13/5/10

Φερομόνες Πώς κατέρρευσε ο μύθος της έλξης

Ηταν το επιστημονικό άλλοθι για τον κεραυνοβόλο έρωτα η εξήγηση για απροσδόκητες φιλίες. Κι όμως η «χημεία» μεταξύ των ανθρώπων φαίνεται ότι τελικά δεν μπορεί να εξηγηθεί χάρη στις φερομόνες. Γιατί; Γιατί αυτές απλούστατα δεν... υπάρχουν! Η εμπεριστατωμένη απάντηση στο βιβλίο του R.L. Doty

Πενήντα χρόνια ερευνών και κανένας ποτέ δεν εντόπισε καμία. Και όμως, το πλήθος των ερευνητών που ασχολήθηκε με την ανεύρεσή τους ήταν απολύτως πεπεισμένο ότι οι φερομόνες όχι μόνον υπάρχουν, αλλά παίζουν και καθοριστικό ρόλο στη συμπεριφορά των θηλαστικών, άρα και στη δική μας! Πώς μπορεί να έγινε αυτό; Είναι δυνατόν μια ολόκληρη γενιά επιστημόνων, μεταξύ των οποίων και αρκετοί διάσημοι, να διέπραττε συστηματικά ένα ολέθριο λάθος; Να ήθελε τόσο πολύ να υπάρχουν οι φερομόνες ώστε να αγνοούσε όλες τις ενδείξεις για το αντίθετο; Αν στην ιστορία των επιστημών υπήρξε πράγματι ένα θέμα το οποίο να προσφέρεται για συλλογική ψυχανάλυση των επιστημόνων, δεν μπορεί παρά να είναι οι... ανύπαρκτες φερομόνες! Φαίνεται όμως ότι ήρθε η ώρα της αλήθειας: ο Richard L. Doty, ειδήμων σε θέματα όσφρησης, συνέγραψε ένα βιβλίο με τίτλο «Τhe great pheromone myth» (Ο μεγάλος μύθος των φερομονών) αποκρούοντας (με στοιχεία) όλες τις υποθέσεις για τις φερομόνες.

Η υπόθεση «φερομόνες» ξεκίνησε φυσιολογικά, όπως δηλαδή ξεκινούν πολλές επιστημονικές υποθέσεις. Κάποιος ή κάποιοι, εκτιμώντας ορισμένα δεδομένα, διατυπώνουν μια υπόθεση η οποία είτε αντέχει είτε δεν αντέχει στον πειραματισμό. Προφανώς εκείνες που δεν επαληθεύονται από την πειραματική διαδικασία απορρίπτονται ή επαναδιατυπώνονται προκειμένου να ανταποκρίνονται στα νέα δεδομένα. Οι φερομόνες όμως, τις οποίες κανείς ποτέ δεν μπόρεσε να απομονώσει (και ως εκ τούτου να παράσχει αδιάσειστη απόδειξη για την ύπαρξή τους), αντιστάθηκαν για μισό αιώνα. Αντί δηλαδή η ύπαρξή τους να αμφισβητηθεί από τα πειραματικά (μη) ευρήματα, ένας λυσσαλέος αγώνας για το ποιος θα πε τύχει να τις απομονώσει μαίνονταν για χρόνια μεταξύ των επιστημόνων. Γιατί άραγε;

Από τα έντομα στον άνθρωπο
Πριν επιχειρήσουμε να δώσουμε απάντηση σε αυτό το ερώτημα ας δούμε πώς ξεκίνησαν όλα αυτά. Ο όρος «φερομόνη» πρωτοεμφανίστηκε στη βιβλιογραφία στα τέλη της δεκαετίας του 1950 από μελετητές της συμπεριφοράς των εντόμων. Ειδικότερα, το 1959 οι γερμανοί βιοχημικοί Κarlson και Luscher αντικατέστησαν τον όρο «ectohormone» (εξωτερική ορμόνη) με τον όρο «pheromone», προκειμένου να περιγράψουν « ουσίες που εκκρίνονται στο περιβάλλον από ένα άτομο και προσλαμβάνονται από ένα δεύτερο άτομο του ιδίου είδους στο οποίο πυροδοτούν μια συγκεκριμένη αντίδραση.Παραδείγματος χάριν,μια καθορισμένη συμπεριφορά ή ένα αναπτυξιακό στάδιο ». Σήμερα έχει αποδειχθεί η ύπαρξη πλήθους φερομονών σε πολλά είδη εντόμων. Παραδείγματος χάριν, φερομόνες χρησιμοποιεί ένα έντομο όταν δέχεται επίθεση από κάποιον εχθρό προκειμένου να ενημερώσει άτομα του ιδίου είδους τα οποία βρίσκονται σε μικρή ακτίνα από αυτό για τον επικείμενο κίνδυνο. Ανάλογα με το είδος, αυτές οι φερομόνες συναγερμού μπορεί να προκαλέσουν είτε αντίδραση φυγής είτε αντίδραση επίθεσης στα άτομα που προσλαμβάνουν το χημικό σήμα. Φυσικά, οι φερομόνες αξιοποιούνται και στο παιχνίδι του ζευγαρώματος, καθώς εκλύονται με μοναδικό σκοπό την έλξη ατόμων του άλλου φύλου.

Είναι μάλλον εύκολο να αποδεχθεί κάποιος ότι η συμπεριφορά απλών σχετικά οργανισμών όπως τα έντομα έχει χημική βάση. Πώς ωστόσο να υποστηριχθεί το ίδιο για περιπλοκότερους οργανισμούς, όπως τα θηλαστικά; Και όμως, αυτό υποστηρίχθηκε στις αρχές της δεκαετίας του 1960. Ειδικότερα, οι διάσημοι ενδοκρινολόγοι Αlan Ρarkes και Ηilda Βruce σημείωναν σε άρθρο τους στην επιθεώρηση Science το 1961 (τεύχος 134, σελ. 1049- 1054) ότι « η ενδοκρινολογία άνθησε μεγαλειωδώς τα τελευταία 40 χρόνια.Τώρα είναι η σειρά της εξοκρινολογίας να ανθήσει ». Αλλά και ο πατέρας της κοινωνιοβιολογίας ο Ε. Ο. Wilson σε άρθρο του με τίτλο «Αnimal communication» στο περιοδικό «Scientific Αmerican», το 1971 (τεύχος 227, σελ. 53- 61), σημείωνε ότι οι φερομόνες θα μπορούσαν να είναι οι πρόγονοι των ορμονών. Τέλος, ο γιατρός Αlex Comfort, ο οπoίος με το βιβλίο του «Joy of Sex» υπήρξε ένας από τους πρωτεργάτες του κινήματος της σεξουαλικής απελευθέρωσης στη δεκαετία του 1970, επιχειρηματολογούσε υπέρ της ύπαρξης φερομονών στους ανθρώπους σε άρθρο του στην επιστημονική επιθεώρηση «Νature», το 1971 (τεύχος 230, σελ. 432- 433).

Η ακαταμάχητη γοητεία της αυταπάτης
Το ότι όλοι αυτοί οι διακεκριμένοι επιστήμονες διατύπωναν την άποψή τους περί της ύπαρξης των φερομονών στον άνθρωπο δεν είναι απαραίτητα κακό. Οι υποθέσεις τους ενέπνευσαν μια σειρά ευφυών πειραματισμών για τον εντοπισμό των μορίων αυτών τα οποία φαινόταν να έχουν μια ιδιαίτερη επίδραση στο συλλογικό υποσυνείδητο. Ναι, ας το παραδεχθούμε! Φαίνεται ότι είμαστε προδιατεθειμένοι να αποδεχθούμε την ύπαρξη των φερομονών. Σκεφτείτε κάποιες εκφράσεις που χρησιμοποιούμε και θα αντιληφθείτε τον συλλογισμό: παραδείγματος χάριν λέμε: « Είναι ζήτημα χημείας », όταν προσπαθούμε να εξηγήσουμε την έλξη μας ή την απέχθειά μας για κάποιον. Ή ακόμη λέμε « τον/ τη σέρνει από τη μύτη » όταν επιθυμούμε να υπογραμμίσουμε την έντονη επίδραση που ασκεί κάποιο άτομο σε ένα άλλο. Αν δηλαδή το καλοσκεφτούμε, η ύπαρξη των φερομονών θα ήταν ένα καλό άλλοθι και για όλες εκείνες τις πράξεις μας που φαίνονται να μην υποστηρίζονται από την κοινή λογική. (Ναι, κύριε πρόεδρε, τον ερωτεύτηκα αυτόν τον παραβατικό τύπο. Αλλά δεν φταίω εγώ, οι φερομόνες μου φταίνε!).

Να ήταν άραγε αυτή η απώτερη επιθυμία των επιστημόνων που τους οδήγησε στο να παραβλέπουν συνεχώς τη σημασία των ευρημάτων τους; Μάλλον δεν θα το μάθουμε ποτέ. Ετσι κι αλλιώς ο Richard Doty στο βιβλίο του «Τhe great pheromone myth» δεν μπαίνει στον κόπο να εξετάσει τα ψυχολογικά αίτια (αν υπάρχουν) αυτού του συλλογικού στρουθοκαμηλισμού. Περιορίζεται στο να κάνει αυτό που τόσο καλά γνωρίζει: να παρουσιάσει τα επιχειρήματα εναντίον της ύπαρξης των φερομονών ελπίζοντας να «ανοίξει τα μάτια» των συναδέλφων του στην αλήθεια. Ετσι, το βιβλίο του, το οποίο απευθύνεται σε όλους όσοι ασχολούνται ή ασχολήθηκαν ποτέ επαγγελματικά με το θέμα των φερομονών (βιολόγους, ψυχολόγους, νευροεπιστήμονες, κλπ.), αλλά και σε εμάς τους υπολοίπους που κατά καιρούς γοητευτήκαμε από αυτή την ιδέα του καθορισμού της συμπεριφοράς μας από τη χημεία, είναι δομημένο ως επιστημονικό σύγγραμμα.

Η ανασκευή του μύθου
Μετά την εισαγωγή, ο Doty αφιερώνει το δεύτερο κεφάλαιο στον ορισμό των φερομονών κάνοντας και ιστορική αναδρομή. Στο τρίτο κεφάλαιο που φέρει τον εύγλωττο τίτλο «Μammals are not insects» (Τα θηλαστικά δεν είναι έντομα) ο συγγραφέας είναι στο στοιχείο του, καθώς παρουσιάζει τα δεδομένα από τις μελέτες που αφορούν την όσφρηση (οι φερομόνες συσχετίζονται παραδοσιακά με την όσφρηση). Τα κεφάλαια 4, 5, και 6 είναι αφιερωμένα στις μελέτες που αφορούν τον εντοπισμό φερομονών σε θηλαστικά, αρχίζοντας από τα ποντίκια και καταλήγοντας σε πρωτεύοντα θηλαστικά, εκτός του ανθρώπου. Σε μελέτες που έγιναν σε ανθρώπους είναι αφιερωμένο το έβδομο κεφάλαιο του βιβλίου, το οποίο ολοκληρώνεται με ένα κεφάλαιο-επίλογο που τιτλοφορείται «Ιmplications» (συνέπειες).

Ολα τα κεφάλαια βρίθουν πληροφοριών. Πρακτικά, ο συγγραφέας δεν έχει αφήσει καμία μελέτη για τις φερομόνες ασχολίαστη. Είναι χαρακτηριστικό το γεγονός ότι οι βιβλιογραφικές αναφορές στο τέλος του βιβλίου καταλαμβάνουν 60 ολόκληρες σελίδες (207- 266)! Μαζί με τις αυστηρά επιστημονικές πληροφορίες, ο συγγραφέας δεν έχει παραλείψει να προσθέσει και ορισμένες που σχετίζονται με την πολιτική και την οικονομία (παρουσιασμένες πάντα υπό επιστημονικό πρίσμα). Παραδείγματος χάριν, δεν μένει ασχολίαστο το γεγονός ότι η βιομηχανία αρωμάτων έχει επενδύσει τεράστια ποσά στην έρευνα για τις φερομόνες ελπίζοντας να (ή και υποστηρίζοντας ότι έχει ήδη) βρει το μόριο που ασκεί ακατανίκητη έλξη στο άλλο φύλο.

Παρά το γεγονός ότι το βιβλίο γράφτηκε για να εκφράσει μια πολύ συγκεκριμένη άποψη (ότι οι φερομόνες απλώς δεν υπάρχουν!), το πόνημα του Doty είναι γραμμένο σε μια εξαιρετικά νηφάλια γλώσσα. Επιπροσθέτως, ο συγγραφέας έχει επιδείξει τεράστιο σεβασμό στην ορθή απόδοση των ευρημάτων των συναδέλφων του και ποτέ δεν ισχυρίζεται κάτι που δεν υποστηρίζεται από αντίστοιχα ευρήματα. Θα πετύχει άραγε τους στόχους του; Θα πείσει τους συναδέλφους του για την ανυπαρξία των φερομονών; Ο χρόνος θα δώσει απάντηση σε αυτό το ερώτημα.

Ο ίδιος πάντως φαίνεται να «κρατάει μικρό καλάθι» αν κρίνουμε από την παράγραφο που κλείνει το βιβλίο του: « Παρά τα όποια προβλήματα,η ιδέα των φερομονών μοιάζει να συνεχίζει να αποτελεί το ιδανικό ελιξήριο για πολλούς επιστήμονες στην εξερεύνηση του μυστηριακού κόσμου των σχέσεων μεταξύ ζώων και του κοινωνικού και φυσικού περιβάλλοντός τους. Οι πολλές προσπάθειες να επαναπροσδιορίσουμε, παρά να εγκαταλείψουμε, την ιδέα των φερομονών είναι μια απόδειξη της ακαταμάχητης φύση τους. Υπό το φως αυτού του εθισμού,δεν τρέφω αυταπάτες ότι αυτό το βιβλίο θα αντιστρέψει τις αντιλήψεις πολλών επιστημόνων ότι οι φερομόνες διαμεσολαβούν σε ή εξηγούν πολλές συμπεριφορές των θηλαστικών. Ωστόσο,ελπίζω πράγματι ότι αυτή μου η συμβολή θα διευκολύνει τη συζήτηση σχετικά με τη φύση της χημικής επικοινωνίας και θα βοηθήσει να αντιμετωπιστούν οι κακοήθεις μορφές υπεραπλούστευσης που αποτυγχάνουν να δουν το δάσος υπέρ του δένδρου ».



0ΡΓΑΝΟ Ή ΕΞΕΛΙΚΤΙΚΟ ΑΠΟΜΕΙΝΑΡΙ;
Μία από τις στιγμές που οι επιστήμονες ήλπισαν πραγματικά ότι οι φερομόνες υπάρχουν και επιδρούν στην ανθρώπινη συμπεριφορά ήταν η ανακάλυψη το 1997 ενός οργάνου το οποίο ονομάστηκε «vomeronasal organ» και το οποίο δεν ήταν παρά μια ομάδα κυττάρων στο εσωτερικό της μύτης των πειραματόζωων.Τελικά,όπως μας πληροφορεί ο Doty, τα κύτταρα αυτά δεν ήταν λειτουργικά,δεν μπορούσαν να επικοινωνήσουν με τον εγκέφαλο και να στείλουν εκεί την όποια πληροφορία.Χαρακτηριστικό είναι το απόσπασμα από άρθρο μας εκείνης της εποχής στο «Βήμα» (http://www. tovima.gr/default.asp? pid=2&ct=34&artid=88467&dt=25/05/1997# ixzz0mΟfΖΥVzR)

«Ποιος μπορεί να μας βεβαιώσει πως αυτή η ομάδα κυττάρων,που εντοπίζεται κοντά στα κύτταρα της μύτης που αντιλαμβάνονται τις μυρωδιές,έχει την ίδια λειτουργία σε ανθρώπους και ποντίκια;

Αλλά,όπως ήταν αναμενόμενο,ο σκεπτικισμός των συναδέλφων τους δεν ήταν ικανός να κάμψει την επιμονή των ερευνητών μας.Τα κύτταρα μπήκαν κάτω από το μικροσκόπιο,κυριολεκτικά και μεταφορικά,και τα μυστικά τους άρχισαν να αποκαλύπτονται.Βρέθηκε λοιπόν πως όχι μόνο η μεμβράνη των κυττάρων αυτών είναι πλήρως εξοπλισμένη με υποδοχείς που ειδικεύονται στην “αναγνώριση” των φερομονών,αλλά και πως τα ίδια τα κύτταρα αντιδρούν στην παρουσία ανθρώπινου ιδρώτα παράγοντας ηλεκτρικά μηνύματα (προϋπόθεση για την αποστολή μηνυμάτων στον εγκέφαλο).Θρίαμβος για τους επίμονους ερευνητές; Οχι ακόμη.Μπορεί τα κύτταρα να είναι σε θέση να στείλουν μηνύματα στον εγκέφαλο,ο εγκέφαλος όμως τα λαμβάνει; Με άλλα λόγια,είναι τα κύτταρα αυτά συνδεδεμένα με τον εγκέφαλο ή αποτελούν ένα είδος “νεκρής” απολήξεως,μια άλλη σκωληκοειδή απόφυση; Χμ...» ANΥΠΑΡΚΤΗ ΚΑΙ Η «ΟΡΜΟΝΗ ΤΟΥ ΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ»

Ενας από τους πλέον διάσημους μύθους οι οποίοι καταρρίπτονται στο βιβλίο του Doty είναι αυτός που αφορά τον συγχρονισμό της εμμήνου ρύσεως μεταξύ γυναικών που ζουν ή εργάζονται μαζί.

Ο συγκεκριμένος μύθος εμφανίστηκε με κάθε επισημότητα: το 1971 ένα άρθρο στην έγκριτη επιστημονική επιθεώρηση «Νature» (τεύχος 229, σελ.244- 245) παρουσίαζε δεδομένα σύμφωνα με τα οποία η έμμηνος ρύση γυναικών που περνούσαν μεγάλα διαστήματα μαζί ή ζούσαν σε φοιτητικούς κοιτώνες έτεινε να συγχρονιστεί μέσα σε διάστημα έξι μηνών.Από τότε πολλές ακόμη εργασίες κατέληξαν στο ίδιο συμπέρασμα.Στα σχεδόν 40 χρόνια όμως που πέρασαν από τότε, κανείς δεν μπόρεσε να απομονώσει τη φερομόνη η οποία είχε ονομαστεί «menstrual cycle synchrony pheromone».Αντιθέτως,εμφανίστηκε πλήθος μελετών που κατεδείκνυε ότι ο συγχρονισμός της έμμηνου ρύσεως «είναι ένα αμφισβητούμενο φαινόμενο,το οποίο δεν έχει καμία ζωτική εξελικτική βάση και πιθανότατα αντικατοπτρίζει στατιστικό λάθος», όπως σημειώνει ο Doty στη σελίδα 169 του βιβλίου του.Ο Doty δεν καταλήγει σε αυτό το συμπέρασμα χωρίς να δώσει στοιχεία.Οι επόμενες σελίδες του βιβλίου του είναι αφιερωμένες σε μια σειρά από εργασίες του ανθρωπολόγου Clyde Wilson από το Πανεπιστήμιο του Μισούρι στις οποίες καταδεικνύονται τόσο τα στατιστικά όσο και τα επιστημονικά λάθη στην υπόθεση του συγχρονισμού που διατυπώθηκε το 1971.

Το τελικό χτύπημα στην υπόθεση του συγχρονισμού επέρχεται από την εργασία μιας άλλης ανθρωπολόγου,της Βeverly Strassmann από το Πανεπιστήμιο του Μίσιγκαν,η οποία δημοσιεύτηκε το 1997 στην έγκριτη επιθεώρηση «Current Αnthropology» (τεύχος 14,σελ.123- 129).Η Strassmann μελέτησε τη ζωή πρωτόγονων φυλών στο Μάλι,όπου κατά παράδοση οι γυναίκες αφήνουν την οικογένεια και ζουν όλες μαζί σε μια «γυναικεία περιοχή» τις ημέρες της εμμήνου ρύσεως.Με άλλα λόγια,η αμερικανίδα ανθρωπολόγος επέλεξε το ιδανικό «πειραματικό υλικό» για να διερευνήσει αν ισχύει η θεωρία του συγχρονισμού.Οχι μόνο δεν διαπίστωσε κάτι τέτοιο, αλλά υπολόγισε πως σε αυτές τις κοινωνίες (όπου η αντισύλληψη δεν υφίσταται),η εγκυμοσύνη και ο θηλασμός καταλαμβάνουν το μεγαλύτερο μέρος της ζωής των γυναικών αναπαραγωγικής ηλικίας.Ειδικότερα,υπολόγισε ότι οι γυναίκες στις φυλές αυτές εμφανίζουν έμμηνο ρύση μόνο γύρω στις 130 φορές στη ζωή τους (στις δυτικές κοινωνίες ο αριθμός μπορεί να είναι και τριπλάσιος!).Με δεδομένο ότι οι σημερινές πρωτόγονες φυλές αντικατοπτρίζουν την κατάσταση που επικράτησε στο μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας του ανθρώπου,τα ευρήματα της Strassmann καταδεικνύουν ότι δεν υπάρχει καμία βιολογική-εξελικτική βάση για τον συγχρονισμό της εμμήνου ρύσεως μεταξύ γυναικών που ζουν και εργάζονται κοντά η μία στην άλλη.

Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Ιωάννα Α. Σουφλερη-εφ. Το Βήμα, Σάββατο 1 Μαΐου 2010


Δεν υπάρχουν σχόλια: