28/5/10
Μια φυλή βλέπει μέλλον στα φύκια
ΙΓΚΝΑΣΙΟ, Κολοράντο-Εδώ, στον καταυλισμό των Νότιων Γιουτ στο νοτιοδυτικό Κολοράντο, παίρνει σάρκα και οστά ένα ασυνήθιστο πείραμα που συνδυάζει την επιστήμη, την περιβαλλοντική αισιοδοξία και τις καπιταλιστικές φιλοδοξίες των αυτοχθόνων Αμρικανών.
Μια νεοσύστατη εταιρεία, συνιδρυτής της οποίας είναι ένας καθηγητής στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο, τοποθέτησε πρόσφατα ένα είδος φυκιών που λατρεύουν το διοξείδιο του άνθρακα μέσα σε μια δεξαμενή με νερό δίπλα σε ένα εργοστάσιο επεξεργασίας αερίων, με στόχο την παραγωγή καυσίμου από φύκια και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου.
Οι Νότιοι Γιουτ, μία από τις ευπορότερες ινδιανικες κοινότητες της χώρας, χάρη στις επενδύσεις τους στους τομείς της ενέργειας και των ακινήτων αποτελούν έναν από τους σημαντικότερους μετόχους στην εταιρείας του καθηγητη. Ευελπιστούν να κερδίσουν το προβάδισμα σε μια τεχνολογία που οι αρχηγοί της φυλής πιστεύουν ότι θα αποτελέσει την επόμενη ενεργειακή επανάσταση, που θα αξίζει δισεκατομμύρια δολάρια.
Όμως, από την οπτική της φυλής, το επιχειρηματικό μοντέλο που εφαρμόζεται εδώ δεν έχει να κάνει μόνο με τις επιχειρήσεις. «Πρόκειται για πάντρεμα μιας παλαιότερης νοοτροπίας με μια σύγχρονη εποχή», λέει ο πρόεδρος της φυλής, Μάθιου Τζ. Μπόξ, αναφερόμενος στην αλληλεπίδραση της περιβαλλοντικής συνείδησης και των επενδυτικών ευκαιριών που συνδέονται με τα φύκια.
Η φυλή, ο καταυλισμός της οποίας βρίσκεται πάνω σε ένα από τα πλουσιότερα εδάφη του κόσμου σε μεθάνιο προέρχεται από κοιτάσματα γαιανθρακών, χρειάστηκε να υπερπηδήσει πολλά εμπόδια προκειμένου να βρεί την κατάλληλη ιδέα για παραγωγή εναλλακτικής ενέργειας.
Παραδείγματος χάρη, οποιοδήποτε πρόγραμμα θα προκαλούσε μετατόπιση εδάφους που χρησιμοποιείται για την καλλιέργεια τροφίμων απορριπτόταν για φιλοσοφικούς λόγους: οι Νότιοι Γιουτ πιστεύουν ότι η ενέργεια και η τροφή δεν πρέπει να έρχονται αντιμέτωπες σε έναν κόσμο όπου οι άνθρωποι εξακολουθούν να λιμοκτονούν. Αυτό το επιχείρημα απέκλεισε οποιαδήποτε συζήτηση για αιθανόλη προερχόμενη από καλαμπόκι.
Και, βέβαια, όποια μέθοδος κι αν επιλεγόταν θα έπρεπε να είναι τουλάχιστον εφικτή από τεχνικής άποψης αν όχι και άμεσα επικερδής.
Ο Μποξ υπογραμμίζει ότι η φυλή, που αριθμεί 1.400 μέλη, έχει και μακρά παράδοση φαρμάκων από βότανα, γεγονός που έκανε την ιδέα για την καλλιέργεια φυκιών δελεαστική. «Χάρη σ’αυτή την ιδέα οι άνθρωποι θυμήθηκαν βότανα που μας έχουν βοηθήσει πολύ», λέει χαρακτηριστικά.
Ο Μπραιαν Γουΐλσον, που διδάσκει μηχανολογία στο Πανεπιστήμιο του Κολοράντο και είναι συνιδρυτής της «Solix Biofuels», δηλώνει ότι η συνεργασία της εταιρείας του με τους Νότιους Γιουτ στη γη τους δίνει τη δυνατότητα στη «Solix» να απολαύσει οφέλη που δεν θα μπορούσε να απολαύσει σε καμία περίπτωση στη συμβατική εταιρική Αμερική. Η φυλή συνεισέφερε σχεδόν το 1/3 του ποσού των 20 εκατομμυρίων δολαρίων του κεφαλαίου της «Solix» που ιδρύθηκε πριν από τρία χρόνια παρείχε δωρεάν γη και διέθεσε πάνω από 1 εκατομμύριο δολάρια για την αγορά εξοπλισμού.
Ο Γουΐλσον λέει: «Εσείς μπορεί να ενδιαφέρεστε για τα επιχειρηματικά κεφάλαια αναπτυξιακού χαρακτήρα, εκείνοι όμως αναζητούν μια τεράστια απόδοση κεφαλαίου μέσα σε διάστημα 3-5 ετών. Οι Γιουτ βλέπουν μακροπρόθεσμα. Παιρνουν τώρα αποφάσεις για τις επόμενες γενιές και όχι για το επόμενο τρίμηνο. Έχουμε να κάνουμε με δύο εντελώς διαφορετικές νοοτροπίες».
Περισσότερες από 200 ακόμη εταιρείες προσπαθούν να βρουν έναν οικονομικό, σταδιακό τρόπο να επιτύχουν τον ίδιο στόχο, τη μετατροπή των φυκιών σε καύσιμο από φυτικά έλαια, σύμφωνα με το «Εθνικό Εργαστήριο Ανανεώσιμης Ενέργειας» («NREL») των ΗΠΑ, ένα ομοσπονδιακό ερευνητικό κέντρο στο Γκόλντεν του Κολοράντο. Τον Ιούλιο, οι υπεύθυνοι της «Exxon» δήλωσαν ότι η εταιρεία θα ξεκινήσει δικό της πρόγραμμα παραγωγής ενέργειας από φύκια για το οποίο θα διατεθεί το ποσό των 600 εκατομμυρίων δολαρίων, υπερβαίνοντας τη χρηματοοικονομική βάση της «Solix» στο 50πλάσιο.
Όπως ισχύει με τις περισσότερες προσπάθειες μετατροπής φυκιών σε καύσιμα, το πρόγραμμα της «Solix» επικεντρώνεται στην παραγωγή ντίζελ βιολογικής προέλευσης που θα μπορεί να χρησιμοποιηθεί στις κανονικές ντίζελ.
Ο Καρλ Τζέικομπ, διευθυντής δημόσιων οικονομικών σε κρατικό και περιφερειακό επίπεδο στον οργανισμό πιστοληπτικής αξιολόγησης «Standard & Poor’s», παρακολουθεί τα οικονομικά των αυτοχθόνων Αμερικανών και έχει κατατάξει το χρέος των Νότιων Γιουτ στην κατηγορία ΑΑΑ, την υψηλότερη του οργανισμού.
Η φυλή έχει επιχειρήσεις σε 14 Πολιτείες, ουρανοξύστες με γραφεία και εκτάσεις γης από τις Κεντρικές ως τις Δυτικές Ηνωμένες Πολιτείες, καθώς και μια εταιρεία που επεξεργάζεται σχεδόν το 1% του φυσικού αερίου ολόκληρης της χώρας. Παρ’ όλα αυτά, χρωστά μόνο 69 εκατομμύρια δολάρια. Σε σύγκριση με τις περισσότερες εταιρείες, αυτός είναι ένας μικροσκοπικός δείκτης χρέους προς τα στοιχεία ενεργητικού.
Ο Τζέικομπ επισημαίνει: «Ανέκαθεν υπήρξαν συνετοί, με το βλέμμα στραμμένο στην επόμενη γενιά».
Βαρβάρα Τερζάκη
Άρθρο Kirk Johnson-εφ. Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, The New York Times, 30-08-2009
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου