17/2/10

Η σιωπή των διανοουμένων 20 ΧΡΟΝΙΑ από την επανένωση της Γερμανίας


Ο «φυσικός» χρόνος μετριέται διαφορετικά από τον ιστορικό. Για τον πρώτο κρατάμε ρολόι, για τον δεύτερο την αναπνοή μας. Η επιτάχυνση της Ιστορίας, ιδίως σε επαναστατικές περιόδους, προκαλεί ίλιγγο. Το χρονικό της την περίοδο της μεγάλης ανατροπής του 1989 διατύπωσε ο βρετανός ιστορικός Τίμοθι Γκάρτον Ας ως εξής: «Πολωνία δέκα χρόνια, Ουγγαρία δέκα μήνες, Ανατολική Γερμανία δέκα εβδομάδες,Τσεχοσλοβακία δέκα ημέρες ». Στη Ρουμανία, συμπληρώνει ο γάλλος ιστορικός Ζακ Ρουπνίκ, η επανάσταση διήρκεσε δέκα ώρες, στην Αλβανία δέκα λεπτά της ώρας- και πάει λέγοντας. « Η ταχύτητα και ο ισοχρονισμός ήταν τα δύο καίρια χαρακτηριστικά της φοβερής επιτάχυνσης της Ιστορίας το 1989 » προσθέτει. Η επιτάχυνση που επιφέρει στις χρηματιστηριακές αγορές η παγκοσμιοποίηση είναι μπροστά της αμελητέα ποσότητα.

Συστολή - διαστολή του χρόνου
Εκτός συρμού ήταν, αντίθετα, την ίδια εποχή η επιβράδυνση. Παράδειγμα, η Γιουγκοσλαβία. Στο ιστορικό ημερολόγιο η χώρα αυτή αναφέρεται το πολύ ως υποσημείωση. Ενώ τα ιστορικά χρονόμετρα έσπαγαν γύρω του, ο Σλόμπονταν Μιλόσεβιτς γύριζε πίσω το ρολόι της Ιστορίας - ποντάροντας στον εθνικισμό ως μέσο προστασίας κατά των πάσης φύσεως ανατροπών. Το ότι δύο χρόνια αργότερα πλήρωσε τον λογαριασμό με τη διάλυση της ομοσπονδίας αποτελεί άλλη υπόθεση.

Σπάνιο ήταν επίσης το φαινόμενο της συνύπαρξης των δύο πόλων, της επιβράδυνσης και της επιτάχυνσης. Εξαίρεση αποτελούσε το Βερολίνο. Ενώ οι κάτοικοι του Δυτικού Βερολίνου κοιμούνταν αμέριμνοι τον ύπνο του δικαίου, οι Ανατολικοβερολινέζοι αγρυπνούσαν επαναστατικά. Οι διαδηλώσεις και οι διαμαρτυρίες κατά του καθεστώτος του υπαρκτού σοσιαλισμού είχαν γίνει καθημερινή ρουτίνα. Η πτώση του Τείχους στις 9 Νοεμβρίου 1989 ήταν- σε συνδυασμό με τα απερίγραπτα λάθη της τότε ηγεσίας του κομμουνιστικού κόμματος- αποτέλεσμα της ειρηνικής εξέγερσής τους.

Με την επανένωση του Βερολίνου η κατάσταση άλλαξε. Στη θέση της συστολής του χρόνου επανήλθε η διαστολή. « Πριν από την πτώση του Τείχουςτο Βερολίνο ήταν η πρωτεύουσα του κόσμου. Υστερα έγινε απλώς η πρωτεύουσα της Γερμανίας » λέει ο κοινωνιολόγος Μπόρις Γκρόι. Ο ρόλος της πόλης υποβαθμίστηκε· η υποβάθμιση είχε όμως και τα καλά της. Από « επίκεντρο του παγκόσμιου τρόμου » την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου, που προσείλκυε σε πρώτη γραμμή οπαδούς κατασκοπικών θρίλερ, το Βερολίνο είναι σήμερα μαγνήτης για «κουλτουριάρηδες» και τουρίστες. Το δυναμικό του σε μουσεία, αίθουσες συναυλιών, μπαρ και νυχτερινά κέντρα θεωρείται τώρα μοναδικό στην Ευρώπη- σαφώς ανώτερο από εκείνο του Λονδίνου, του Παρισιού ή της Ρώμης. «Μετά τη Νέα Υόρκη, το Βερολίνο είναι η πιο ελκυστική πόλη του κόσμου » έγραψε πρόσφατα γαλλική εφημερίδα. « Και το πιο ωραίο: Ολα γίνονται χωρίς στρες. Παντού χαλαροί ρυθμοί. Αργό τέμπο. Η βιασύνη διώκεται απηνώς ως έγκλημα ».

Οι συνέπειες της ένωσης
Το κακό της υπόθεσης: φεύγει η ταχύτητα, πέφτει και η ένταση. « Την εποχή του Ψυχρού Πολέμουη πνευματική ελίτ ήταν συνεχώς ηλεκτρισμένη, στο ρεύμα » λέει ο Γκρόι. «Οι διανοούμενοι αισθάνοντανότι είναι μέσο της παγκόσμιας πολιτικής, ότι ζουν σε μια πόλη που δεν είναι εξωτερικάαλλά εσωτερικά συνδεδεμένη με αυτήν.Το σώμα και το νευρικό τους σύστημα ήταν ενταγμένα σε πολιτικά δίκτυα, αισθάνονταν σωματικά αυτό που διήγειρε τον υπόλοιπο κόσμο ». Τώρα το ρεύμα έχει πέσει, οι διανοούμενοι δεν ασχολούνται καν με την εσωτερική πολιτική της χώρας.

Η αλλαγή αποτυπώνεται και σε πιο πεζό επίπεδο, στην οικονομία. Τα τελευταία 20 χρόνια το Βερολίνο έχει κυριολεκτικά αποβιομηχανοποιηθεί. Από τις 500.000 βιομηχανικές θέσεις εργασίας το 1989, έχει σήμερα μόλις 100.000,

ήτοι 80% λιγότερες. Πολλές επιχειρήσεις, ιδίως στο Ανατολικό Βερολίνο, έκλεισαν λόγω έλλειψης ανταγωνιστικότητας, άλλες μεταφέρθηκαν στη Δυτική Γερμανία ή στην Ανατολική Ευρώπη. Ταυτόχρονα το γερμανικό κράτος έκοψε με το μαχαίρι τις τεράστιες επιδοτήσεις που έδινε στην «πολιορκημένη πόλη» την εποχή του Ψυχρού Πολέμου. Αυτό έχει πλήξει καίρια και τα οικονομικά του δήμου. « Αν δεν είχαμε τον τουρισμό, θα είχαμε χρεοκοπήσει » λέει ο πρώην κυβερνήτης-δήμαρχος της πόλης Βάλτερ Μόμπερ. Λουκέτα και ανεργία
Τα λουκέτα στα εργοστάσια και η υψηλή ανεργία δεν είναι πάντως ο λόγος για τον οποίο οι εργαζόμενοι στο Ανατολικό Βερολίνο, αλλά και γενικότερα στην Ανατολική Γερμανία, συνεχίζουν να «βλέπουν» λιγότερο χρήμα από ό,τι οι συνάδελφοί τους στη Δυτική. « Η παραγωγικότητα της εργασίας έχει εξισωθεί εδώ και καιρό » λέει ο οικονομολόγος Σεμπάστιαν Γκέρχαρτ. Παρ΄ όλα αυτά, προσθέτει, οι ανατολικογερμανικοί μισθοί είναι, κατά μέσον όρο, 11% μικρότεροι από εκείνους στη Δύση. Η εξήγηση για αυτό; «Οικονομικά, δεν υπάρχει » λέει ο ίδιος. « Το θέμα είναι πολιτικό. Οι Ανατολικογερμανοί δεν έχουν ακόμη τη δύναμη να επιβάλουν ίση μεταχείριση. Και είναι άδηλο τοπότε θα το επιτύχουν ». Η καθυστέρηση δεν περιορίζεται στους μισθούς, αφορά το σύνολο της οικονομίας. Και αυτό παρά το γεγονός ότι τις τελευταίες δύο δεκαετίες η Ανατολική Γερμανία έχει λάβει τεράστια ποσά από τη Δύση- ήτοι κοντά στα 2 τρισ. ευρώ. Μεγάλο μέρος τους πήγε όμως κυριολεκτικά χαμένο: είτε επειδή σπαταλήθηκε σε έργα βιτρίνας για το κοινό (π.χ., κατασκευή σταδίων χωρητικότητας 50.000 θεατών σε πόλεις με 30.000 κατοίκους) είτε επειδή χρησιμοποιήθηκε για «άχρηστα» έργα υποδομών για τους επιχειρηματίες (Αutobahnen, κατασκευή εργοστασιακών πάρκων κτλ.). «Το κεφάλαιο βρίσκεται αποκλειστικά σχεδόν στα χέρια Δυτικογερμανών. Αυτοί είναι που αποφασίζουν για το αν και πού θα επενδύσουν με αποκλειστικό κριτήριο το κέρδος. Κατά κανόνα πάντως προτιμούν να διευρύνουν τις ήδη υπάρχουσες εγκαταστάσεις τους στη Δυτική Γερμανία, παρά να στήσουν νέες στην Ανατολική. Αυτό τούς συμφέρει περισσότερο, παρά τους μικρότερους μισθούς που δίνονται εκεί » προσθέτει ο ίδιος.

Προς το παρόν τίποτε δεν δείχνει ότι η υπέρβαση αυτής της «δομικής» ανισότητας είναι θέμα χρόνου. Η επιτάχυνση της Ιστορίας το 1989 ήρκεσε στην Ανατολική Γερμανία για να χειραφετηθεί από τον υπαρκτό σοσιαλισμό, όχι όμως για να μη γίνει « επαρχία της Δύσης » (Γκέρχαρτ). Για να απαλλαγεί και από αυτό θα χρειαστεί λοιπόν και νέα «επιτάχυνση»αν και σήμερα δεν είναι ορατό ποιος και πότε θα την επιχειρήσει.

Βαρβάρα Τερζάκη

Άρθρο Γ.ΓΑΛΙΑΝΟΥ -εφ. Το Βήμα, Κυριακή 3 Ιανουαρίου 2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: