27/11/12

Πολυτελείς τσάντες από τα χέρια Αφρικανών

Καθημερινή, 25.11.2012

ΓΚΙΛΓΚΙΛ, Κένυα. Ηταν ένα τραγούδι για το καλωσόρισμα από γυναίκες που μετέτρεπαν ελαττωματικά ανδρικά πουκάμισα σε εσωτερική επένδυση για τσάντες. Οι λέξεις ακούγονταν σαν ύμνοι στους λόφους Ngong, δημιουργώντας ηχώ στην πόλη, καθώς μικρά παιδιά κρέμονταν από τις μητέρες τους και συμμετείχαν στη χορωδία. Ανάμεσα στα γέλια ακούστηκαν δύο λέξεις που έμοιαζε απίθανο να ακουστούν σε μια κοινότητα στην Αφρική: «Στέλλα» και «Βίβιεν».
Oι πιο φτωχοί από τους φτωχούς –τεχνίτες από τις χαοτικές φτωχογειτονιές του Ναϊρόμπι, γυναίκες από τη φυλή των Μασάι που απέδρασαν από πολυγαμικούς άνδρες– φτιάχνουν σήμερα τσάντες για Δυτικούς σχεδιαστές που θα τις πουλήσουν στους πλούσιους. Πρόκειται για εταιρείες μόδας, ανάμεσά τους η Στέλλα ΜακΚάρτνεϊ, η Βίβιεν Γουέστγουντ, οι οίκοι Fendi και Sass&Bide, που ίσως αντανακλούν μια νέα ματιά στην πολυτέλεια, μία που δίνει έμφαση στο χειροποίητο στοιχείο, σέβεται το περιβάλλον και τις πρακτικές της δίκαιης εργοδοσίας.

Στην καρδιά της συλλογικής αφρικανικής μόδας βρίσκεται ο Σιμόν Τσιπριάνι, ο οποίος πρωτοστάτησε στις προσπάθειες να δημιουργηθεί το Ethical Fashion Initiative στο International Trade Center (ΙΤC) στη Γενεύη.
Η ουσία της δουλειάς του ITC συνοψίζεται στο σλόγκαν «όχι φιλανθρωπία, απλώς δουλειά». Και στο κέντρο του ITC για σχέδιο μόδας και παραγωγής, που πραγματοποιήθηκε στην καλλιτεχνική περιοχή του Ναϊρόμπι, οι καρποί αυτής της δουλειάς είναι εμφανείς στα πορτοφόλια των σχεδιαστών, όπως και στις ανθεκτικές τσάντες, φτιαγμένες για τη σειρά Carmina Campus της Ilaria Venturini Fendi. Η λαμπερή ιταλική εταιρεία μόδας έχει στείλει ακόμη και βίντεο με τους ειδικούς στις τσάντες να εξηγούν όλες τις τεχνικές για να πετύχουν την πολυτέλεια.

«Είναι σπουδαίο να σκέφτομαι ότι το παρελθόν μου στη μόδα ωφελεί αυτούς τους ανθρώπους να έχουν τη δυνατότητα στο μέλλον να γίνουν τεχνίτες που θα συντηρούνται μόνοι τους, κάτι που αποτελεί έναν από τους βασικούς στόχους του προγράμματος», είπε η κ. Φέντι, που έγινε μέλος του ΙΤC το 2009.
Οι τεχνίτες στην Κένυα πληρώνονται με 5-11 δολάρια την ημέρα, ανάλογα με τις ικανότητές τους. Μια τσάντα της Βίβιεν Γουέστγουντ πωλείται για 160 δολάρια στην ιστοσελίδα. Οι γυναίκες Μασάι, ντυμένες με τις πολύχρωμες, διακοσμημένες ρόμπες τους, εργάζονται στο κέντρο, χρησιμοποιώντας τις τεχνικές που γνωρίζουν στο κέντημα, για τις 7.000 τσάντες της Γουέστγουντ που βγαίνουν στην παραγωγή κάθε χρόνο.

Η επωνυμία της Στέλλα ΜακΚάρτνεϊ βασιζόταν ανέκαθεν σε δυνατές αξίες, οπότε η σχεδιάστρια ενδιαφέρθηκε αμέσως γι’ αυτή τη συνεργασία. «Το να δουλεύουμε με ανθρώπινα χέρια έχει αποτελέσει στόχο για την εταιρεία μας», είπε η κ. ΜακΚάρτνεϊ. «Ασχέτως από πού προέρχεται το άγγιγμα, λατρεύω τη σκέψη ότι άνθρωποι βρίσκονται σε επαφή με το προϊόν και ότι υπάρχει ψυχή και αγάπη σε κάθε ποιοτικό κομμάτι».
Αλλά πίσω από τη συγκεκριμένη πρωτοβουλία παραμένει ένα ερώτημα: θα έπρεπε να κυριαρχεί η ποιότητα ή η ποσότητα; Ο κ. Τσιπριάνι λέει ότι η δημιουργία υψηλών δεξιοτήτων έχει αξία και διάρκεια. Ομως γνωρίζει καλά ότι και οι αριθμοί μετράνε. «Για τα επόμενα επτά χρόνια, έχω ένα καινούργιο όνειρο», εξήγησε ο κ. Τσιπριάνι. «Θα ήθελα να έχουμε τρεις φορές τους ανθρώπους που απασχολούμε σήμερα στη δουλειά, από 7.000 να φτάσουμε τους 20.000 στην Αφρική».

 

Ανθρωπιστική κρίση: Τι να κάνουμε;

TO BHMA της Κυριακής 25.11.2012

Η μεγάλη αύξηση του αριθμού των ανέργων, σε συνδυασμό με τα τραγικά κενά που εξακολουθεί να παρουσιάζει το κοινωνικό δίχτυ ασφαλείας, απειλεί να παρασύρει ολόκληρες οικογένειες στη φτώχεια, προειδοποιεί μια νέα εργασία της Ομάδας Ανάλυσης Δημόσιας Πολιτικής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών με συντονιστή τον επίκουρο καθηγητή κ. Μάνο Ματσαγγάνη. Στην εργασία παρατίθενται μερικά συγκλονιστικά στοιχεία: Το ποσοστό του πληθυσμού που βρίσκεται κάτω από το όριο φτώχειας έχει αυξηθεί κατακόρυφα τα τελευταία τρία χρόνια και είναι τώρα σχεδόν 36%. Επιπλέον, το ποσοστό του πληθυσμού που δεν μπορεί να προμηθευθεί τα αγαθά που είναι απαραίτητα για την εξασφάλιση ενός ελάχιστου επιπέδου αξιοπρεπούς διαβίωσης εκτιμάται σε 8,5%.

Αυτή είναι η μία πλευρά του ζητήματος. Η άλλη είναι οι πολύπλευρες πρωτοβουλίες κοινωνικής αλληλεγγύης που αναπτύσσονται σε γειτονιές της Αθήνας και σε άλλες πόλεις. Κοινωνικά ιατρεία που λειτουργούν με την εθελοντική προσφορά εργασίας γιατρών και νοσηλευτών, δίκτυα διακίνησης προϊόντων χωρίς μεσάζοντες, επιτροπές γειτονιάς που μοιράζουν ρούχα και τρόφιμα, κ.ά. Πρωτοβουλίες που δεν υποκαθιστούν απλώς τις κρατικές δομές κοινωνικής πρόνοιας, οι οποίες διαρκώς συρρικνώνονται, αλλά ταυτόχρονα δημιουργούν νέα πρότυπα κοινωνικής οργάνωσης και αποτελούν αντίδοτο στην περιθωριοποίηση, στον αποκλεισμό και στην απόγνωση που προκαλεί η κρίση. Ορισμένες από αυτές τις πρωτοβουλίες παρουσιάζονται στο σημερινό αφιέρωμα των «Νέων Εποχών».
 
Κερδίζοντας το αδύνατο

Του Γιάννη Παλλήκαρη

Σημείο μιας υπέροχης συνάντησης μεταξύ της πανεπιστημιακής κοινότητας με την αγνή λαϊκή σοφία συνιστά το Πανεπιστήμιο των Ορέων. Μια επιστροφή στο μέλλον του ανθρωπισμού, που μετουσιώνει την πρόθεση σε ουσία και πράξη, με θρησκευτικούς σχεδόν όρους αφοσίωσης, στον άνθρωπο και τον καθημερινό αγώνα του για επιβίωση.

Η διάσταση του «βάθους» της ανθρώπινης σκέψης και της ψυχής έχει χαθεί στον επίπεδο κόσμο της οθόνης, που αδηφάγα καταναλώνει τις ανθρώπινες σχέσεις. Η από χιλιετιών αποκτημένη βιωματική μας γνώση εξασθενεί, υπό το βάρος μιας εφήμερης, αστικού τύπου ευημερίας, που αποδεικνύεται σήμερα ψευδαίσθηση.

Το Πανεπιστήμιο των Ορέων, πολύ πριν έρθουν αυτές οι δύσκολες μέρες που βιώνουμε, αφουγκράστηκε την αγωνία των ανθρώπων για επιβίωση και προσέφερε χρόνο και εργαλεία για να ανασκάψουμε μαζί τις ρίζες και τις μνήμες μας, σ' εκείνο το γλυκό φως που παίζαμε μικροί, αποκτώντας τα πρώτα μας βιώματα.

Είναι ένα κίνημα επανανθρωπισμού, μια πράξη ουσιαστικής και ελπιδοφόρας παρέμβασης στη βάση της κοινωνίας, που αναδεικνύει την επείγουσα ανάγκη των καιρών μας για αλλαγή του προτύπου ευημερίας και επαναπροσδιορισμό της ευτυχίας με ανθρώπινους, αξιακούς και όχι εισοδηματικούς δείκτες.

Επιδιώκει τη βιώσιμη ανάπτυξη των ορεινών περιοχών και όχι μόνο, με ανάκτηση των χαμένων ανθρωπίνων σχέσεων και της πολιτισμικής ταυτότητας των μικρών κοινωνιών, που έχουν πολλά να μας διδάξουν.

Ενισχύει την παραδοσιακή οικονομία με μοντέρνα εργαλεία διαχείρισης και ανάπτυξης οικονομιών μικρής κλίμακας, για την αναστολή της υπερεκμετάλλευσης του φυσικού πλούτου και την απεξάρτηση από την οικονομία του δανεισμού και των επιδοτήσεων.

Με τον διάλογο και τον συγκερασμό της βιωματικής με την επιστημονική γνώση, παρεμβαίνει στην οικονομία, την παιδεία, τον πολιτισμό, την υγεία και υλοποιεί τη διδασκαλία της «παιδείας» της ελάχιστης αναγκαίας κατανάλωσης και του εθελοντισμού.

Η τεχνογνωσία, η επιστημονικά τεκμηριωμένη γνώση της τυπικής εκπαίδευσης που εκπροσωπεί το αστικό πανεπιστήμιο, συναντά την άτυπη - εμπειρική λαϊκή σοφία και γνώση των «Ορέων», σε μια γονιμοποιητική διαδικασία, στην υπηρεσία του ανθρώπου.

Ιδιαίτερα για την Κρήτη, αποτελεί μια πράξη «ειρηνικής επανάστασης» απέναντι στη βάναυση αλλοίωση της περιβαλλοντολογικής, οικιστικής και πολιτιστικής ταυτότητας του νησιού. Είναι κάλεσμα για συσπείρωση και ειρηνικό αγώνα των ευαισθητοποιημένων και εν αγωνία ευρισκομένων ανθρώπων.

Το Πανεπιστήμιο των Ορέων χτίζει κοινωνικές γέφυρες, προσπαθώντας να ελαχιστοποιήσει τον κοινωνικό αποκλεισμό, τη φτώχεια και την παραβατικότητα, φαινόμενα συγχρονικά της εποχής μας.

Παρεμβαίνει στην οικονομική και ανθρωπιστική κρίση των καιρών μας, αναζητώντας τη γενεσιουργό αιτία των διαλυτικών φαινομένων της κοινωνίας μας, προσφέροντας λύσεις και αναδεικνύοντας το νήμα-νόημα των αξιών του ανθρώπινου μόχθου.

Σήμερα η Ελλάδα γίνεται ένα πρωτότυπο ερευνητικό εργαστήριο μιας προσχεδιασμένης και απάνθρωπης κοινωνικής αλλαγής.

Για να αντισταθούμε, πρέπει πρωταρχικά να ανακαλύψουμε την πραγματική, πανανθρώπινη ταυτότητα της χώρας μας, να αγκαλιάσουμε ξανά με θαλπωρή το παρελθόν και το μέλλον μας, να σώσουμε τη γλώσσα, την ιστορική συνείδηση, την αξία του χειροποίητου και την πολιτισμική μας ιδιοπροσωπία.

Στα μικρά χωριά της Κρήτης δεν υπήρχαν ποτέ μεγέθη βασιλικών οίκων, αλλά μικροάγιοι του ανθρώπινου πόνου, υστερούμενοι, θλιβόμενοι, κακουχούμενοι, που ζούσαν όμως με υπαρξιακή ευδαιμονία και γαλήνια βεβαιότητα.

Μόνο όσοι επιχειρούν το παράλογο μπορούν να κερδίσουν το αδύνατο.

Ας στραφούμε στις μητέρες, τα μικρά παιδιά, τον κόσμο χωρίς αργύρια και χωρίς επιτήρηση. Επειδή στην Κρήτη υψώνεται κανείς ακόπως από τη φύση στην ιστορία και επειδή ο καλύτερος προφήτης είναι εκείνος που αγαπά τον άνθρωπο και όχι εκείνος που σκέφτεται, ας ενωθούμε μέχρι εκεί που συναντούνται οι τέσσερις άνεμοι και συγχέονται όλα τα αρώματα.
 
Ο κ. Γιάννης Παλλήκαρης είναι καθηγητής του Πανεπιστημίου Κρήτης.

 
Κοινωνία σε ελεύθερη πτώση

Του Νικήτα Κανάκη
Οταν δύο χρόνια πριν με βάση τα στοιχεία των Πολυϊατρείων των Γιατρών του Κόσμου μιλούσα για «μια κοινωνία σε ελεύθερη πτώση» προειδοποιώντας για τον κίνδυνο ανθρωπιστικής κρίσης, πολλοί ειδικοί και επαΐοντες έσπευσαν να με ειρωνευτούν, θεωρώντας τα όσα ισχυριζόμουν «συνήθεις υπερβολές των ανθρωπιστικών οργανώσεων».

Τα στοιχεία από τους 50.000 ασθενείς των Πολυϊατρείων των Γιατρών του Κόσμου είναι ενδεικτικά και χαρακτηριστικά. Από καταφύγιο φτωχών μεταναστών και προσφύγων, τα τελευταία δύο χρόνια μετατρέπονται σε κοινωνικά ιατρεία για τους πιο φτωχούς και αποκλεισμένους Ελληνες, ο αριθμός των οποίων πλέον έχει πενταπλασιαστεί!

Μακροχρόνια άνεργοι, άποροι, φτωχοί ηλικιωμένοι, ανασφάλιστοι γονείς με μικρά παιδιά, μικροσυνταξιούχοι, άνθρωποι με μηδαμινό εισόδημα και χρόνια νοσήματα συνωθούνται αναζητώντας αυτό που θα έπρεπε να είναι αυτονόητο και το ελάχιστο σε μια οργανωμένη Πολιτεία σε καιρούς τέτοιας κοινωνικής και οικονομικής κρίσης. Δωρεάν ιατρική και φαρμακευτική φροντίδα, τρόφιμα, κοινωνική μέριμνα. Αυτό που οφείλει και πρέπει να είναι αποκλειστική ευθύνη της Πολιτείας σήμερα καλύπτεται από ανθρωπιστικές οργανώσεις, την Τοπική Αυτοδιοίκηση, την Εκκλησία, κοινωνικές πρωτοβουλίες! Οταν το κράτος θα έπρεπε να είναι περισσότερο από ποτέ παρόν, παραμένει αμήχανο, αδιάφορο, αν όχι εχθρικό.

Θα περίμενε κανείς ότι ακριβώς για αυτούς τους πληθυσμούς θα υπήρχε μια ιδιαίτερη μέριμνα, μια ξεχωριστή φροντίδα, ένα σχέδιο στοιχειώδους κοινωνικής προστασίας. Σε καιρούς κρίσης οφείλει κατ' αρχήν κανείς να εξασφαλίσει τα πιο βασικά. Στέγη, φαγητό, ιατρική φροντίδα. Αξιοπρεπή διαβίωση για όλους.

Και όμως, εδώ συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο. Οι φραγμοί και τα εμπόδια που ορθώνονται στο σύστημα υγείας θίγουν εκείνους με τη μεγαλύτερη ανάγκη.

Η στέρηση των μακροχρόνια ανέργων στοιχειώδους ασφάλισης επιβαρύνει ακόμα περισσότερο οικογένειες με τεράστιες δυσκολίες διαβίωσης.

Θα ρωτήσει εύλογα κανείς: Μα δεν πρέπει να εξυγιανθεί ένα προβληματικό σύστημα υγείας, να ορθολογικοποιηθούν οι ανεξέλεγκτες δαπάνες για την περίθαλψη; Αναμφίβολα, ναι. Αλλά όχι σε βάρος των πολιτών, όχι εναντίον εκείνων που έτσι κι αλλιώς φορτώθηκαν το κόστος, ως φορολογούμενοι Ελληνες, του «πάρτι των προμηθειών» που ένα ανεύθυνο και εν πολλοίς ένοχο πολιτικό σύστημα εξέθρεψε και προστάτεψε για δεκαετίες κλείνοντας τα μάτια. Δεν μπορεί με μια ισοπεδωτική - και ανθρωπιστικά πρόστυχη - λογική, στο όνομα μεταρρυθμίσεων και περικοπών, να αμφισβητείται πλέον, σχεδόν ανοιχτά, μια από τις πιο σημαντικές κατακτήσεις της μεταδιδακτορικής Ελλάδας, ο δημόσιος και καθολικός χαρακτήρας του συστήματος υγείας.

Ας δούμε π.χ. την περίφημη επινόηση του εισιτηρίου των πέντε ευρώ για την πρόσβαση στα δημόσια νοσοκομεία. Ενα εισιτήριο που σύντομα θα ανατιμηθεί στα είκοσι πέντε, «τιμωρεί» και αποκλείει εκείνους ακριβώς που τα έχουν μεγαλύτερη ανάγκη, αφήνοντάς τους στη μοίρα τους. Πόσο, αλήθεια, ωφέλησε τα οικονομικά των νοσοκομείων το πεντάευρο και πόσο, από την άλλη, κόστισε η θεσμοθέτησή του στην κοινωνία και στη δημόσια υγεία;

Πόσο θα κόστιζε η στοιχειώδης πρόσβαση σε πρωτοβάθμια βασική φροντίδα των πιο φτωχών Ελλήνων και πόσο σήμερα κοστίζει η απουσία της σε επιπτώσεις σε χρόνια νοσήματα και στο προσδόκιμο ζωής;

Πόσο άραγε κοστίζει στα δημόσια λογιστικά η παρακολούθηση των ανασφάλιστων εγκύων και κατά συνέπεια η εξασφάλιση γέννησης υγιών παιδιών;

Πόσο εν πάση περιπτώσει κοστίζει ο εμβολιασμός και των ανασφάλιστων παιδιών που μόλις χθες εν τέλει ανακοινώθηκε ύστερα από σχεδόν δύο χρόνια πίεσης των Γιατρών του Κόσμου, τον σάλο της κοινωνίας και τον διεθνή εξευτελισμό της χώρας;

Σήμερα που βρισκόμαστε στο μέσο μιας πρωτόγνωρης για τα δεδομένα της χώρας ανθρωπιστικής πλέον κρίσης, και πριν αυτή οδηγήσει σε κοινωνική ερημοποίηση, πρέπει να προχωρήσουμε, ΤΩΡΑ, έστω και στο πέντε, σε άμεσα πρακτικά και απλά μέτρα που θα διαμορφώνουν ένα ελάχιστο δίχτυ επιβίωσης για όσους βρίσκονται στο κοινωνικό περιθώριο.

Λαϊκά υπνωτήρια, συσσίτια, τράπεζες τροφίμων και ρούχων, δημόσια λουτρά, πρωτοβάθμια κοινωνικά ιατρεία, συνδεδεμένα με αντίστοιχα νοσοκομεία, πρέπει να αναπτυχθούν παντού. Αμεσα. Χωρίς γραφειοκρατικές αγκυλώσεις και αργόστροφους σχεδιασμούς. Χωρίς μεγάλα λόγια, κηρύγματα και ατελείωτες διαβουλεύσεις.

Αλλά και να δούμε από την αρχή ένα δημόσιο σύστημα υγείας ανοιχτό, φιλόξενο και φιλικό, θεμελιωμένο στις αρχές της καθολικής περίθαλψης και όχι σε λογιστικές εμμονές, υπερασπιζόμενο το αγαθό της περίθαλψης και όχι δομημένο στους αποκλεισμούς των απόκληρων. Με έμφαση στην πρωτοβάθμια φροντίδα για όλους, στην αγωγή υγείας και την υπεράσπισή της. Με λίγα λόγια, ένα ευρωπαϊκό σύστημα υγείας.

Σήμερα αυτή είναι η μεγάλη ευθύνη όλων όσοι με τον έναν ή τον άλλον τρόπο συμμετέχουμε στον αγώνα κατά της φτώχειας. Να συνεργαστούμε και να είμαστε άμεσα αποτελεσματικοί.

Αλλωστε, εν τέλει από αυτό και όχι από τα κηρύγματά μας για τη φτώχεια θα κριθούμε. Ολοι μας.

 
Ο κ. Νικήτας Κανάκης είναι πρόεδρος της οργάνωσης «Γιατροί του Κόσμου».

 

Κυψέλες ανάπτυξης για τους νέους


Το Βήμα της Κυριακής, 25.11.2012
Του Αντώνη Καρακούση

Οπως όλα δείχνουν, μια κάποια λύση του ελληνικού οικονομικού προβλήματος θα προκύψει από τη συνεδρίαση του Eurogroup της Δευτέρας. Καλή, μέτρια, κάποια λύση κατά τα φαινόμενα θα μας έλθει, όπως μαρτυρά και η προπαρασκευαστική τηλεδιάσκεψη του Σαββάτου. Και εκτός νέου απροόπτου μάλλον θα επιβεβαιώσει την εκπεφρασμένη βούληση των εταίρων για παραμονή μας στην ευρωζώνη.

Ωστόσο, όπως έχουμε ξαναγράψει, ακόμη και αν προσφερθεί η καλύτερη δυνατή λύση, η Ελλάδα δεν θα εξέλθει της κρίσης.

Τα δάνεια και οι ρυθμίσεις των χρεών μας από τους Ευρωπαίους απαραίτητα και χρήσιμα είναι, αλλά με βεβαιότητα δεν επαρκούν για να επαναφέρουν την ελληνική οικονομία στον ενάρετο κύκλο. Ούτε επίσης ισχύουν αυτοματισμοί μεταξύ του ελέγχου των ελλειμμάτων και της ανάπτυξης.

Πράγμα που σημαίνει ότι χωρίς δικές μας άοκνες προσπάθειες και χωρίς δικές μας εμπνευσμένες πρωτοβουλίες η χώρα θα παραμείνει για μεγάλο διάστημα μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας, κινδυνεύοντας να χάσει και τα αβγά και τα καλάθια.

Με άλλα λόγια, ανεξαρτήτως της ξένης βοήθειας, η έξοδος από την κρίση απαιτεί εθνική κινητοποίηση, ικανή να επιτύχει τη ζητούμενη ενδογενή ανάπτυξη, στην οποία όλοι ομνύουν, αλλά κανείς για την ώρα δεν έχει κάνει όσα οι περιστάσεις επιβάλλουν.

Και, κακά τα ψέματα, δεν είναι όλα θέμα πολλών χρημάτων. Πρωτίστως είναι ζήτημα ιδεών, ευκαιριών, κινήτρων και απελευθέρωσης από τα δεσμά της κρατικής γραφειοκρατίας και της περιπλοκής των αδειοδοτήσεων, με τα οποία οι περισσότεροι της πολιτικής είτε δεν ασχολήθηκαν είτε δεν πιστεύουν πραγματικά.

Στην παρούσα περίοδο πάντως, που δεν υπάρχουν λεφτά για ξόδεμα, είναι μια ευκαιρία άσκησης για τους ιθύνοντες να σκεφθούν δημιουργικά.

Για παράδειγμα, αυτή την περίοδο στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη και στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου συγκεντρώνεται το μεγαλύτερο πλήθος των άνεργων νέων θα μπορούσαν να δημιουργηθούν χωρίς πολλά λεφτά ελεύθερες ζώνες ανάπτυξης, βάσεις άσκησης και προόδου της νεανικής επιχειρηματικότητας.

Τόσα και τόσα κτίρια είναι παρατημένα στα κέντρα των μεγάλων πόλεων. Με λίγα χρήματα θα μπορούσαν να αποκτήσουν τις κρίσιμες υποδομές επικοινωνιών και να προσφέρουν δυνατότητες εγκατάστασης μικρών ομάδων νέων παραγωγών και δημιουργών.

Ταυτόχρονα σ' αυτές τις ζώνες θα μπορούσαν να παρασχεθούν φορολογικά και άλλα κίνητρα, ίσως και δωρεάν υπηρεσίες ή ακόμη και ταχύτερες άδειες, που θα επέτρεπαν στους νέους να μετατρέψουν γρήγορα, χωρίς κόστος, την όποια δημιουργικότητά τους σε πράξη. Να δημιουργηθούν δηλαδή κάτι ανάμεσα σε ζώνες ελεύθερων συναλλαγών και συνάντησης της γνώσης, της τεχνολογίας, της επινοητικότητας και μιας νέας συλλογικότητας που φαίνεται να ανθεί στους κύκλους της νεολαίας.
 
Φαντασθείτε να δημιουργηθούν στο κέντρο της Αθήνας, της Θεσσαλονίκης, της Πάτρας, του Ηρακλείου, των Ιωαννίνων, της Λάρισας, του Βόλου, της Καλαμάτας, της Αλεξανδρούπολης και όπου αλλού τέτοιες κυψέλες παραγωγής ιδεών και επινόησης νέων αγαθών και μοντέρνων υπηρεσιών, πόση πρώτη ύλη ανάπτυξης και προόδου μπορεί να παραχθεί.

Δεν είναι λοιπόν κατ' ανάγκην ζήτημα χρημάτων η ανάπτυξη και η πρόοδος. Είναι κυρίως ζήτημα πίστης, αντιλήψεων, καλλιέργειας και κατανόησης των αναγκών και του κοινωνικού περιβάλλοντος.

 

Η Ελλάδα του Platon


Το Βήμα της Κυριακής, 18.11.2012
Tου Βάιου Παπαναγνου

Γεννήθηκε στην Αθήνα, πέρασε τα πρώτα καλοκαίρια του στην Πάρο και σε ηλικία επτά ετών μετανάστευσε στην Αγγλία. Σήμερα ο φωτογράφος των διασήμων και των ισχυρών εκθέτει πορτρέτα Παριανών στo Παρίσι

Τον Σεπτέμβριο του 2009 ο Platon έφτιαξε ένα μικρό στούντιο στον όροφο της Γενικής Συνέλευσης στο κτίριο του ΟΗΕ. Μπροστά από τον φακό του πέρασαν όλοι οι ηγέτες του κόσμου, από τον Ομπάμα και τον Νετανιάχου ως τον Τσάβες και τον Αχμαντινετζάντ. Δεν ήταν η πρώτη φορά που ο Πλάτων Αντωνίου, ο οποίος γεννήθηκε στην Ελλάδα και μεγάλωσε στην Αγγλία, ερχόταν αντιμέτωπος με ακριβοθώρητους ανθρώπους.

Τα πορτρέτα του Κλίντον, του Πούτιν και όλων των αστέρων του Χόλιγουντ, που είχαν δημοσιευθεί στα καλύτερα περιοδικά της Αμερικής, τον είχαν καθιερώσει ήδη ως έναν από τους καλύτερους φωτογράφους στον κόσμο - σίγουρα τον πιο γνωστό πορτρετίστα της εποχής μας. Τα τελευταία χρόνια έχει στρέψει την προσοχή του σε ανθρώπους που δεν έχουν τα προνόμια της δύναμης και της φήμης, όπως οι ακτιβιστές της Ρωσίας και οι άνθρωποι της πλατείας Ταχρίρ.

Η τελευταία έκθεση του 44χρονου φωτογράφου έχει ως θέμα την Ελλάδα: πορτρέτα ανθρώπων με τους οποίους μεγάλωσε ως τα επτά του χρόνια, όταν ο έλληνας πατέρας του μετακόμισε στην πατρίδα της μητέρας του. Ο Platon ζει και εργάζεται στη Νέα Υόρκη και αυτή η φωτογραφική συλλογή είναι η προσωπική επιστροφή του στην πατρίδα.

Γιατί αποφασίσατε τώρα μια έκθεση για την Ελλάδα;
«Υστερα από 25 χρόνια που δουλεύω σε αυτό το πρότζεκτ αισθάνομαι πλέον ότι είχα όλες τις εικόνες που ήθελα για να "χτίσω" μια σημαντική δήλωση. Τώρα επίσης η Ελλάδα έχει την παγκόσμια προσοχή λόγω των οικονομικών προβλημάτων της. Καταλαβαίνουμε πια ότι συνδεόμαστε μεταξύ μας με έναν τρόπο που είναι ιστορικά καινοφανής. Δεν μπορούμε να επιβιώσουμε σε απομόνωση. Αν η Ελλάδα υποφέρει, τότε το ίδιο συμβαίνει και στην Ευρώπη, επομένως και στον υπόλοιπο κόσμο. Οπότε τώρα έχω την προσοχή του κόσμου με έναν ασυνήθιστο τρόπο».

Οι άνθρωποι στις φωτογραφίες σας θα μπορούσαν να ζουν στην Ελλάδα του '50. Γιατί επιλέξατε να απαθανατίσετε το παρελθόν;
«Δεν ήταν ο στόχος μου να καταγράψω τη σύγχρονη Ελλάδα. Εχω μεγαλώσει στα ελληνικά νησιά και η Ελλάδα που φωτογράφισα είναι εκείνη του παρελθόντος μου, η οποία εξαφανίζεται γρήγορα. Η νέα γενιά αγωνίζεται να κατακτήσει τη νεωτερικότητα, να αποκτήσει κοσμοπολίτικη οπτική γωνία και να γίνει μέλος της διεθνούς κοινωνίας. Και αυτό είναι σωστό, γιατί τους αξίζουν οι ίδιες ευκαιρίες. Αλλά ο κίνδυνος σε αυτή την αναζήτηση είναι η εγκατάλειψη του παρελθόντος και της κληρονομιάς μας, επομένως της ιδιαίτερης ταυτότητας και κουλτούρας. Η Ελλάδα που φωτογράφισα θυμίζει στις νέες γενιές το μεγαλείο της Ελλάδας. Θέλει να πει "μην ξεχνάτε από πού έχουμε έρθει"».

Φύγατε από την Ελλάδα σε ηλικία επτά ετών. Μεγαλώσατε στην Αθήνα;
«Ο πατέρας μου γεννήθηκε στην Αθήνα, αλλά ο θείος μου είχε ένα σπίτι στις Λεύκες της Πάρου και την περίοδο που ζούσα στην Ελλάδα η Πάρος ήταν το πνευματικό μου σπίτι. Μέναμε στην Αθήνα αλλά περνούσαμε πολύ καιρό στο νησί. Είναι ένα μέρος στο οποίο επιστρέφω. Εκεί παντρεύτηκα, εκεί φέρνω τα παιδιά μου για διακοπές, εκεί επιστρέφω για να γιατρευτώ από την τρέλα της Νέας Υόρκης. Οι φωτογραφίες της έκθεσης είναι όλες τραβηγμένες στην Πάρο. Από τις πιο παλιές είναι αυτή με τον άντρα που αφήνει δύο περιστέρια στον ουρανό - την τράβηξα το 1989».

Οι πρώτες σας αναμνήσεις προέρχονται λοιπόν από την Ελλάδα;
"Ναι. Η μυρωδιά της ρίγανης από τα χωράφια, η θάλασσα με τις βάρκες και ο ήχος από τις μηχανές τους, η ζωή στο νησί... Κατά κάποιον τρόπο αυτό το πρότζεκτ είναι σαν όνειρο για μένα, αφού αυτός ο τρόπος ζωής χάνεται".

Ολα αυτά τα πορτρέτα είναι στο στυλ που εσείς καθιερώσατε...
«Είναι μια φωτογραφική γλώσσα που δεν έχει χρησιμοποιηθεί κατά το παρελθόν για την Ελλάδα. Ετσι κάνω όλα μου τα πορτρέτα στη Νέα Υόρκη. Στήνω ένα στούντιο και οι αρχηγοί των κρατών μού ποζάρουν. Ετσι σκέφθηκα ότι μπορώ να φέρω το στούντιό μου στην Ελλάδα. Είναι ένας νέος τρόπος για να κοιτάς μια παλιά κουλτούρα. Δημιουργήσαμε φωτογραφικά στούντιο σε όλο το νησί, σε αγροκτήματα, σε σχολεία, σε σπίτια και καφενεία, και προσκάλεσα τον κόσμο να μου ποζάρει. Ηταν ένας τρόπος να τιμήσω την ελληνική κουλτούρα και το ελληνικό πνεύμα».

Στην έκθεση περιλαμβάνονται και αντικείμενα. Γιατί;
«Τα αντικείμενα είναι ενδεικτικά του τρόπου ζωής. Οπως στον λαιμό του μπουζουκιού, όπου είναι εμφανείς οι γρατζουνιές της χρήσης, κάθε γρατζουνιά, κάθε βαθούλωμα είναι απόδειξη μιας φανταστικής νύχτας με μουσική από αυτό το μπουζούκι. Φωτογραφίζω την ιστορία όλων αυτών των όμορφων στιγμών. Ολα τα αντικείμενα είναι το ίδιο σημαντικά με τους ανθρώπους. Υπάρχει ειλικρίνεια σε αυτά: τονίζουν μια γλώσσα που αφορά την τέχνη της ζωής».

Εχετε φωτογραφίσει τους διάσημους και ισχυρούς. Πώς αντιμετωπίσατε τους απλούς ανθρώπους;
«Με τον ίδιο τρόπο. Μια γηραιά ελληνίδα κυρία απαιτεί περισσότερο σεβασμό από έναν πρόεδρο ή αρχηγό κράτους. Δεν τη νοιάζει αν εγώ είμαι ένας φωτογράφος με δύναμη. Την απασχολεί η ζωή της - να πάει στην εκκλησία, να γυρίσει σπίτι να μαγειρέψει - και εγώ πρέπει να κερδίσω την εμπιστοσύνη της με τον ίδιο τρόπο που το κάνω με έναν διάσημο. Σε πολλές περιπτώσεις πρέπει να δουλέψω πιο πολύ γι' αυτό, γιατί η προτεραιότητά τους δεν είναι να μου ποζάρουν, αλλά να κάνουν τις δουλειές τους, οπότε είμαι πάντα ο φιλοξενούμενος. Αυτό που έχει σημασία είναι να δημιουργήσω μια ειλικρινή σχέση μας».

Από τεχνικής πλευράς ήταν λιγότερο ή περισσότερο δύσκολο;
«Οι περισσότεροι από αυτούς που φωτογράφισα δεν είχαν την εμπειρία μιας μεγάλης φωτογραφικής παραγωγής, ενός στούντιο με δυο-τρεις βοηθούς, 20 κάμερες, εκατοντάδες ρολά φιλμ, φώτα και φλας. Ενα ζευγάρι που έχει ένα αγρόκτημα στην Πάρο χωρίς ηλεκτρικό, όταν στήνουμε ένα στούντιο στο σαλόνι του, αισθάνεται λες και μπήκε στον κόσμο του το τσίρκο. Σε πολλές περιπτώσεις, αν δεις, η έκφραση των "μοντέλων" δείχνει έκπληξη. Κάποιες άλλες μπορείς να δεις και την περηφάνια στα πρόσωπά τους. Είναι μια δύναμη και μια περηφάνια την οποία δεν ήθελα να αλλάξω. Και θεωρώ προνόμιό μου το γεγονός ότι την απαθανάτισα».

Τι σας συγκίνησε στους Ελληνες που φωτογραφίσατε;
«Αυτοί οι μεγάλοι άνθρωποι είχαν σκληρές ζωές. Αν δεις το δέρμα τους, είναι πολύ διαφορετικό από εκείνο ενός Αθηναίου ή ενός Νεοϋορκέζου. Αλλά υπάρχει ένα βάθος στον χαρακτήρα τους και μια ειλικρίνεια στη δύναμή τους που θα έπρεπε να μας εμπνέουν. Γιατί με τις αξίες που έχουμε ενστερνιστεί σήμερα, τις πλαστικές επεμβάσεις, τη μόδα, υπάρχει ο κίνδυνος να βλέπουμε μόνο την επιφάνεια και όχι το περιεχόμενο. Το πρότζεκτ μου δεν είναι ένα ρομαντικό κομμάτι του παρελθόντος. Με τους ανθρώπους που φωτογράφισα ήθελα να πω ότι ναι μεν πρέπει να προχωρήσουμε μπροστά, να φτιάξουμε την οικονομία μας, να γίνουμε πιο αποτελεσματικοί, αλλά πρέπει επίσης να σεβόμαστε το από πού ερχόμαστε».

Πώς βλέπετε το μέλλον της Ελλάδας;

«Δεν φθάνουν οι μαθηματικές φόρμουλες για να απαντήσει κανείς στο ερώτημα αν θα τα καταφέρει η Ελλάδα. Είναι κυρίως ζήτημα αυτοπεποίθησης: μπορεί να τα καταφέρει; Αν η Ελλάδα πετύχει, θα δώσει αυτοπεποίθηση σε όλες τις χώρες που δυσκολεύονται. Αν χάσει το θάρρος της, τότε θα πέσουμε όλοι σαν ντόμινο. Παίρνω την ευκαιρία για να πω στον κόσμο ότι αυτή είναι η δύναμη της Ελλάδας. Εχει μεγάλη καρδιά και τεράστιο πνεύμα».

Ζείτε στη Νέα Υόρκη, την πιο πολυφωτογραφημένη πόλη, αλλά φωτογραφίζετε σε όλον τον υπόλοιπο κόσμο. Γιατί;
«Για μένα η Νέα Υόρκη δεν είναι τόσο τόπος για φωτογράφιση όσο το κέντρο της δράσης. Μέσα από την πόλη έχω πρόσβαση στη Δύναμη. Ο ΟΗΕ είναι εδώ, τα περιοδικά είναι εδώ, οι ΜΚΟ είναι εδώ. Αλλά για να φωτογραφίσω, ταξιδεύω. Γιατί οι πιο ενδιαφέρουσες τοποθεσίες δεν βρίσκονται συνήθως στις ισχυρές χώρες».

Τι πιστεύετε ότι σας έχει κάνει καλύτερο ως άνθρωπο και ως επαγγελματία;
«Οι στιγμές που με γονάτισαν, δίνοντάς μου πόνο και θλίψη, ήταν αυτές που με έκαναν καλύτερο άνθρωπο. Ο θάνατος του πατέρα μου ήταν μια από τις πιο κεφαλαιώδεις στιγμές της ζωής μου. Χωρίς να το θέλεις, γίνεσαι τότε ενήλικος. Αλλά αυτή η απώλεια με βοηθάει να καταλαβαίνω άλλους που επίσης την έχουν νιώσει. Και αυτό είναι ένα δώρο για μένα, γιατί καταλαβαίνω τον πόνο και τη στενοχώρια. Αυτό σημαίνει ότι μπορώ να εμβαθύνω περισσότερο με τις φωτογραφίες μου. Και πιστεύω ότι με τη δουλειά μου μπορώ να αλλάξω τα πράγματα».

 «Χρειαζόμαστε ηγέτες με συμπόνοια»

Ο Platon έχει φωτογραφίσει δεκάδες παγκόσμιους ηγέτες. Ποια πιστεύει ότι είναι τα χαρακτηριστικά του ηγέτη που χρειαζόμαστε σήμερα, που ο κόσμος αλλάζει;
«Κανείς δεν μπορεί να είναι σίγουρος για το ποιος είναι ο ιδανικός ηγέτης. Οι κανόνες έχουν αλλάξει και τα ηγετικά μοντέλα του παρελθόντος δεν έχουν πλέον σημασία. Οι νέες γενιές αναδεικνύουν ηγέτες πολύ διαφορετικούς. Πρέπει να σιγουρέψουμε ότι η συμπόνοια θα παίζει έναν σημαντικό ρόλο στις μελλοντικές αποφάσεις. Να συνειδητοποιήσουμε επίσης ότι η συμπόνοια δεν έχει παίξει μεγάλο ρόλο στο πρόσφατο παρελθόν - και γι' αυτό έχουμε προβλήματα. Οι επιχειρηματικές και οικονομικές αποφάσεις, όλες οι φόρμουλες που έχουν επιβληθεί στη ζωή μας, δεν είχαν τη συμπόνοια ως συστατικό τους».

Τα τελευταία χρόνια φωτογραφίζετε τους λιγότερο προνομιούχους. Νιώθετε άραγε την ανάγκη μιας ισορροπίας;

«Είναι αλήθεια ότι έχω πια μια θέση ισχύος και επιρροής στα media. Μπορώ να επηρεάσω το τι θα μπει στο εξώφυλλο του "Time" - το έχω κάνει για την Ονγκ Σαν Σου Κι (σσ.: βιρμανέζα ακτιβίστρια πολιτικός) και είμαι υπερήφανος γι' αυτό. Την ευθύνη μου στο να πληροφορώ την κοινωνία και να εκκινώ δημόσιους διαλόγους την παίρνω πολύ στα σοβαρά. Θα ήταν εύκολο να απολαμβάνω μόνο τις πολυτελείς ευκαιρίες που μου προσφέρονται, αλλά δεν είναι αρκετό. Οταν θα πλησιάζω στο τέλος της ζωής μου, θέλω να έχω απάντηση στην ερώτηση "τι έκανες; Εκανες κάτι καλύτερο; Προσπάθησες να αλλάξεις κάτι;"».

πότε & πού:
Η συλλογή του Platon «Greece» παρουσιάζεται στην Colette (213 Rue Saint Honore), στο Παρίσι. Ως τις 8 Δεκεμβρίου.

Η έλλειψη βροχής για 80 χρόνια οδήγησε στην κατάρρευση των Μάγια

TA NEA 17-18.11.2012

Η συνεχιζόμενη ξηρασία προκάλεσε την κατάρρευση της αυτοκρατορίας των Μάγια, σύμφωνα με μια νέα μελέτη που ρίχνει φως στη μυστηριώδη πτώση του σπουδαίου πολιτισμού στην Κεντρική Αμερική το 1100 μ.Χ. Οι επιστήμονες, κατά καιρούς, έχουν διατυπώσει πολλές θεωρίες για τις συνθήκες της απότομης παρακμής των Μάγιας. Ο πολιτισμός τους ήταν από τους σπουδαιότερους στον κόσμο και κυριαρχούσε στην αμερικανική ήπειρο για 2.000 χρόνια. Στην ακμή του, ο πληθυσμός έφτανε τα 13 εκατομμύρια. Σύμφωνα με τη νεότερη μελέτη του Πολιτειακού Πανεπιστημίου της Πενσιλβάνια, δεν ήταν κάποιος εμφύλιος πόλεμος η αιτία ούτε εξωτερικός κατακτητής, αλλά η έλλειψη βροχής για τουλάχιστον 80 χρόνια λόγω της κλιματικής αλλαγής στην ευρύτερη περιοχή.

Οι ειδικοί ανέλυσαν τη χημική σύνθεση σε σταλαγμίτες από ασβεστόλιθο που σχηματίστηκαν πριν από 2.000 χρόνια στο Νότιο Μπελίσε. Βασιζόμενοι στην ανάλυση, συμπέραναν ότι υπήρξαν μια περίοδος άφθονων βροχοπτώσεων και αργότερα περίοδος παρατεταμένης ξηρασίας. Χρονικά, οι δύο περίοδοι αντιστοιχούν στην άνοδο και την πτώση του πολιτισμού των Μάγια.

«Ασυνήθιστα έντονες βροχοπτώσεις συνέβαλαν στην αύξηση της παραγωγής τροφίμων, καθώς και σε μια δημογραφική έκρηξη από το 450 μ.Χ. έως το 660 μ.Χ. Αυτό οδήγησε στην εξάπλωση πόλεων όπως το Τίκι, το Κοπάν και το Καρακόλ στις πεδιάδες. Τα νέα κλιματικά δεδομένα καταδεικνύουν ότι αυτή την περίοδο ακολούθησαν τέσσερις αιώνες με μειωμένες βροχοπτώσεις και ανάμεσά τους περίοδοι παρατεταμένης ξηρασίας. Οι κλιματικές μεταβολές προκάλεσαν μείωση της αγροτικής παραγωγής, που οδήγησε στη διάσπαση της κοινωνικής συνοχής και την πολιτική κατάρρευση», εξηγεί στην «Ιντιπέντεντ» ο Ντούλας Κένετ, καθηγητής στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια.