24/2/10

Ο ορισμός της πολυτέλειας είναι ρευστός

Η διάσημη κριτικός Σούζι Μένκες μιλά στην «Κ» για τη μόδα στον 21ο αιώνα της παγκοσμιοποίησης
Η «γκλάμουρ» πλευρά της Σούζι Μένκες φαίνεται όταν υποδύεται τον εαυτό της στο «Absolutely Fabulous», εμφανίζεται ως κριτής στον τελικό του αμερικανικού «Project Runway» ή κάνει παρέα με τους πιο γνωστούς σχεδιαστές. Στην αντίπερα όχθη βρίσκεται η ακούραστη επαγγελματίας που καλύπτει μια γιγαντιαία βιομηχανία -από την υψηλή ραπτική μέχρι τη μόδα που γεννιέται στον δρόμο- με άποψη, εμπειρία και βαθιά γνώση. Δεν χρειάζεται να είναι κανείς επαγγελματίας του χώρου για να παρακολουθεί τα κείμενα και τις σκέψεις της που τις τελευταίες δύο δεκαετίες δημοσιεύονται στην International Herald Tribune, αλλά και σε πολλά άλλα έντυπα, αναμεσά στα οποία οι New York Times και η «Καθημερινή». Και αυτό γιατί η Μένκες, πέρα από τις πασαρέλες, τοποθετεί τη μόδα στο κοινωνικο-οικονομικο-πολιτιστικό της πλαίσιο, παρατηρώντας τις ανάγκες και τις επιθυμίες της κάθε εποχής. Λίγο πριν ξεκινήσει για έναν ακόμη μαραθώνιο γύρο επιδείξεων στη Νέα Υόρκη, το Λονδίνο, το Μιλάνο και το Παρίσι για τη σεζόν φθινόπωρο - χειμώνας 2010, μίλησε αποκλειστικά στην «Καθημερινή».- Ποιοι θα λέγατε ότι είναι μερικοί από τους σχεδιαστές που έχουν σφραγίσει τη μόδα;- Είναι μια ιστορία που πάει πολύ πίσω. Eάν μιλάμε για τον 20ό αιώνα, π. χ., θα ξεκινούσα από τη Σανέλ. Από την εποχή που μπήκα εγώ στον χώρο, ο Ιβ Σεν Λοράν είναι σαφέστατα στο νούμερο ένα, ο Καρλ Λάγκερφελντ είναι πολύ σημαντικός. Ομως αυτές οι εξαιρετικές στιγμές που έχω ζήσει είχαν να κάνουν με πολλούς διαφορετικούς σχεδιαστές. Ηταν βεβαίως οι κολεξιόν του Σεν Λοράν, όμως εξίσου καταπληκτικές ήταν και οι «διαστημικές» του Αντρέ Κουρέζ. Επίσης, η εποχή όπου από τη μια ήταν οι συλλογές του Αζεντίν Αλάια και από την άλλη εκείνες της Comme des Garcons, τόσο υπέροχα διαφορετικές η μία από την άλλη. Οι πρώτες συλλογές του Τομ Φορντ για τον Gucci και μερικές συλλογές του Αλεξάντερ Μακουίν θα έλεγα ότι είναι κάποιες από αυτές τις στιγμές.- Ποιοι σηματοδοτούν την εποχή τους σήμερα;- Πάντα είναι δύσκολο να καταλάβεις τι ακριβώς σημαίνει κάτι τη στιγμή που συμβαίνει. Διστάζω να ξεχωρίσω κάποιον ειδικά από τη νεώτερη γενιά, γιατί ποτέ δεν ξέρεις πώς εξελίσσεται κανείς.- Μιλώντας για νέους σχεδιαστές, η Ελλάδα έχει μια εξαιρετική σοδειά, μεταξύ των οποίων είναι η Σοφία Κοκοσαλάκη, ο Ελληνοαυστριακός Μάριος Schwab και πιο πρόσφατα η Μαίρη Κατράντζου - και οι τρεις ζουν στο Λονδίνο. Τους παρακολουθείτε;- Ναι, τους παρακολουθώ. Εχω την αίσθηση ότι αυτό που συμβαίνει στον χώρο είναι ότι υπάρχει μια μεγάλη μερίδα σχεδιαστών που έχουν τη δική τους φωνή και κάνουν καλή δουλειά. Ομως ταυτόχρονα τα μεγάλα brands σπρώχνουν τόσο δυνατά στην κορυφή και το σύστημα είναι λίγο σαν πυραμίδα. Ολοι αυτοί οι σχεδιαστές είναι στο επίπεδο τρία, θα έλεγα, και αισθάνομαι ότι είναι πολύ δύσκολο να σκαρφαλώσουν στο ψηλότερο σημείο, πιο δύσκολο από παλιά, γιατί σήμερα οι ρυθμοί είναι ταχύτατοι. Ο Τζον Γκαλιάνο χρειάστηκε 20 χρόνια για να φτάσει στην κορυφή του δέντρου, θυμάμαι ακόμη το πρώτο του σόου στη σχολή Central Saint Martins. Τώρα, όλοι περιμένουν να κάνεις θαύματα από την πρώτη κιόλας στιγμή, να χτίζεις το brand, να πουλάς στην Κίνα, να τα κάνεις όλα μέσα σε πέντε χρόνια, όμως αυτό είναι φοβερά δύσκολο για τον οποιοδήποτε. - Πέρα από τον δικό του οίκο, ο Μάριος Schwab πρόσφατα ανέλαβε και τον αμερικανικό οίκο Halston. Είναι καλή κίνηση αυτή;- Ελπίζω πως ναι. Ομως όλο αυτό το θέμα γύρω από την αναβίωση των brands είνα τεράστιο. Πάρτε τον Χάλστον, για παράδειγμα. Ηταν ένας σχεδιαστής που εξέφραζε απόλυτα την εποχή του, όπως ακριβώς ο Κουρέζ τη δική του. Ομως το «τραγούδι» αυτό ανήκει στο παρελθόν και δεν είμαι σίγουρη αν μπορεί να υπάρξει ένα καινούργιο.«Γρήγορη μόδα»- Ζούμε στην εποχή της γρήγορας μόδας (fast fashion) εναντίων των οίκων με ιστορία;- Κάτα κάποιο τρόπο, ναι. Ομως, ένα μέρος από αυτή την κληρονομιά την έχουν εφεύρει ή την έχουν «λουστράρει». Ο οίκος Burberry είναι σαφώς ένα brand με κληρονομιά, όπως και ο Dior. Συμβαίνει όμως κάποιους οίκους ξαφνικά να τους αγοράζει κάποιος και να αρχίζει να κάνει λόγο μία ιστορία που δεν υπάρχει καν.- Τι ακριβώς αντιπροσωπεύει ο οίκος Dior σήμερα;- Αντιπροσωπεύει τον Γκαλιάνο, ένα είδος απόλυτου ρομαντικού γκλάμουρ, κάτι που ταιριάζει στο προφίλ του οίκου, γιατί ο ίδιος ο Κριστιάν Ντιόρ ήταν ένας μεγάλος ρομαντικός.- Σε τι κατάσταση βρίσκεται ο χώρος της πολυτέλειας γενικότερα;- Δεν νομίζω ότι η πολυτέλεια θα εκλείψει ποτέ. Ο χώρος έζησε πρόσφατα μια χρυσή εποχή, για τους εξής δύο λόγους: απίστευτη γεωγραφική και δημογραφική επέκταση και ανάπτυξη. Γεωγραφική ανάπτυξη σημαίνει ότι ο Louis Vuitton μόλις άνοιξε κατάστημα στο Ουλάν Μπατόρ της Μογγολίας. Αν κάποιος μου το έλεγε αυτό πριν από δέκα χρόνια θα γελούσα. Η Ινδία έχει αρχίσει να ανοίγεται, η Ρωσία πριν από λίγα χρόνια δεν είχε καταστήματα πολυτελείας, η Τουρκία είναι σήμερα προορισμός για αγορές, για να μην πούμε για την Κίνα. Ολοι έχουν χτυπηθεί από την οικονομική κρίση, αλλά, παρ' όλα αυτά, η χρυσή εκείνη περίοδος υπήρξε. Σε δημογραφικό επίπεδο η πολυτέλεια απευθύνεται πλέον σε τελείως διαφορετικούς καταναλωτές. Πριν από 30 ή 40 χρόνια, τα είδη πολυτελείας απευθύνονταν σε γυναίκες που δεν δούλευαν, που ντύνονταν ανάλογα με το στάτους των συζύγων τους. Σήμερα όλοι είναι δικτυωμένοι και αυτό έχει να κάνει με τη δομή των τιμών. Ο Dior, π. χ., ξεκινάει από ένα βραχιόλι των 12 ευρώ, αυτό που λέμε starter item.- Πιστεύετε ότι οι καταναλωτές επαναπροσδιορίζουν οι ίδιοι την έννοια της πολυτέλειας σήμερα;- Οι καταναλωτές σήμερα βλέπουν τη διαδικασία αγοράς να είναι αμφίδρομη. Περιμένουν δηλαδή από τις εταιρείες ειδών πολυτελείας να τους πλησιάσουν περισσότερο για μια συζήτηση και λιγότερο ως ώθηση εκ μέρους τους για να πουλήσουν. Ο ορισμός της πολυτέλειας είναι πλέον τόσο ρευστός και είναι φοβερά δύσκολο να ξέρει κανείς τι ακριβώς αντιπροσωπεύει. Παρ' όλα αυτά, η ιδέα του τρόπου κατασκευής παραμένει ένα βασικός παράγοντας και αν οι οίκοι μπορούν να χρησιμοποιούν βίντεο, π. χ. του τρόπου κατασκευής ενός προιόντος, αυτό θα βοηθούσε στην εκτίμηση μιας αγοράς. Η συναισθηματική πλευρά είναι πολύ πιο περίπλοκη. Η έννοια της κληρονομιάς σημαίνει λιγότερα για την dot. com γενιά που κοιτάει προς το μέλλον - και όχι προς το παρελθόν.- Η δίψα όμως για να ξεχωρίζουμε μέσα από τις ενδυματολογικές επιλογές μας παραμένει...- Σήμερα όλα έχουν να κάνουν με το μάρκετινγκ. Οταν μεγάλωνα τα παιδιά μου δεν υπήρχαν designer ρούχα για παιδιά. Το πολύ πολύ να πήγαινα σε έναν ράφτη για να παραγγείλω ένα παλτό με βελούδινο γιακά. Τώρα έχει στηθεί μια ολόκληρη βιομηχανία και η γενιά μου είναι η πρώτη γενιά γιαγιάδων που δουλεύουν και δεν έχουν χρόνο για πλέξιμο, αλλά ξοδεύουν χρήματα για παιδικά ρούχα, χρήματα που δεν υπήρχαν στο παρελθόν. Πάντα λοιπόν υπάρχει κάποιος να γεμίσει το κενό και αυτό πρέπει να κάνει κανείς όταν είναι καλός στο μάρκετινγκ. Από την άλλη, όλοι απολαμβάνουμε το ντύσιμο, γυναίκες και άνδρες, όπως επίσης μας αρέσει να ντύνουμε το σπίτι μας ώστε να αντικατοπτρίζει την προσωπικότητα και την εποχή μας.Νέες διαστάσεις- Τελευταία έχουμε δει αρκετά κινηματογραφικά έργα γύρω από τη μόδα. Την κάνει αυτό πιο προσιτή;- Δεν είναι κάτι καινούργιο, σκεφτείτε το «Funny Face» π. χ., πολλά έργα έχουν γυριστεί με επίκεντρο ανθρώπους που δουλεύουν στή βιομηχανία της μόδας και πάντα με αρκετά μελοδραματικό τρόπο! Πιστεύω ότι το Ιντερνετ και τα celebrities έχουν δώσει νέα διάσταση. Ενα πράγμα που αλλάζει τρομακτικά τα δεδομένα αυτή τη στιγμή είναι η τεχνολογία. Υπάρχει ένας μεγάλος διάλογος πάνω στη μόδα αυτήν την εποχή, πολλοί κριτικάρουν συλλογές που δεν έχουν δει από κοντά, αλλά για τις οποίες έχουν άποψη. Στο Facebook ή στα μπλογκ, όλοι εκφράζουν την προσωπικότητά τους και αυτό είναι που κάνει τη μόδα να φαντάζει πιο προσιτή και ενδιαφέρουσα.- Σας διασκεδάζει ακόμα η μόδα;- Ναι, παραμένει πάντα συναρπαστική. Πάντα αναρωτιέσαι πού πηγαίνει το όλο πράγμα και ποτέ δεν πάει εκεί που νομίζεις. Θυμάμαι στα τέλη του 1980 που ήταν όλα τόσο φανταχτερά, όταν ο Τζορτζ Μπους ο πρεσβύτερος έκανε λόγο για μια πιο ανθρώπινη, πιο φιλική Αμερική. Εμείς οι δημοσιογράφοι, βάζω και τον εαυτό μου μέσα, γράφαμε τότε για το πώς τα ρούχα θα γίνονταν πιο απαλά και πώς θα καθόμασταν όλοι στο σπίτι τυλιγμένοι με κασμίρ. Ακριβώς τότε έκανε την εμφάνισή του το grunge, το οποίο κανείς δεν είχε προβλέψει και ήταν ακριβώς το αντίθετο όλων αυτών.Δεν μου αρέσει ότι κάποια ρούχα έχουν τεράστιο ενεργειακό κόστος- Είσαστε εναντίον της «γρήγορης μόδας»;- Είμαι απόλυτα υπέρ του να είναι η μόδα διαθέσιμη σε όλους, πίστευα όμως ότι όλο αυτό το είχαμε ξεπεράσει τη δεκαετία του '60, όταν ξεκίνησε η παραγωγή του πρώτου πρετ α πορτέ. Αυτό που με ανησυχεί στη «γρήγορη μόδα» είναι πάνω απ' όλα η παραγωγή της. Δεν μου αρέσει η ιδέα ότι άνθρωποι στο Μπανγκλαντές, στο Βιετνάμ ή οπουδήποτε αλλού ζουν υπό εκμετάλλευση. Δεν το γνωρίζουμε, μπορεί και να μην είναι έτσι, μπορεί να είναι πάρα πολύ ευχαριστημένοι. Δεν μου αρέσει το γεγονός ότι τα ρούχα αυτά έχουν τεράστιο ενεργειακό κόστος, φτιάχνονται στην Κίνα και το κόστος μεταφοράς τους, μόνο και μόνο για να είναι πιο φτηνά, είναι το κόστος ολόκληρου του πλανήτη. Αυτοί είναι από τους βασικότερους λόγους για τους οποίους πιστεύω ότι το κόνσεπτ της «γρήγορης μόδας» είναι αρκετά σπάταλο και όχι πολύ βιώσιμο.- Σε καταναλωτικό επίπεδο, δεν είναι κάτι το επαναστατικό;- Δεν είμαι σίγουρη ότι πρόκειται για επανάσταση. Πάρτε για παράδειγμα τη βρετανική αλυσίδα Topshop, η οποία υπάρχει εδώ και τουλάχιστον 20 χρόνια. Αυτό που έχει αλλάξει είναι ο παράγοντας της ηλικίας. Στο παρελθόν, οι νέοι αγόραζαν πολλά ρούχα γιατί δεν είχαν πού αλλού να ξοδέψουν τα λεφτά τους, ενώ αργότερα, οι παντρεμένες νεαρές γυναίκες αναζητούσαν πράγματα με διάρκεια. Δεν νομίζω ότι αυτό ισχύει πια. Το ίδιο συμβαίνει και με τα παιδιά, τα ρούχα δεν περνάνε από τη μια οικογένεια στην άλλη, όλοι αγοράζουν καινούργια.- Τι γνώμη έχετε για την «πράσινη μόδα»; Βλέπουμε εταιρείες οικολογικής μόδας να εξαγοράζονται, όπως η Edun (την ίδρυσε η Αλι Χιούσον, σύζυγος του Μπόνο) από το γκρουπ της LVMH.- Ολοι μας έχουμε πλέον συνειδητοποιήσει ότι ο πλανήτης υποφέρει και ότι μπορούμε να κάνουμε κάτι. Η ιδέα του Fair Trade βαμβακιού, π. χ., ήταν εξαιρετική - δεν είναι δίκαιο να εργάζονται κάποιοι σαν σκλάβοι στις βαμβακοκαλλιέργειες και κάποιοι άλλοι να κερδίζουν τεράστια ποσά. Αυτή η αντίληψη δεν έχει να κάνει μόνο με τη μόδα, αλλά με την κοινωνία γενικότερα. Οταν πριν από 20 χρόνια ξεκινούσε η ζήτηση για βιολογικά προϊόντα στις αγορές του Σαν Φρανσίσκο, κάποιοι μιλούσαν για τα «φρικιά», τους χίπηδες. Τώρα, σε όποιο σούπερ μάρκετ βρεθείς, θα βρεις μία γωνιά με οργανικά προϊόντα. Δεν πιστεύω ότι θα αλλάξουν όλα σε μία νύχτα, αλλά υπάρχει μια κινητικότητα: η LVMH αγοράζει την Edun, η PPR (Pinault-Printemps-Redoute) σπονσοράρει το Home, το ντοκιμαντέρ του Yann Arthus-Bertrand, ενώ παράλληλα κάνουν λόγο για περιορισμό του ενεργειακού αποτυπώματος στην παραγωγή.Σπούδασε φιλόλογοςΗ Σούζι Μένκες γεννήθηκε στη Βρετανία το 1943. Σπούδασε ιστορία και αγγλική φιλολογία στο Πανεπιστήμιο του Κέμπριτζ. Με τον σύζυγο και σύντροφο της ζωής της Ντέιβιντ Σπάνιερ (επίσης δημοσιογράφο που πέθανε το 2000) απέκτησαν τρεις γιους. Ως ευτυχής γιαγιά τριών εγγονιών, αγαπάει το θέατρο, τη μουσική και να βγαίνει με φίλους. «Δεν είμαι από εκείνους που δεν πατάνε το πόδι τους εκτός του χώρου της μόδας», λέει στην «Κ».

Βαρβάρα Τερζάκη

Άρθρο Ελις Kις - εφ. Καθημερινή, 14-02-2010

Δεν υπάρχουν σχόλια: