η οποία είναι µητέρα δύο αγοριών 10 και 11 ετών, δεν νοσταλγεί την ισότητα της εποχής του Μάο, παραδέχεται όµως πως η κοµµουνιστική επανάσταση της Κίνας έθεσε τα θεµέλια για την επιτυχία γυναικών όπως αυτή. «Ο Μάο απελευθέρωσε πράγµατι τις γυναίκες», λέει. «Είπε ότι οι γυναίκες είναι το µισό του ουρανού, στην πράξη όµως οι γυναίκες δεν ήταν τόσο το µισό του ουρανού όσο το µισό της ισχύος της Κίνας. Ολοι µας είχαµε γονείς που εργάζονταν και οι δύο µε τον ίδιο µισθό».


Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Γιώργου Αγγελόπουλου -εφ. Τα Νέα, Πέμπτη 1 Ιουλίου 2010

Φεράρι για όλους


Για πολλούς αιώνες, η οικονοµική ανάπτυξη και η µαζική ευηµερία ήταν συνώνυµα µε την ευτυχία και αποτελούσαν τους κεντρικούς στόχους του ανθρώπου.
Αλλά αυτοί οι στόχοι έχουν αρχίσει σήµερα να αµφισβητούνται.

Η αµφισβήτηση αυτή δεν είναι ριζική: οι υπέρµαχοι της µηδενικής ή αρνητικής ανάπτυξης δεν αποτελούν παρά µια πολύ µικρή µειοψηφία. Πολύ περισσότεροι είναι εκείνοι που υποστηρίζουν µεν την αναγκαιότητα της ανάπτυξης, εκφράζουν όµως µια σειρά από επιφυλάξεις. Μήπως υπάρχει κίνδυνος να εξαντληθούν οι λιγοστοί πόροι του πλανήτη;

Μήπως η οικονοµική δραστηριότητα οδηγεί σε ανεξέλεγκτες κλιµατικές αλλαγές; Μπορεί να επιβιώσει ο πλανήτης αν η Κίνα αποκτήσει ένα βιοτικό επίπεδο ανάλογο µ’ εκείνο των ανεπτυγµένων χωρών; Είµαστε σίγουροι ότι η µεγαλύτερη ευηµερία µάς κάνει πιο ευτυχισµένους; Μήπως έχουµε παγιδευτεί σε έναν κύκλο ξέφρενου καταναλωτισµού; Δεν είναι αλήθεια ότι η οικονοµική ανάπτυξη δηµιουργεί επικίνδυνες ανισότητες; Δεν είναι επίσης αλήθεια ότι η απληστία που προκλήθηκε από την οικονοµική ανάπτυξη οδήγησε στη σηµερινή οικονοµική κρίση; Η ανησυχία για τις παρενέργειες της ανάπτυξης δεν είναι καινούργιο φαινόµενο. Χρονολογείται από τον Ροµαντισµό και την αντίδραση στην εκβιοµηχάνιση. Οπως γράφει όµως ο Ντάνιελ Μπεν-Αµι στο νέο του βιβλίο µε τίτλο «Φεράρι για όλους: Σε υπεράσπιση της οικονοµικής προόδου» (θα κυκλοφορήσει στις 14 Ιουλίου από τον εκδοτικό οίκο Ρolicy Ρress), η σηµερινή κατάσταση είναι διαφορετική. Οι συζητούµενοι περιορισµοί στην ανάπτυξη έχουν σφαιρικότερο χαρακτήρα και τοποθετούνται στο περιβαλλοντικό, ηθικό και κοινωνικό επίπεδο. Η ύφεση του 2008 επέτεινε τον προβληµατισµό. Πολλοί ισχυρίζονται ότι στη σηµερινή κατάσταση δεν µάς έφεραν συγκεκριµένες οικονοµικές επιλογές αλλά η µαζική κατανάλωση, και ζητούν αυτοσυγκράτηση. Μεγαλύτερη απήχηση βρίσκουν αυτά τα επιχειρήµατα στο στρατόπεδο της Αριστεράς. Κι αυτό αποδεικνύει ότι στον σηµερινό κόσµο οι ετικέτες «δεξιός» και «αριστερός» είναι συχνά παραπλανητικές. Ο Μπεν-Αµι, που ιδεολογικά βρίσκεται πιο κοντά στο ελευθεριακό µοντέλο παρά σ’ εκείνο της ελεύθερης αγοράς, αναγνωρίζει ότι σοβαρά προβλήµατα όπως η φτώχεια και οι ανισότητες παραµένουν. Πιστεύει όµως ότι η λύση είναι περισσότερη, όχι λιγότερη ανάπτυξη. Αύξηση, όχι µείωση του βιοτικού επιπέδου. Τα εµπόδια που προβάλλουν οι επικριτές της ανάπτυξης δεν είναι αξεπέραστα. Η απάντηση στην κλιµατική αλλαγή, για παράδειγµα, δεν είναι µείωση της κατανάλωσης ενέργειας, αλλά καλύτερη και καθαρότερη τεχνολογία. Κι επειδή η τεχνολογία είναι ακριβή, ο ρόλος της ανάπτυξης γίνεται καθοριστικός. Ο κυνισµός γύρω από αυτό το θέµα µάς στερεί τους πόρους για να επιλύσουµε τα προβλήµατα.

Οπως έλεγε η ριζοσπάστρια σουφραζέτα Σίλβια Πάνκχερστ, την οποία επικαλείται ο συγγραφέας στον πρόλογό του, «δεν κηρύσσουµε ένα ευαγγέλιο ένδειας, αλλά αφθονίας. Θέλουµε µια παραγωγή µεγαλύτερη απ’ όσο οι άνθρωποι µπορούν να καταναλώσουν». Εκτοτε, βέβαια, έχουν περάσει αρκετές δεκαετίες.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Μιχάλη Μητσού -εφ. Τα Νέα, 1 Ιουλίου 2010

Ενα πείραµα νεωτερικότητας




Η Γαλλία αρχίζει ένα µεγάλο πείραµα µε στόχο να ανοίξει τις πόρτες των «grandes ecoles», των πανεπιστηµίων της ελίτ, στα παιδιά φτωχών οικογενειών. Οµως, δεν λείπουν οι ενστάσεις.

Η Γαλλία φαντάζεται τον εαυτό της ως µια χώρα «δηµοκρατικής αρετής», στην οποία επικρατεί αξιοκρατία και η οποία διοικείται από µια καλοεκπαιδευµένη ελίτ που προκύπτει από ένα άγρια ανταγωνιστικό εκπαιδευτικό σύστηµα. Στην κορυφή του είναι οι «grandes ecoles», γύρω στις 220 σχολές διαφόρων ειδικοτήτων. Και στην κορυφή της κορυφής αυτής της πυραµίδας είναι µια φούχτα περίφηµα ιδρύµατα που δέχονται λίγες χιλιάδες φοιτητές τον χρόνο, οι οποίοι περνούν από εξαιρετικά ανταγωνιστικές εξετάσεις.

«Στη Γαλλία, οι οικογένειες γιορτάζουν την εισαγωγή σε µια grande ecole περισσότερο από το πτυχίο», λέει ο Ρισάρ Ντεκουέν, ο οποίος διευθύνει την πιο φιλελεύθερη από τις σχολές αυτές, το Ινστιτούτο Πολιτικών Σπουδών του Παρισιού, γνωστό ως Sciences Ρo. «Αφού περάσεις τις εξετάσεις, στα 18 ή στα 19 σου, ανήκεις κάπου για το υπόλοιπο της ζωής σου». Το αποτέλεσµα, λένε οι επικριτές, είναι µια αυτοαναπαραγόµενη ελίτ των πλούσιων και των λευκών που εφοδιάζει τα παιδιά της µε τις κοινωνικές δεξιότητες, την οικονοµική υποστήριξη και την πολιτιστική γνώση για να περάσουν τις εισαγωγικές εξετάσεις, τις οποίες δίνουν συνήθως έπειτα από άλλα δύο χρόνια εντατικής µελέτης µετά το Λύκειο, σε ακριβά προπαρασκευαστικά σχολεία. Το πρόβληµα δεν είναι µόνον η στενή, περιορισµένη βάση αυτής της ελίτ. «Η Γαλλία έχει τόσα προβλήµατα νεωτερικότητας», λέει ο Ντεκουέν. Αυτοί που περνούν τις εξετάσεις «είναι εξαιρετικά έξυπνοι, όµως το θέµα είναι: Είσαι δηµιουργικός; Είσαι πρόθυµος να διακινδυνεύσεις; Να ηγηθείς σε µια µάχη;».

Παρά τις ενστάσεις, η κυβέρνηση προτρέπει τις σχολές να βάλουν στόχο να αυξήσουν το ποσοστό των υπότροφων φοιτητών τους στο 30% – τριπλάσιο του σηµερινού. Οι σχολές φοβούνται πως η κυβέρνηση θα υπονοµεύσει την υπεροχή τους στο όνοµα της κοινωνικής µηχανικής, ενώ κάποιοι επισηµαίνουν ότι ένα τέτοιο άνοιγµα αντιβαίνει στο ιδεώδες µιας αξιοκρατίας τυφλής σε φυλή, θρησκεία και εθνότητα. Το πείραµα, ωστόσο, θα τεθεί σε εφαρµογή. Και η Ριζάν ελ-Γιαζιντί είναι µία από τις πρωτοπόρους στο πείραµα αυτό. Κόρη βορειοαφρικανών γονιών στο «σκληρό» παρισινό προάστιο Μποντί, συµµετέχει σε ένα δοκιµαστικό πρόγραµµα που βοηθάει έξυπνα παιδιά φτωχών οικογενειών να ξεπεράσουν τα τεράστια πολιτιστικά µειονεκτήµατα που συχνά σήµαιναν την αποτυχία τους στις κρίσιµες εισαγωγικές εξετάσεις. «Προς το παρόν είµαστε ακόµη µια µικρή οµάδα, αλλά θα γίνουµε περισσότεροι, θα υπάρξει πραγµατική πρόοδος», λέει η 20χρονη Γιαζιντί. Οµως είναι και ανήσυχη.

«Είµαστε τυχεροί, αλλά είναι και µεγάλος κίνδυνος για µας. Μπορεί να µην τα καταφέρουµε σε µια κορυφαία σχολή».


Βαρβάρα Τερζάκη

Άρθρο από την εφ. Τα Νέα, 05-07-2010