8/5/09

H μετάλλαξη των πλουσίων

Οι πλούσιοι της παλιάς σχολής δεν εκσυγχρονίστηκαν διά μαγείας.

Αρχικώς, έδειχναν να αντιστέκονται με πείσμα στον αγοραίο ευτελισμό της «επωνυμίας» και φρόντιζαν να δηλώνουν, σε κάθε ευκαιρία, την περιφρόνησή τους για τις άτακτες ομάδες εκείνων που ευνοούνταν απ' την επαλήθευση της προφητείας του Γουόρχολ σχετικά με την παραχώρηση διασημότητας 15 λεπτών (εντέλει, δευτερολέπτων) στον οιονδήποτε. Οι ίδιοι καιροφυλακτούσαν στο μισόφωτο μιας καλά προστατευμένης ιδιωτικής ζωής που ο κόσμος τη φανταζόταν σαν το αόρατο στρατηγείο αποφάσεων προορισμένων να σημαδέψουν τη μοίρα του.

Κατόπιν, έφτασε η ώρα που, αναγκαστικά, οι πλούσιοι κλήθηκαν να είναι μονίμως ορατοί απ' τους καναπέδες των φτωχών· ένα νέο είδος ανακλαστικής δημοσιότητας εισέβαλλε παντού, άρα και στα άδυτα των συνηθειών των κροίσων, οι οποίοι συνειδητοποιούσαν, θέλοντας και μη, ότι το lifestyle αποτελούσε μονόδρομο και ότι, αφού δεν είχε πια κανένα νόημα να αντιστέκονται στους παπαράτσι, και μάλιστα με τις επιζήμιες για τη φήμη τους μαφιόζικες μεθόδους του παρελθόντος, το μόνο που απέμενε ήταν η συγχώνευση της οικονομικής επιφάνειας με τη λογική των τηλεπαιγνιδιών. Ετσι χάθηκαν απ' το προσκήνιο και οι μάχιμοι παπαράτσι, ως περιττοί, ενώ οι μεγιστάνες διδάχτηκαν την απόλαυση του να κουρεύουν το γκαζόν, να γεννούν τα παιδιά τους και να αρρωσταίνουν εκτεθειμένοι, σαν προϊόντα, στις βιτρίνες του θεάματος. Η κάπως μυστηριώδης κινηματογραφική αισθητική των σκανδάλων που σφράγισαν την εποχή της Καρολίνας του Μονακό, όταν ακόμη ο πλούτος κρυβόταν απ' το κακό μάτι, κρίθηκε ξεπερασμένη.

Σ'αυτή την καινούρια δυναμική, οι «επώνυμοι» της μιας ημέρας και οι οικονομικά ισχυροί της ταξικής αριστοκρατίας που μέχρι χτες κυβερνούσαν απ' τα παρασκήνια έπαψαν να διακρίνονται και μοιράστηκαν την ίδια συμπεριφορά. Παρασκήνια και προσκήνιο συναιρέθηκαν: οι πλούσιοι έγιναν ήρωες εκπομπών και η θορυβώδης αλλά ανούσια πλέον ανάμειξή τους στα σενάρια των κοινωνικών συμβάντων μπήκε σε παράλληλη τροχιά μ' εκείνη των φωτομοντέλων, των γυμναστριών, των ηθοποιών, των τηλεδημοσιογράφων και των ατόμων που κατακτούσαν τα ρεκόρ.

Με το φως των προβολέων να διαλύει τις διαφορές, προέκυπτε λοιπόν μια μελαγχολική αναλογία ανάμεσα στη συσσώρευση κεφαλαίων και στη συγκέντρωση βαθμών ακροαματικότητας. Χρηματιστήριο, θεωρητικά υπερκέρδη, εικονικές χασούρες, άυλοι τίτλοι, όλ' αυτά, τουλάχιστον στο επίπεδο της συλλογικής συνείδησης των πολιτών, δεν απέκλιναν και πολύ απ' τους χειρισμούς της εφήμερης γοητείας του φτηνού glamour, ενώ σ' ένα όχι λιγότερο νόμιμο επίπεδο, τα επονομαζόμενα λαμόγια μεγάλου διαμετρήματος αντέγραφαν απ' τους πρωταγωνιστές του τηλεοπτικού trash την πλήρη έλλειψη σεβασμού στα προσχήματα εις όφελος της φωτογένειας. Και οι μεν και οι δε ερωτοτροπούσαν με τους αυτοματισμούς της τυχαιότητας: απόψε είσαι, αύριο χάνεσαι, στο ενδιάμεσο φαίνεσαι.

Μ'άλλα λόγια, αν ο πλούτος είχε πάψει να στηρίζει τους συμβολισμούς της εξουσίας για να γίνει μια εικόνα του ιδανικού καταναλωτή, καταναλώσιμη και η ίδια, οι «επώνυμοι» το γνώριζαν ήδη από το τηλεοπτικό ζύγισμα της δικής τους αξίας, εκατό τοις εκατό πλασματικής. Σύντομα, οι δύο ομάδες συστρατεύτηκαν. Εξάλλου, πριν απ' τους δισεκατομμυριούχους που απορροφούνταν σε συλλογικά σχήματα ιδιοκτησίας μέσω του χρηματοπιστωτικού συστήματος, ώστε κανείς να μην ξέρει με βεβαιότητα τι ανήκε σε ποιον, οι αποικίες των celebrities λειτουργούσαν σαν ένα πρόσκαιρα ενιαίο, άμορφο περιβάλλον, περίπου όπως συμβαίνει με τα φυτόζωα στους κοραλλιογενείς ύφαλους του Ειρηνικού.

Αυτό επικράτησε. Εχοντας ξεχειλίσει από το είδος της δυστυχίας που κατάντησε συνώνυμο της κοσμικής λάμψης, οι δημοσιογραφικές ατραξιόν που κινούνταν στη γραμμή τού κάποτε πρωτοποριακού Πλούσιοι και διάσημοι αναγόρευαν τώρα την Πάρις Χίλτον σε πρότυπο των «επαναστατημένων μεγαλοκληρονόμων», εννοώντας ότι οι τελευταίοι είχαν στραφεί ενάντια στην αυστηρότητα που υπονοούσαν τα ηθικά και πολιτικά συμφραζόμενα της μεγαλοαστικής αξιοπρέπειας. Η Πάρις τα δοκίμασε όλα, μέχρι σέξι βίντεο, είκοσι τρεις μέρες στη φυλακή και έναν παππού ο οποίος υποχρεώθηκε να την αποκληρώσει. Ως και το πασίγνωστο πρόγραμμα Fabulous life of..., παραδέχτηκε, έστω έμμεσα, ότι επί της ουσίας δεν έχει κανένα νόημα να ψάχνουμε για διαφορές ανάμεσα στην ελίτ που διοικεί τον κόσμο και στις κοσμικοτηλεοπτικές συμμορίες που κυνηγούν τη δημοσιότητα με φτηνά κόλπα.

Εκτοτε, οι δύο κατηγορίες συναντιούνται συναδελφικά στα χολιγουντιανά πάρτι, όπου ο πλούτος εξανεμίζεται όχι για να τονιστεί η περίσσειά του, αλλά διότι ανήκε στην ίδια ποιότητα με τον αέρα των διαφημίσεων και των σόου. Απ' τη στιγμή που, για τους κροίσους, όπως το μαρτυρούσαν οι χρηματιστηριακές διακυμάνσεις, η υλικότητα του χρήματος δεν ήταν πια δεδομένη, το ανέξοδο σκόρπισμά του μπορούσε κάλλιστα να ανταγωνιστεί τα πυροτεχνήματα μιας αδιάφορης δημοσιότητας όπου, ήδη, οι πιο παλαβές δηλώσεις περνούσαν απαρατήρητες, ενώ τα σκανδαλώδη διαζύγια δεν σκανδάλιζαν κανέναν. Για να μη μακρηγορούμε, οι μεγιστάνες άρχισαν να προσποιούνται ότι ήταν τέτοιοι, δηλαδή μεγιστάνες, σαν να μην ήταν στ' αλήθεια. Η ελπίδα για μιαν συμπτωματική παραχώρηση θέσης, εξ υποθέσεως προσωρινή, στο Who's who, απέκτησε και για κείνους διαστάσεις καθήκοντος, λες και κατάλαβαν ότι ο πλούτος, από μόνος του, δεν αρκούσε. Μια φορά κι έναν καιρό λέγαμε ότι δεν αρκεί για τη σωτηρία της ψυχής· τώρα λέγαμε ότι δεν αρκεί ούτε για να σε προσκαλέσει η Οπρα.

Υπήρχαν άλλωστε πλεονεκτήματα: όπως οι «επώνυμοι» ήξεραν ότι, απλούστατα, φημίζονταν ακριβώς για τον λόγο ότι δεν άξιζαν τη φήμη ούτε στο ελάχιστο, οι δισεκατομμυριούχοι αντιλαμβάνονταν επιτέλους ότι το να θεωρείται κανείς κατά το δυνατόν πλούσιος δεν αναλογεί στο ενεργητικό του αλλά στο τι χρωστάει, κι ότι αυτός θα ήταν στο εξής ο κανόνας. Εδώ που τα λέμε, δεν υπάρχει αμφιβολία ότι κάποιος που απέκτησε δεκαπέντε εκατομμύρια δολάρια είναι φτωχότερος από κάποιον που χρωστάει ένα δισ.

Ετσι, το πρόσημο απαλείφεται για όλους. Μέχρις ότου παύει να έχει σημασία αν χρωστάς ή αν σου χρωστούν, εφόσον η σημασία παραμένει στον αριθμό των μηδενικών, στην τάξη μεγέθους. Φτάνουμε εν ολίγοις στην πεμπτουσία της μοντέρνας «επωνυμίας», την εξασφάλιση της οποίας διόλου δεν αφορά το αν η φήμη σου είναι καλή ή κακή, αλλά μόνον το μέγεθός της.


Bαρβάρα Τερζάκη

Άρθρο του Ευγένιου Αρανίτση - εφ. Ελευθεροτυπία, Επτά, 03-05-2009

Δεν υπάρχουν σχόλια: